Ὁ π. Παϊσιος ἀπὸ τὸ 1949 (25 ετών), ὡς φαντάρος εἶχε προβλήματα ὑγείας στοὺς πνεύμονες΄ τὸ 1956 ἔκανε θεραπεία γιὰ φυματίωση χωρὶς βελτίωση, καθὼς οἱ αἱμοπτύσεις συνεχίζονταν, καί τελικὰ χειρουργήθηκε γιὰ βρογχεκτασία τὸ 1966, μὲ νοσηλεία 4 μηνῶν.
Ἀπὸ τὸ χρόνο αὐτῆς τῆς ἐπέμβασης, λόγω κακῆς ἀντίδρασης στὴν ἀντιβίωση, εἶχε μεγάλο πρόβλημα στὸ ἔντερο ποὺ τὸν ταλαιπώρησε γιὰ ὅλα του τὰ χρόνια μὲ αἱμορραγίες καὶ πόνους΄ τὸ 1987, ἀφοῦ ὑπέφερε χρόνια κὶ ἀπὸ κήλη, ἔκανε ἐγχείρηση βουβωνοκήλης. Ο ίδιος για αυτά μιλά:
«Ὅταν ἐρχόταν κόσμος, ζοριζόμουν. Πέρασε ἐκεῖνο, μετὰ ἄρχισε ἡ αἱμορραγία. Ἑλκώδη κολίτιδα, μοῦ εἶπαν. Ἄλλη ἱστορία… Πᾶνε ἑπτὰ χρόνια μὲ αἱμορραγίες, μὲ πόνους… Ἀλλὰ μὴ στεναχωριέστε΄ μόνο νὰ εὔχεστε γιὰ τὴν ὑγεία τῆς ψυχῆς μου.
Γιατί, ἂν ἐμεῖς ποῦ ἔχουμε λίγο φόβο Θεοῦ, δὲν κάνουμε ὑπομονή, τί θὰ κάνουν οἱ κοσμικοί;
…Ὅταν ἔχεις κι ἐσὺ κάποιον πόνο, σκέφτεσαι τὸν πόνο τοῦ ἄλλου, ἔρχεσαι στὴν θέση του καὶ πονᾶς πιὸ πολὺ γιὰ ‘κεῖνον. Ὁ πόνος ὁ δικός σου δηλαδὴ σὲ βοηθάει νὰ καταλάβεις τὸν πόνο τῶν ἄλλων. Καὶ ὅταν δέχεσαι μὲ χαρὰ τὸν δικό σου πόνο, δίνεις στοὺς πονεμένους παρηγοριά».
…..Μὲ ζωὴ γεμάτη σωματικοὺς πόνους, τὃν Ὀκτώβρη τοῦ 1993 πῆγε γιὰ ἐξετάσεις λόγω ειλεοὺ καὶ διαπιστώθηκε προχωρημένος καρκίνος ἐντέρου ἀλλὰ χωρὶς μεταστάσεις. Ξεκίνησε ἀκτινοθεραπεία καὶ τὸν Φεβρουάριο τοῦ 1994 ἀφαιρέθηκε ὁ ὄγκος τοῦ παχέος ἐντέρου, διαπιστώθηκαν ὅμως καὶ μεταστάσεις σὲ πνεύμονες καὶ συκώτι, γιὰ τὶς ὁποῖες ὑποβλήθηκε σὲ χημειοθεραπεία. «Και πριν από την εγχείρηση [στο μοναστήρι] στη Σουρωτή και στο νοσοκομείο και μετά πάλι στο μοναστήρι, περνούσαν πολλοί να τον δουν, να πουν τα βάσανά τους και να του ζητήσουν συγχώρεση. Αυτό πρόσθετε κόπο και ταλαιπωρία στους πόνους της ασθενείας του, αλλά ήταν αναπόφευκτο».
Ο ίδιος λέει: «Πάντως ἄλλο εἶναι νὰ μαθαίνεις ὅτι ἀρρώστησε κάποιος καὶ ἄλλο εἶναι νὰ ἀρρωσταίνεις ὁ ἴδιος. Τότε καταλαβαίνεις τὸν ἄρρωστο. Ἄκουγα «χημειοθεραπεῖες» καὶ νόμιζα ὅτι εἶναι «χυμοθεραπεῖες», δηλαδὴ ὅτι κάνουν στοὺς καρκινοπαθεῖς θεραπεία μὲ χυμούς, μὲ φυσικὲς τροφές! Ποῦ νὰ ξέρω; Τώρα ὅμως κατάλαβα τί ταλαιπωρία εἶναι».
– Οἱ χημειοθεραπεῖες, Γέροντα, εἶναι πιὸ δύσκολες ἀπὸ τὶς ἀκτινοβολίες;
– Πιὸ δύσκολες; Ὅλα, καὶ οἱ ἀκτινοβολίες καὶ οἱ χημειοθεραπεῖες εἶναι… Τὸ χειρότερο εἶναι πού σου κόβουν τὴν ὄρεξη… Ἔμ, πὼς νὰ φᾶς, ἀφοῦ ὅλα αὐτά σου κόβουν τὴν ὄρεξη καὶ σὲ κάνουν πτῶμα! Ὅταν ἔκανα ἀκτινοβολίες, ἐνῶ καιγόμουν, δὲν μποροῦσα νὰ πιῶ καθόλου νερό. Μοῦ ἐρχόταν νὰ κάνω ἐμετό, αἰσθανόμουν ἀπέχθεια ἀκόμη καὶ γιὰ τὸ νερό.
– Γέροντα, ἂν κάνατε λίγο νωρίτερα τὴν ἐγχείρηση…
– Τί νωρίτερα; Ἐγὼ δὲν κάνω προσευχὴ νὰ περάσει, γιατί ἔτσι συμπάσχω μὲ τὸν κόσμο ποὺ ὑποφέρει. Καταλαβαίνω πιὸ πολύ τους πονεμένους καὶ συμμετέχω στὸν πόνο τους. Ἄλλωστε καὶ ἐμένα μὲ ὠφελεῖ πνευματικά. Ζητάω μόνο νὰ μπορῶ λίγο νὰ ἐξυπηρετοῦμαι καὶ νὰ ἐξυπηρετῶ. Ὅ,τι θέλει ὅμως ὁ Θεός.
– Γέροντα, ἔγινε ἡ τελικὴ διάγνωση. Ὁ ὄγκος ποὺ ἔχετε εἶναι καρκίνος, καὶ μάλιστα ἄγριος.
– Φέρε ἕνα μαντήλι νὰ χορέψω τὸ «Ἔχε γεια, καημένε κόσμε»! Ἐγὼ ποτὲ δὲν χόρεψα στὴν ζωή μου, ἀλλὰ τώρα ἀπὸ τὴν χαρά μου ποὺ πλησιάζει ὁ θάνατος θὰ χορέψω.
– Γέροντα, ὁ γιατρὸς εἶπε ὅτι πρέπει νὰ γίνουν πρῶτα ἀκτινοβολίες, γιὰ νὰ συρρικνωθεῖ ὁ ὄγκος, καὶ μετὰ νὰ γίνει ἐπέμβαση.
– Κατάλαβα! Πρῶτα θὰ βομβαρδίσει ἡ ἀεροπορία καὶ μετὰ θὰ γίνει ἡ ἐπίθεση! Λοιπὸν θὰ πάω ἐπάνω καὶ θὰ σᾶς φέρω νέα!… Μερικοί, ἀκόμη καὶ γέροι, ἄν τους πεῖ ὁ γιατρὸς «θὰ πεθάνεις» ἢ «πενήντα τοῖς ἑκατὸ ὑπάρχει ἐλπίδα νὰ ζήσεις», στεναχωριοῦνται. Θέλουν νὰ ζήσουν. Τί θὰ βγάλουν; Ἀπορῶ! Ἂν εἶναι κανεὶς νέος, ε, κάπως δικαιολογεῖται, ἀλλὰ ἕνας γέρος νὰ κάνη προσπάθεια νὰ ζήση, αὐτὸ δὲν τὸ καταλαβαίνω. Ἄλλο εἶναι νὰ κάνη μιὰ θεραπεία, γιὰ νὰ μπορεῖ νὰ ἀντέξει κάπως τὸν πόνο. Δὲν θέλει δηλαδὴ νὰ παρατείνει τὴν ζωή του, ἀλλὰ θέλει μόνο νὰ εἶναι λίγο πιὸ ὑποφερτοὶ οἱ πόνοι καὶ νὰ αὐτοεξυπηρετεῖται, μέχρι νὰ πεθάνει΄αὐτὸ ἔχει νόημα.
– Γέροντα, παρακαλοῦμε τὸν Θεὸ νὰ σᾶς δώσει παράταση ζωῆς.
– Γιατί; Ὁ Ψαλμὸς δὲν λέει ὅτι ἑβδομήκοντα εἶναι τὰ χρόνια της ζωῆς μας;
– