Με ένα τηλεφώνημα πείστηκε ο Αμερικανός πρόεδρος να αποσύρει τις αμερικανικές δυνάμεις από τη Βόρεια Σύρια.
Οι αποκαλύψεις έρχονται η μία μετά την άλλη και δυστυχώς, ο Ντόναλντ Τραμπ, κατέληξε σε συμφωνία με τον Ρ.Τ. Ερντογάν και άφησε τους Κούρδους εκτεθειμμένους στην τουρκική βαρβαρότητα.
Μετά την απόφαση του Ντ. Τραμπ, δημιουργήθηκε ένα κλίμα διχασμού στο ρεπουμπλικανικό κόμμα με την άμεση αποχώρηση του Τ. Μάττις και άλλες παραιτήσεις να ακολουθούν (σύμφωνα με τις εκτιμήσεις).
Η απότομη αλλαγή στο σκηνικό της Β.Συρίας ελλοχεύει κινδύνους που μπορούν να οδηγήσουν σε παγκόσμια αποσταθεροποίηση.
O Ντόναλντ Τραμπ έλαβε την απόφαση για την αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων από την Συρία κατά την διάρκεια τηλεφωνικής επικοινωνίας του με τον τούρκο ομόλογό του Ταγίπ Ερντογάν και αφού αυτός ο τελευταίος δεσμεύθηκε «να συνεχίσει» τον πόλεμο κατά των τζιχαντιστών, σύμφωνα με δημοσίευμα τουρκικής εφημερίδας.
Η τηλεφωνική αυτή επικοινωνία έγινε στις 14 Δεκεμβρίου. Πηγές της τουρκικής προεδρίας είχαν τότε δηλώσει ότι οι δύο άνδρες «συμφώνησαν να συνεργασθούν κατά αποτελεσματικότερο τρόπο στην Συρία».
Η συζήτηση πραγματοποιήθηκε με φόντο τις τουρκικές απειλές για νέα επίθεση στην Συρία, στην περιοχή ανατολικά του Ευφράτη, κατά των κουρδικών Μονάδων Προστασίας του Λαού (YPG), την οποία η μεν Αγκυρα θεωρεί τρομοκρατική οργάνωση, η δε Ουάσινγκτον σύμμαχο στον πόλεμο κατά της οργάνωσης Ισλαμικό Κράτος.
Κατά τη διάρκεια αυτής της επικοινωνίας ο Τραμπ έλαβε την απόφαση να ρωτήσει τον Ερντογάν: «Θα καθαρίσετε εσείς ό,τι μένει από το Ισλαμικό Κράτος, εάν αποσυρθούμε εμείς;».
Και σε αυτό ο Ερντογάν απάντησε: «Θα το κάνουμε». Στην συνέχεια, ο Ερντογάν εξήγησε ότι η Τουρκία εξόντωσε 4.000 μέλη του Ισλαμικού Κράτους κατά την διάρκεια της επιχείρησης Ασπίδα του Ευφράτη το 2016.
Μετά το τηλεφώνημα, ο Τραμπ έδωσε εντολή στον σύμβουλο Εθνικής Ασφαλείας Τζον Μπόλτον, ο οποίος παρακολουθούσε την τηλεφωνική επικοινωνία, «να αρχίσει τη δουλειά» της αποχώρησης, σύμφωνα με την Hurriyet.
Τρεις ημέρες μετά το τηλεφώνημα, στις 17 Δεκεμβρίου, ο Μπόλτον τηλεφώνησε στον σύμβουλο του Ερντογάν Ιμπραχίμ Καλίν για να τον πληροφορήσει ότι διεξάγονται οι προετοιμασίες.
Περί τους 2.000 αμερικανοί στρατιώτες βρίσκονται στην βόρεια Συρία, κυρίως μονάδες των ειδικών δυνάμεων του στρατού των ΗΠΑ, που συμμετέχουν στις επιχειρήσεις κατά του Ισλαμικού Κράτους και εκπαιδεύουν τις τοπικές στρατιωτικές δυνάμεις.
Οι σχέσεις ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Τουρκία βρίσκονταν σε σφοδρή ένταση εξαιτίας της αμερικανικής υποστήριξης των κουρδικών Μονάδων Προστασίας του Λαού, αλλά αφήνοντας ελεύθερο το έδαφος στην Αγκυρα στην βόρεια Συρία, ο Τραμπ εγκαινιάζει περίοδο ύφεσης στις διμερείς σχέσεις.
Ο υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ Τζιμ Μάτις ανακοίνωσε την Πέμπτη ότι υπέβαλε την παραίτησή του και θα αποχωρήσει από τη διεύθυνση του ισχυρότερου στρατού στον πλανήτη.
Εξήγησε πως ο Ντόναλντ Τραμπ έχει κάθε «δικαίωμα» να διορίσει στο αξίωμα αυτό κάποιον οι απόψεις του οποίου είναι «πιο ευθυγραμμισμένες» με εκείνες του Αμερικανού προέδρου.
Πάντως, η παραίτηση ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων και πολλοί πιστεύουν ότι οι εξελίξεις θα είναι απρόβλεπτες, καθώς με την απόφαση για την αμερικανική απόσυρση από τη Συρία διαφωνούν τόσο ο υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο όσο και ο σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας, Τζον Μπόλτον.
Η αναγγελία της αποχώρησης του απόστρατου στρατηγού τεσσάρων αστέρων των Πεζοναυτών καταγράφηκε μία ημέρα μετά την ανακοίνωση του ενοίκου του Λευκού Οίκου πως θα αποσύρει τα αμερικανικά στρατεύματα από τη Συρία, κίνηση που επικρίθηκε από πολλούς στην Ουάσινγκτον, αλλά και από κορυφαία στελέχη κυβερνήσεων δυτικών χωρών.
Ο Μάτις, για ορισμένους ένας πόλος σταθερότητας στην κυβέρνηση Τραμπ, για άλλους κάποιος που ήταν σε θέση να διορθώνει τα προβλήματα που δημιουργούσε η άσκηση εξωτερικής πολιτικής μέσω Twitter, για μερικούς «στρατιώτης-καλόγερος», ήταν ένας από τους υπουργούς που επαινούσε περισσότερο τα προηγούμενα δύο χρόνια ο μεγιστάνας, αλλά η σχέση των δυο ανδρών φέρεται να επιδεινώθηκε τους τελευταίους μήνες λόγω της προεδρικής επιμονής για τη Συρία.
Ο Μάτις άφησε να εννοηθεί πως διαφωνεί σε πολλά με τον Αμερικανό πρόεδρο, επιμένοντας ιδίως στο ότι χρειάζεται να επιδεικνύεται «σεβασμός»προς τους συμμάχους των ΗΠΑ και να υπάρχει «σαφής προσέγγιση» έναντι αντιπάλων όπως η Κίνα ή η Ρωσία.
«Μια από τις βασικές πεποιθήσεις που είχα πάντα είναι ότι η δύναμή μας ως έθνους είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη δύναμη του μοναδικού και συνεκτικού συστήματος συμμαχιών και σχέσεων συνεργασίας που έχουμε», ανέφερε στην επιστολή της παραίτησής του ο Μάτις, εξηγώντας ότι χωρίς αυτές και χωρίς να επιδεικνύεται «σεβασμός» στους συμμάχους και τους εταίρους της Ουάσινγκτον, «δεν μπορούμε να υπερασπίζουμε τα συμφέροντά μας».
Η παραίτηση Μάτις προκάλεσε έντονες αντιδράσεις, ακόμα και στο ρεπουμπλικανικό στρατόπεδο. Για τον κίνδυνο οι ΗΠΑ να οδηγηθούν «σε μια σειρά σοβαρών σφαλμάτων (…) που μπορεί να θέσουν σε κίνδυνο τη χώρα μας, να βλάψουν τις συμμαχίες μας και να ενισχύσουν τους αντιπάλους μας» μίλησε ο γερουσιαστής Μάρκο Ρούμπιο.
«Μεγάλη θλίψη» εξέφρασε για την εξέλιξη ο Λίντσεϊ Γκρέιαμ, που συνήθως υπερασπίζεται τον Τραμπ. «Ο στρατηγός Μάτις συνδυάζει τη διάνοια με την ακεραιότητα» και πρόσφερε «σωστές και ηθικές συμβουλές» στον πρόεδρο Τραμπ για την εξωτερική αμυντική του πολιτική, έκρινε. Η Νάνσι Πελόσι, η επικεφαλής των Δημοκρατικών στη Βουλή των Αντιπροσώπων, δήλωσε πως ο Μάτις ήταν μια κάποια «ανακούφιση» για όσους θορυβεί η πολιτική του Τραμπ και πλέον «όλοι μας πρέπει να ανησυχούμε».
Ο Μάτις προστίθεται στον μακρύ κατάλογο των κορυφαίων στελεχών της κυβέρνησης του Ρεπουμπλικάνου προέδρου που είτε παραιτήθηκαν, είτε καθαιρέθηκαν, όπως ο πρώην υπουργός Εξωτερικών Ρεξ Τίλερσον, που ο Τραμπ απέπεμψε — μέσω Twitter — τον Μάρτιο.
Κατά το Brookings Institution, οι αντικαταστάσεις, οι καθαιρέσεις και οι παραιτήσεις επί προεδρίας Τραμπ είναι περισσότερες από ό,τι επί των ημερών των τελευταίων πέντε αμερικανών προέδρων.
Η σεναριολογία για το μέλλον του Μάτις εντάθηκε τον Οκτώβριο, όταν ο Τραμπ υποστήριξε κατά τη διάρκεια συνέντευξής του στο CBS πως ο υπουργός Άμυνας είναι «κάτι σαν Δημοκρατικός» αφήνοντας να εννοηθεί πως πιθανόν θα αποχωρούσε από την κυβέρνησή του.