“Πρέπει όλοι να καταλάβουν, εργαζόμενοι και επιχειρήσεις, πως δεν είναι το κράτος μια ασφαλιστική εταιρεία που καλύπτει όλους τους κινδύνους και θα αποζημιώσει τους πάντες”… Αυτή ήταν η κυνική απάντηση του κ.Λούλη, του Γενικού Γραμματέα Τουρισμού, στην αγωνία χιλιάδων ανθρώπων στο χώρου του τουρισμού για το το τι μέλλει γενέσθαι σε έναν κλάδο που που υφίσταται ανυπολόγιστες συνέπειες λόγω της πανδημίας.
Απολαύστε τον:
Για τον συγκεκριμένο κύριο και τις… δημοκρατικές του ευαισθησίες που φτάνουν μέχρι την εξύμνηση του αρχιπραξικοπηματία Παπαδόπουλου – εντούτοις συμμετέχει από θέση ευθύνης στην κυβέρνηση του κ.Μητσοτάκη ο οποίος είχε δηλώσει ότι υπήρξε από 6 μηνών… εξόριστος της χούντας – είχε αναφερθεί σε περσινό δημοσίευμά του ο κ.Γιάννης Μπασκάκης, στην Εφημερίδα των Συντακτών (27/7/2019) :
Τελικά δεν ήταν τίποτα όσα είπε η νέα υφυπουργός Εργασίας Δόμνα Μιχαηλίδου περί «ψυχικώς νοσούντων» αντιστασιακών, μπροστά στο γεγονός ότι μέσα στο νέο κυβερνητικό σχήμα υπάρχει ένας υμνητής της χούντας και θαυμαστής του Γεώργιου Παπαδόπουλου.
Οχι, δεν αναφερόμαστε στον άλλοτε γενικό γραμματέα της Νεολαίας ΕΠΕΝ -του κόμματος δηλαδή του δικτάτορα- Μάκη Βορίδη, ούτε στο δεξί χέρι του Γ. Καρατζαφέρη Αδωνη Γεωργιάδη. Αναφερόμαστε στον νέο γενικό γραμματέα Τουρισμού, Κωνσταντίνο Λούλη.
Γράφαμε προ ημερών για το προφίλ του κ. Λούλη, γνωστού αλευροβιομήχανου του Βόλου, ο οποίος διορίστηκε -αν και παράτυπα- ως προσωπική επιλογή του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη πολιτικός διοικητής του Αγίου Ορους (1989-1991), ενώ είχε ιδιαίτερες σχέσεις με τον ηγούμενο Εφραίμ, τον οποίο έσπευσε να υποστηρίξει μετά τις διώξεις σε βάρος του για το σκάνδαλο Βατοπεδίου.
Είχε και ευρύτερη εμπλοκή στα εκκλησιαστικά πράγματα, καθώς επί αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου διορίστηκε μέλος της Οικονομικής Επιτροπής της Εκκλησίας της Ελλάδος (1998-2008), ενώ στις πρόσφατες δημοτικές εκλογές εξελέγη πρώτος δημοτικός σύμβουλος στον Βόλο με το ψηφοδέλτιο του Μπέου (βλ. «Εφ.Συν.», 19.07.2019, «Δίπλα σε Μπέο και Εφραίμ»).
Υπάρχει όμως και μια άλλη πτυχή του προφίλ του Κων. Λούλη. Η φιλία που απέκτησε με τον Παπαδόπουλο όταν ο τελευταίος ήταν στη φυλακή και η υιοθέτηση από τον κ. Λούλη όλης της γνωστής προπαγάνδας υπέρ της χούντας, μέσα από την οποία προσπαθεί να σχετικοποιήσει, με προκλητικό τρόπο, την κατάλυση της δημοκρατίας και τα πεπραγμένα του δικτατορικού καθεστώτος.
Ο θαυμασμός του Κων. Λούλη για τον δικτάτορα Παπαδόπουλο είναι απολύτως εμφανής στο βιβλίο που εξέδωσε το 2015 («Η επιβίωση της Ελλάδας μέσα από διαδοχικά θαύματα», εκδόσεις Ψυχογιός).
