Νεκρός έπεσε ένας 51χρονος υπάλληλος τουριστικής βίλας στην Οία μετά από βίαιο καυγά με 25χρονο συνάδελφό του.
Ο άτυχος άνδρας διακομίστηκε στο νοσοκομείο της Σαντορίνης, ωστόσο ήταν ήδη νεκρός.
Σύμφωνα με πληροφορίες, γύρω στις 09:30, ο 51χρονος υπάλληλος συντηρητής λογομάχησε με το 25χρονο μάγειρα και πιάστηκαν στα χέρια.
Μετά από πάλη έπεσαν και οι δύο από ύψος πάνω σε σκάλα με συνέπεια ο υπάλληλος να τραυματιστεί σοβαρά στο κεφάλι κι ο μάγειρας ελαφρύτερα.
Ο μάγειρας συνελήφθη με την κατηγορία της πρόκλησης θανατηφόρας σωματικής βλάβης.
Σύμφωνα με τις πρώτες πληροφορίες οι δύο άνδρες καυγάδισαν για θέμα ρουτίνας που αφορούσε στη δουλειά τους.
Η σπαρακτική ανάρτηση της κόρης του θύματος – «Σου κρατούσα το χέρι μέχρι που σταμάτησε η καρδιά σου»
Οι δυο άνδρες εργάζονταν στην ίδια επιχείρηση, ο πρώτος ως συντηρητής και ο δεύτερος ως μάγειρας. Για άγνωστο λόγο, οι δυο τους ήρθαν σε αντιπαράθεση με αποτέλεσμα να πιαστούν στα χέρια.
Σύμφωνα με την επίσημη ενημέρωση της ΕΛ.ΑΣ, οι δυο εργαζόμενοι έπεσαν από σκάλα, από ύψος 2,5 μέτρων με αποτελεσμα ο 51χρονος να τραυματιστεί θανάσιμα στο κεφάλι και ο 25χρονος μάγειρας να υποστεί επιφανειακά τραύματα. Ο τελευταίος συνελήφθη και κατηγορείται πλέον για πρόκληση θανατηφόρας σωματικής βλάβης και αναμένεται να οδηγηθεί στον εισαγγελέα.
Πριν από λίγο, η κόρη του θανόντος, ανέβασε μια σπαρακτική ανάρτηση όπου αναφέρεται μεταξύ άλλων και στις τελευταίες δραματικές στιγμές που έζησε δίπλα στον πατέρα της κατά την εσπευσμένη μεταφορά του στο νοσοκομείό όπου και ξεψύχησε.
«Χθες το πρωι 26/7 σκότωσαν τον μπαμπά μου …
Μετά από διαπληκτισμό καβγά στο ξενοδοχείο που δούλευε με έναν συνεργάτη του , ο οποίος θεώρησε πως μπορεί να αφαιρέσει τη ζωή ενός άλλου ανθρώπου έτσι απλά.
Ο πατέρας μου ήταν 51 χρόνων και δουλεύε σε αυτό το ξενοδοχείο 6-7 χρόνια . Όλοι ήξεραν τον μπαμπά μου , ήξεραν ποσο φιλότιμος , καλόκαρδος και αγαπητός σε όλους ηταν , δεν είχε πειράξει ποτέ κανέναν και πάντα βοηθούσε όλους μέχρι και σε αυτούς που δεν ήξερε
Αν με ενδιαφέρει τι θα γίνει με τον δράστη ; Όχι θα ευχηθώ τα χειρότερα αλλά δεν με βοηθήσει αυτό να ξανά γυρίσει ο μπαμπάκας μου.
Με την μητέρα τι θα κάνω πως θα ζήσει χωρίς τον άνθρωπο της , ήταν μαζί από τα 17 τους , ήταν μια ζωή.
Πως να σηκώσω πάλι στα πόδια την οικογένεια μου , πως θα βοηθήσω στον αδερφό μου ; Πως θα πω στο μικρό μου γιο , ότι ο αξιολάτρευτος και αγαπημένος του παππούς δεν ξανά έρθει για να παίξουν , να πάνε για μπάνιο και δεν θα του ξανά πάρει γλυκά και αυτοκινητάκια , δεν έχω λόγια , δεν ξέρω πως να του πω ότι πια δεν είναι μαζί μας …
Κόντεψα να μη σε αναγνωρίσω μπαμπά μου , είχε παραμορφωθεί το πρόσωπο σου και το σώμα σου αλλά ήμουν εκεί πατέρα δίπλα σου, σου κράταγα το χέρι μέχρι να ξεψυχήσεις μέχρι που σταμάτησε η καρδιά σου , ήμουν εκεί μπαμπά. Είμασταν όλοι εκεί κοντά σου
Από το νοσοκομείο φύγαμε μόνο με τα παπούτσια σου στο χέρι , σε αγκαλιάσαμε αλλά εσυ δεν μπόρεσες.
Αυτό που έγραψα θα αλλάξει τον κόσμο ; Θα το κάνει πιο φιλότιμο και πιο καλόκαρδο ; Δεν νομίζω αλλά θα το ευχηθώ
Μπαμπά μου σε αγαπάω τόσο πολύ».