Ο Αλέξανδρος Τζόρβας είναι πρώην διεθνής ποδοσφαιριστής. Υπήρξε τερματοφύλακας του Παναθηναϊκού και της Εθνικής Ομάδας.
Αγαπήθηκε από τους φιλάθλους του «Τριφυλλιού» καθώς υπηρέτησε την ομάδα της καρδιάς του για πολλά χρόνια, φυλώντας τα δίχτυα.
Πριν μερικά χρόνια, αποφάσισε να κρεμάσει τα γάντια του ως πορτιέρο και να φορέσει αυτά του αγρότη. Άφησε την μεγάλη του αγάπη, το ποδόσφαιρο, αλλά βρήκε μια νέα: Τη γη.
Πλέον, έχει τα δικά του χωράφια στη Λακωνία, το «Κτήμα Τζόρβα», όπου καλλιεργεί ελιές και παράγει το δικό σου ελαιόλαδο. Ακόμη, ασχολείται με την παραγωγή κρασιού.
Στόχος του είναι να δημιουργήσει ένα εξαιρετικό προϊόν με την καλύτερη πρώτη ύλη που παράγει ο τόπος μας.
Ο ίδιος ο Αλέξανδρος Τζόρβας μίλησε για τη νέα του, αγροτική ζωή στο BOVARY…
«Υπήρξα 18 χρόνια επαγγελματίας ποδοσφαιριστής. Εννέα χρονών βρέθηκα στον Παναθηναϊκό, -από πολύ μικρή ηλικία. Ήμουν από τις ακαδημίες, γέννημα-θρέμμα της αγαπημένης μου ομάδας. Κατάφερα με τα χρόνια να καταξιωθώ σε αυτή την ομάδα, να αγωνιστώ και να υπηρετήσω την Εθνική σε τρεις μεγάλες διοργανώσεις, -δύο Euro και ένα Παγκόσμιο Πρωτάθλημα. Συνέχισα την καριέρα μου για δύο χρόνια στην Ιταλία και κατέληξα στην Ινδία, που ήταν ένας πολύ ωραίος σταθμός. Ήταν μία καριέρα αρκετά έντονη, κουραστική και απαιτητική».
Η απόφαση να αποσυρθεί από το ποδόσφαιρο
«Σταμάτησα από την ενεργό δράση στα 33 μου, όταν γυρνώντας από την Ινδία ο γιος μου, ο Μάξιμος, είχε αρπάξει το πόδι μου για δύο ημέρες και δεν με άφηνε να κουνηθώ ούτε να πάω από το ένα δωμάτιο στο άλλο. Εκεί συνειδητοποίησα ότι πρέπει να αφιερώσω όσο το δυνατόν περισσότερο χρόνο γίνεται στην οικογένειά μου. Και το κατάφερα. Κατάφερα να έχω δύο φανταστικά παιδιά, τα οποία τα διαπαιδαγωγήσαμε με τη σύζυγό μου με τον καλύτερο δυνατό τρόπο και η καλύτερη ανταμοιβή που παίρνουμε είναι ότι όλοι μας λένε τα καλύτερα για τα παιδιά μας.
Θεωρώ ότι έπρεπε κάποια στιγμή να βάλω ένα τέλος και να αφοσιωθώ στο πιο σημαντικό κομμάτι από όλα, που είναι η οικογένεια. Θα μπορούσα να πάρω την οικογένειά μου στο εξωτερικό, όπως συνηθίζεται. Θεωρώ, όμως, ότι οποιαδήποτε μετακίνηση γίνεται στα παιδιά σε πολύ μικρή ηλικία δεν είναι ό,τι καλύτερο. Αυτή είναι η δική μου άποψη. Ένα παιδί πρέπει να νιώθει ασφάλεια στο οικογενειακό του περιβάλλον χωρίς να αλλάζει διαρκώς σπίτι, τόπο, συμμαθητές κ.λπ. Και γι’ αυτόν τον λόγο -και για πολλούς άλλους- αποφάσισα να σταματήσω.
Αρχικά δεν το άφησα εντελώς. Για ένα χρονικό διάστημα βρέθηκα στις ακαδημίες, προσπάθησα να μείνω κοντά στα παιδιά. Εκεί διαπίστωσα ότι τα γήπεδα στην Ελλάδα δεν είναι τυχαία άδεια. Όταν βλέπεις να γίνονται ακρότητες σε παιδικά πρωταθλήματα, καταλαβαίνεις ότι αν δεν βελτιωθεί η κατάσταση από τη ρίζα, δεν θα μπορέσει ποτέ να «καρπίσει» στην κορυφή. Έδωσα μεγάλο βάρος στα παιδιά με έναν σκοπό, να ψυχαγωγηθούν μέσα από τον αθλητισμό. Διαπίστωσα, όμως, ότι ένα μεγάλο μέρος των γονέων λειτουργεί εις βάρος των παιδιών τους με έναν τρόπο επιτακτικό. Αυτό μου το εκμυστηρεύτηκαν το 80% των παιδιών, με γονείς που επενέβαιναν κατά τη διάρκεια του αγώνα ή της προπόνησης ή που γνώριζαν πώς πρέπει να προπονείται ο γιος τους στο ποδόσφαιρο. Τότε έκλεινα 10 το βράδυ την ακαδημία και έφτανα στις 3 στη Λακωνία για να είμαι 6 στα κτήματα. Συνειδητοποίησα ότι δεν μπορώ να αλλάξω κάτι, ήταν πολύ ρομαντικό σχέδιο, και γι’ αυτόν τον λόγο πήρα μια απόφαση: Να μην ξανασχοληθώ με αυτόν τον χώρο.
Ζω ακόμη στην Αθήνα. Η σύζυγός μου έχει το γραφείο της στην Αθήνα και εδώ είναι και τα παιδιά. Είναι αδύνατον να γίνει οποιαδήποτε μετακίνηση. Εγώ μετακινούμε οδικώς, κάνοντας αυτά τα 330 χλμ. που πρέπει να διανύσω για να βρεθώ στη δουλειά μου πια, πολλές φορές και αυθημερόν. Μπορεί να φύγω 4 το πρωί και να είμαι 4 το απόγευμα πίσω για να προλάβω να δω τα παιδιά μου. Είναι κάτι σύνηθες για μένα».
Η πρώτη επαφή με τη γη
«Ξεκίνησα το 2016, κάνοντας μια πρώτη συγκομιδή και βλέποντας πώς είναι οι καλλιέργειες. Το 2017 ξεκίνησα να είμαι κατά κύριο επάγγελμα αγρότης. Το δικό μου προϊόν είναι πρωτογενές, αγροτικό. Οπότε, αν δεν είμαι πρώτα απ’ όλα αγρότης, δεν θα μπορέσω να το διακινήσω επιχειρηματικά έτσι όπως πρέπει.
Η καταγωγή μου είναι από την Κυπαρισσία, από ένα ορεινό χωριό, το Περδικονέρι. Η Μεσσηνία είναι και αυτός ένας πράσινος νομός από τις ελιές. Έχω παιδικά βιώματα από εκεί. Έχω παντρευτεί Λακώνισσα, οπότε βρέθηκα στα μέρη της. Πριν 17 χρόνια που επισκέφθηκα για πρώτη φορά το μέρος, το ερωτεύτηκα. Δεν περίμενα ότι τελειώνοντας την καριέρα μου θα βρεθώ να κάνω κάτι τέτοιο. Δεν έχει να κάνει μόνο με το ότι είναι ένας πανέμορφος, παραθαλάσσιος τόπο, διαθέτει επίσης κι ένα μοναδικό μικρό κλίμα παγκοσμίως, το οποίο μας επιτρέπει να καλλιεργήσουμε και να δημιουργήσουμε κορυφαία προϊόντα».
Η παραγωγή λαδιού
«Βλέπω το προϊόν το οποίο πήρα στα χέρια μου και μπορώ να συγκρίνω με άλλα. Δήλωσα πρόσφατα ότι έχουμε το καλύτερο λάδι παγκοσμίως και αυτή είναι η πραγματικότητα. Το λακωνικό ελαιόλαδο είναι πιο ακριβό από τα άλλα γιατί τα ποιοτικά του χαρακτηριστικά είναι καλύτερα. Το ίδιο ισχύει για τις ελιές Καλαμών, τα κρασιά, τα πορτοκάλια και τα σύκα. Είναι ένα μικρό κλίμα που ευνοεί αυτά τα προϊόντα.