Το θέμα ανέδειξε πρώτος ο τοπικός ιστότοπος του Βόλου Magnesia News (21.6.2019). Πράγματι, όπως διαβάζουμε στο βιβλίο, ο Κων. Λούλης αναφέρεται στη «φιλική προσωπική σχέση» που απέκτησε με τον Παπαδόπουλο όταν άρχισε να τον επισκέπτεται στη φυλακή, κάτι που, όπως λέει, έκανε τακτικά για 9 χρόνια. O κ. Λούλης δηλώνει σήμερα εντυπωσιασμένος από τις συζητήσεις μαζί του, ενώ πείστηκε και για όλα όσα υποστήριζε ο δικτάτορας:
«Πραγματικά εντυπωσιάστηκα από όσα άκουσα και διασταύρωσα, διαπιστώνοντας πως όλα ήταν τελικά αλήθεια», για να φτάσει να παρουσιάσει μια εξωραϊσμένη εικόνα του Παπαδόπουλου, λέγοντας ότι «ο χρόνος δεν έφτανε για να απορροφήσω τόσα γεγονότα -τα περισσότερα άγνωστα- αλλά και να καταλάβω πως ο πάμφτωχος και προδομένος από στενούς του συνεργάτες, εγκαταλειμμένος από τους ευεργετηθέντες και τιμωρημένος αμείλικτα από τους αντιπάλους του, Γ. Παπαδόπουλος, δεν ήταν όπως τον παρουσίαζαν».
Οσο για τη διασταύρωση, και αυτή ήρθε από τους χουντικούς πραξικοπηματίες: «Για να διασταυρώσω όλα αυτά τα συγκλονιστικά που είχα ακούσει, γνώρισα και μίλησα πολλές φορές με τον Στυλιανό Παττακό, Νικόλαο Μακαρέζο, Ιωάννη Λαδά, Νικόλαο Ντερτιλή, Δημήτριο Ιωαννίδη και Αδαμάντιο Ανδρουτσόπουλο, καθώς και με βουλευτές που ήταν στην εξεταστική επιτροπή του «φακέλου» της Κύπρου».
Ο Κων. Λούλης αναγνωρίζει μεν ότι «μετά την 21η Απριλίου, όπως ήταν φυσικό, περιορίστηκαν οι δημοκρατικές ελευθερίες» και ότι «πολίτες ταλαιπωρήθηκαν και φυλακίστηκαν» -βέβαια με την υποσημείωση… «επειδή δε μπορούσαν να ανεχτούν την αναστολή των δημοκρατικών ελευθεριών στη χώρα»-, αλλά αναπαράγει όλη την προπαγάνδα υπέρ της χούντας περί «σημαντικών επιτευγμάτων», μεγάλης «οικονομικής ανάπτυξης» και «δημιουργίας μιας ευρείας ευημερούσας μεσαίας τάξης», για να μιλήσει για «μια σημαντική μερίδα ικανοποιημένων από το καθεστώς πολιτών».
Κι ενώ λέει ότι «αρκετοί άλλοι αντιδρούσαν στη στέρηση δημοκρατικών ελευθεριών», τελικά πλάθει μια εικόνα λαοπρόβλητου ηγέτη, λέγοντας πως «πολλοί πιστεύουν ότι αν μέχρι το 1971-1972 ο Γ. Παπαδόπουλος διενεργούσε εκλογές, ακόμα και στον ίδιο στίβο με όλα τα παλαιά κόμματα, θα τις κέρδιζε, λόγω της ικανοποίησης των πολιτών τόσο από την οικονομική ευημερία όσο και από την επιστροφή στη δημοκρατική ομαλότητα».
Για το Πολυτεχνείο λέει ότι «μάταια η κυβέρνηση προσπαθούσε να καταρρίψει τα συνθήματα αυτά [σ.σ. Ψωμί-Παιδεία-Ελευθερία], τονίζοντας ότι ποτέ άλλοτε η χώρα δεν είχε τόσο υψηλό οικονομικό επίπεδο, ότι δεν υπήρχε ανεργία, αντίθετα, υπήρχε μεγάλη προσφορά εργασίας, και πως είχε δημιουργηθεί μια ευρεία ευημερούσα μεσαία τάξη» και επιχειρώντας να το απαξιώσει καταλήγει: «Η σύγκρουση της εξουσίας με τον ανθό της ελληνικής νεολαίας ήταν ένα τραγικό γεγονός με απρόβλεπτες συνέπειες, που τελικά μόνο τα συμφέροντα των “προστάτιδων” δυνάμεων εξυπηρέτησαν».
Στην ίδια προσπάθεια απαξίωσης του Πολυτεχνείου εντάσσεται και η φράση: «Δεν καταγγέλθηκε από τη Σύγκλητο κανένας θάνατος φοιτητή στον χώρο του Πολυτεχνείου. Εκτός Πολυτεχνείου, στην ευρύτερη περιοχή, βρήκαν το θάνατο 12 πολίτες», ενώ φτάνει στο σημείο να χρεώσει στο Πολυτεχνείο και την εισβολή στην Κύπρο ρωτώντας: «Θα συνέβαινε η κυπριακή τραγωδία χωρίς την εξέγερση των φοιτητών του Πολυτεχνείου;».
Βέβαια είναι γνωστό ότι -δεν «βρήκαν τον θάνατο»- δολοφονήθηκαν πολύ περισσότεροι πολίτες εκείνη τη βραδιά γύρω από το Πολυτεχνείο, μόνο και μόνο για να διαλυθούν οι λαϊκές συγκεντρώσεις, να απομονωθεί ο χώρος του Πολυτεχνείου και να ανοίξει ο δρόμος στα τανκς.
Αλλά η μεγάλη έγνοια του κ. Λούλη είναι η υστεροφημία του δικτάτορα. «Υπάρχει και η άποψη ορισμένων πως αν ο Παπαδόπουλος φορούσε τον στρατιωτικό του μπερέ “αριστερά”, με την εξάλειψη της ανεργίας και την οικονομική ανάπτυξη που είχε επιτύχει, θα έμενε τελικά στη θετική πλευρά της ιστορίας». Και συνεχίζει: «Είναι γεγονός ότι οι μεταπολιτευτικές κυβερνήσεις εξάντλησαν όλα τα περιθώρια τιμωρίας, απορρίπτοντας κάθε ανθρωπιστικό ελαφρυντικό, χωρίς να του αναγνωρίσουν κανένα θετικό στοιχείο κατά τη διάρκεια της πρωθυπουργίας του».
Το φλερτ
Για να καταλήξει: «Το γεγονός ότι οι κινηματίες αξιωματικοί (sic) βελτίωσαν το επίπεδο της ζωής των Ελλήνων διαχειριζόμενοι συνετά και έντιμα το δημόσιο χρήμα, φυλακίστηκαν και πέθαναν φτωχοί, εκτιμήθηκε τελικά από ελάχιστους. Οι Ελληνες προτιμούν να επιλέγουν οι ίδιοι τους κυβερνήτες τους, ανεξάρτητα αν αυτοί δικαιώνουν τις επιλογές τους ή τους απογοητεύουν, κάνοντας προβληματική την επιβίωσή τους. Πάνω απ’ όλα εκτιμούν την αξία των δημοκρατικών ελευθεριών», λέει με εμφανή πικρία και φλερτάροντας ανοιχτά με τη δικτατορία.
Αλλά βέβαια είναι γνωστό ότι οι πραξικοπηματίες μόνο «συνετά και έντιμα» δεν διαχειρίστηκαν το δημόσιο χρήμα. Η δικτατορία υπήρξε το πιο διεφθαρμένο καθεστώς της σύγχρονης πολιτικής ιστορίας της Ελλάδας, με απίστευτη οικογενειοκρατία και τεράστια σκάνδαλα (βλ. Ιός, «Εφτά χρόνια αρπαχτή, Τα ξεχασμένα σκάνδαλα της «εθνοσωτηρίου»», «Ελευθεροτυπία», 25/7/2010).
Οσο για τα δύο αυτά «επιχειρήματα» περί νεκρών εκτός Πολυτεχνείου και περί «έντιμης διαχείρισης», είναι βέβαια το προπαγανδιστικό οπλοστάσιο όλων των φιλοχουντικών από τη Μεταπολίτευση μέχρι σήμερα.
Ασφαλώς ο Κυρ. Μητσοτάκης γνωρίζει τις απόψεις αυτές του συνεργάτη του πατέρα του, αλλά με την τοποθέτησή του στην κυβέρνηση δεν διστάζει να κλείσει το μάτι στους νοσταλγούς της χούντας.
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών