Για το ζήτημα εξέδωσε ανακοίνωση το Ύπατο Συμβούλιο Ελλήνων Εθνικών, ο φορέας της αναγνωρισμένης επίσημα από το κράτος «Ελληνικής Εθνικής Θρησκείας», στην οποία καταγγέλλει «τον αυξανόμενο εκφασισμό και εκβαρβαρισμό της κοινωνίας μας, με καταφανή ευθύνη όλων των προσφάτων κυβερνήσεων της καθημαγμένης πατρίδας μας» και απαιτεί «τον εντοπισμό και την παραδειγματική τιμωρία των ανθελλήνων τραμπούκων».
Στην ανακοίνωση διευκρινίζεται επίσης ότι η ομάδα που δέχτηκε την επίθεση δεν έχει καμία σχέση με τον συγκεκριμένο φορέα.
Αναλυτικά η ανακοίνωση του ΥΣΕΕ:
«Λίγο πριν την εκπνοή τού έτους «2018» των χριστιανών, αλγεινή εντύπωση και αποτροπιασμό προκάλεσε σε κάθε πολιτισμένο άνθρωπο η είδηση της επίθεσης χριστιανών ορθόδοξων τραμπούκων στον αρχαιολογικό χώρο της Ελευσίνος, εναντίον ομάδος πολιτών που απέδιδαν τιμές προς τους Θεούς των Ελλήνων.
Έγινε δε αλγεινότερη η εντύπωση και μεγαλύτερος ο αποτροπιασμός, όταν δηλώθηκε από τα θύματα της επίθεσης (που αυτοπροσδιορίζονται ως «θρησκευτές της Ελληνικής Θρησκείας») ότι είχαν ζητήσει και λάβει άδεια από την αρμόδια Εφορεία Αρχαιοτήτων Δυτικής Αττικής, για την πραγματοποίηση της τελετής τους.
Οι χριστιανοί τραμπούκοι επετέθησαν, βιαιοπράγησαν, βεβήλωσαν τον πρόχειρο βωμό των θυμάτων τους και κατέστρεψαν αγγεία και ιερατικά σκεύη.
Ούτε η αντίδραση του αρμοδίου αρχαιοφύλακα, ούτε οι εκκλήσεις από άλλους παρισταμένους, στάθηκαν ικανές να αποτρέψουν τους μισαλλόδοξους δράστες, από το «έργο» τους.
Η συγκεκριμένη θρησκευτική ομάδα, που δέχθηκε την επίθεση, όχι μόνο δεν σχετίζεται με την Ελληνική Εθνική Θρησκεία και τον φορέα της, το Ύπατο Συμβούλιο των Ελλήνων Εθνικών, αλλ’ επιπλέον κάποια μέλη της έχουν εκφραστεί δημοσίως με απαράδεκτους, υβριστικούς και μειωτικούς χαρακτηρισμούς εναντίον τόσο αυτής της ίδιας της θρησκείας μας, αλλά και εναντίον της νόμιμης ηγεσίας της.
Δεν παύει όμως να αποτελεί ομάδα Ελλήνων πολιτών που, έστω και με τον δικό τους τρόπο και το δικό τους ήθος, επιθυμούν να στρέφονται στην Ελληνική θρησκευτικότητα και σε αυτό ουδείς έχει δικαίωμα να τους εμποδίσει, πόσω μάλλον με βία και τραμπουκισμό.
Το Ύπατο Συμβούλιο των Ελλήνων Εθνικών, ο επίσημος φορέας τής Ελληνικής Εθνικής Θρησκείας, θρησκείας αναγνωρισμένης από την Πολιτεία ως γνωστής, δηλώνει απερίφραστα ότι καταδικάζει κάθε πράξη μίσους, πόσω μάλλον θρησκευτικής βίας και μισαλλοδοξίας, από όπου αυτή και αν προέρχεται και καταγγέλλει τον αυξανόμενο εκφασισμό και εκβαρβαρισμό της κοινωνίας μας, με καταφανή ευθύνη όλων των προσφάτων κυβερνήσεων της καθημαγμένης πατρίδας μας.
Πέραν των αρκετών ανακοινώσεών μας κατά τις τελευταίες δεκαετίες, με τις οποίες έχει καταδικαστεί η πολλαπλώς καλλιεργούμενη μισαλλοδοξία και η σχεδόν συνεχής και ατιμώρητη προτροπή από αναρίθμητους διαταραγμένους σε άσκηση θρησκευτικής βίας, έχουμε επίσης προειδοποιήσει έγκαιρα και υπεύθυνα την επίσημη Πολιτεία, για την επικινδυνότητα αυτών των αλλεπάλληλων προτροπών και ανώμαλων αντιλήψεων που περιέργως αφήνονται να παράγουν «καρπούς» (βλ. επιστολή 347/05.03.«2018», προς τον Υπουργό Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη).
Μία κοινωνία, που υπερβολικά πολλά από τα μέλη της θεωρούν φυσικό πράγμα την αυτοδικία, είναι κοινωνία βαρβαρική, και το κράτος που καλύπτει αυτόν τον πρωτογονισμό αντί να τον αποθαρρύνει, είναι κράτος έτη φωτός απέχον από αυτό που γενικώς ονομάζουμε «κράτος δικαίου».
Όταν επιπροσθέτως είναι και θεοκρατικό, τότε μακράν απέχει και από τις στοιχειώδεις προδιαγραφές του προηγμένου σύγχρονου κόσμου.
Απαιτούμε τον εντοπισμό και την παραδειγματική τιμωρία των ανθελλήνων τραμπούκων που, 16 ολόκληρους αιώνες μετά την εποχή των εν Χριστώ παραβολάνων, επετέθησαν σε τελετή προς τιμήν των Θεών του έθνους μας.
Το ποτάμι δεν γυρίζει πίσω. Το σκοτάδι τελείωσε και όσο πιο γρήγορα το καταλάβουν αυτό, τόσο οι μισαλλόδοξοι φανατικοί όσο και οι φορείς και θεσμοί που τους παράγουν, τόσο το καλύτερο γι’ αυτούς.
Εμείς, θα συνεχίσουμε, χωρίς κραυγές και εξαλλοσύνες, αλλά με συνέπεια, σύνεση, υπευθυνότητα και κυρίως διαφωτιστικό έργο, τον ιερό αγώνα για την Επανελλήνιση, ήγουν για την πλήρη παλινόρθωση των εθνικών μας Ιερών και Αξιών στον τόπο που τα ανέδειξε, στον τόπο που κατεξοχήν πρέπει εν πλήρει δόξη να υπάρχουν».
(iefimerida)