Έχω μία παραγωγή που έρχεται μέσα από 200 ιδιόκτητα στρέμματα, τα τελευταία 4 χρόνια. Όλα έχουν φτιαχτεί από εμένα. Είναι 4 χρόνια δοκιμών και συντήρησης μεγάλων εξόδων για να βγάλουμε ένα προϊόν προς διάθεση στην αγορά. Έχω μια κάθετη μονάδα παραγωγής, αυτό σημαίνει ότι καλλιεργώ με ακραίο τρόπο, με ό,τι υπάρχει πάνω στην ελιά Καλαμών αλλά και στα αμπέλια και παράγω το προϊόν μου δίνοντάς το σε απευθείας διάθεση προς το κοινό. Μιλάμε για μικρές ποσότητες, μικρές παραγωγές, με μεγάλη προσοχή πάνω στην καλλιεργητική φροντίδα. Το ελαιόλαδο είναι έτοιμο με την ονομασία “Χρυσούν”. Στις αρχές το 2022 θα βγουν στην αγορά και οι ελιές Καλαμών και προς τα Χριστούγεννα του 2023 τα κρασιά μας. Τέσσερα χρόνια δοκιμών, κόστους και πίεσης για να μπορέσουμε να παράξουμε συγκεκριμένα προϊόντα σε συγκεκριμένες ποσότητες».
Η ζωή ενός αγρότη
«Είναι πολύ όμορφα στη φύση. Όμως η κόπωση που δέχεται ένας αγρότης πάνω στο κορμί του και στην ψυχοσύνθεσή του είναι πάρα πολύ έντονη. Είναι μια δουλειά όπου είσαι στη φύση αλλά με μεγάλο ρίσκο, καθώς κάθε αγρότης είναι και επιχειρηματίας. Δαπανά ένα ποσό για να καλλιεργήσει το οτιδήποτε, περιμένει να το πάρει πίσω, που είναι κάτι δύσκολο. Η αγροτική ζωή δεν είναι εύκολη. Εμένα όμως με ευχαριστεί τρομερά να δουλεύω σκληρά στη ζωή μου -το κάνω από μικρή ηλικία. Όσο θυμάμαι τον εαυτό μου, δούλευα πάρα πολύ σκληρά. Παίζοντας ποδόσφαιρο δεν πέρασα παιδικές ηλικίες, όπως πρέπει να περάσει ένα παιδί, ήμουν αφοσιωμένος στη δουλειά μου, τους στόχους μου και το όραμά μου. Αυτό με ακολουθεί μέχρι σήμερα, στα 39 μου, όπου δημιουργείται μια δεύτερη ζωή, ένας δεύτερος πρωταθλητισμός. Γιατί σκοπός δεν είναι απλώς να παράξω ένα προϊόν, είναι να παράξω το κορυφαίο προϊόν και θα το πετύχω. Αλλά δεν το πετυχαίνεις από ένα γραφείο, πρέπει να το πετύχεις μέσα στα χωράφια. Να πας νύχτα και να φύγεις νύχτα. Αυτό γίνεται τα τελευταία πέντε χρόνια».
Οι στόχοι για το μέλλον
«Θα πρέπει να καταφέρω εντός 8ετίας να ολοκληρώσω όλες τις μονάδες οι οποίες απαιτούνται για το κτήμα, το οινοποιείο και τις μονάδες για την τυποποίηση του ελαιόλαδου και τις ελιές Καλαμών. Θα είναι τρεις ξεχωριστές. Είναι ένα πάρα πολύ μεγάλο έργο, πολύ απαιτητικό, καθώς θέλω να πετύχω την πλήρη διαχείριση του προϊόντος κάτω από τη μορφή που θέλω και να τη διαθέσω στην αγορά.
Το σημαντικότερο κομμάτι που υπάρχει λέγεται γη, καλλιέργεια, ελιά, αμπέλι. Το προϊόν υπάρχει, είναι εξαιρετικό. Ο στόχος είναι να μπορεί το κτήμα να δημιουργήσει μια μικρή, περιορισμένη παραγωγή που θα καταφέρει να φτάσει ψηλά».
Η οικογένεια
«Μια μέρα, ο γιος και η κόρη μου ήταν μαζί μου στο χωράφι. Παρά τα 9 του χρόνια, ο γιος μου κατάφερε και κρατούσε επί 5 ολόκληρες ώρες ένα μηχάνημα και μάζευε ελιές και το είχε καταευχαριστηθεί. Παίρνοντάς τα η μαμά τους για να επιστρέψουν στην Αθήνα, έκλαιγαν. Τα παιδιά λατρεύουν να βλέπουν τον μπαμπά τους, τον οποίον δεν τον θυμούνται σαν ποδοσφαιριστή αλλά τον ξέρουν μόνο ως αγρότη. Η κόρη μου έρχεται πολλές φορές και με ρωτάει: Μπαμπά, γιατί σου μίλησε ο κύριος στον δρόμο και σου έλεγε για τον Παναθηναϊκό ή την Εθνική ομάδα; Της κάνει εντύπωση. Έχουν συνηθίσει τον μπαμπά τους να είναι αγρότης. Τα έχω πολύ συχνά μαζί μου. Το καλοκαίρι είμαστε κάτω τρεις μήνες, οπότε έχουν και αυτά τα βιώματά τους, δείχνουν να το απολαμβάνουν.
Όταν γυρνάω στην Αθήνα, αφιερώνω όλο τον χρόνο μου στη σύζυγο και τα παιδιά μου. Να τα διαβάσω, να τα πάω σε δραστηριότητες, να περάσω όλο τον ελεύθερό μου χρόνο μαζί τους, να τα διαπαιδαγωγήσω. Προσπαθώ να τα διδάξω να γίνουν σωστοί άνθρωποι σε αυτή τη βίαιη κοινωνία που ζούμε. Οι βάσεις μου είναι εδώ, στη Λακωνία, στο δημιούργημά μου. Υπάρχει μια ωραία ισορροπία, γιατί όταν “μπουκώνεις” στην Αθήνα, που είναι μια πολύ δύσκολη πόλη για να ζεις, μετά από 330 χλμ. βρίσκομαι στο άλλο άκρο, το οποίο είναι η φύση και τα δέντρα μου. Και το να ζεις στην επαρχία έχει τις δυσκολίες του. Οπότε η ζωή μου είναι μοιρασμένη όπως πρέπει.
Τα παιδιά μου είναι 9 και 8 ετών, έχουν πλήρη αντίληψη των πραγμάτων και των καταστάσεων. Δεν μπορείς να τα μετακινήσεις σε ένα άλλο μέρος και να μην το καταλάβουν. Έχουν τους φίλους τους, τη βάση τους, τον χώρο τους. Δεν μπαίνω στη διαδικασία να τα μετακινήσω. Είμαι διατεθειμένος να κάνω καθημερινά αυτό το δρομολόγιο από το να βάλω τα παιδιά μου σε οποιαδήποτε δοκιμασία. Επίσης, η σύζυγός μου έχει και τις δικές της δουλειές στην Αθήνα.
Έχω μάθει να μην ακούω κανέναν, να εμπιστεύομαι τον εαυτό μου και να έχω τη δική μου κρίση. Το ίδιο συμβουλεύω και τα παιδιά μου. Έχω επενδύσει ένα μεγάλο μέρος της ποδοσφαιρικής μου περιουσίας σε έναν τομέα με έναν σκοπό: να καλυτερεύσει η χώρα και να προοδεύσει σε όλους τους τομείς. Είμαι καλυμμένος, κάνω κάτι που αγαπάω τρομερά. Δεν περίμενα ότι θα ήμουν τόσο τρελαμένος με το κομμάτι που αφορά τις καλλιέργειες. Είναι δύσκολο για κάποιον που είναι 39 ετών και δουλεύει όλη του τη ζωή να ξαναστήσει κάτι από την αρχή. Είμαι ευτυχισμένος αλλά και αγχωμένος, όπως είναι φυσιολογικό».
Πηγή: bovary.gr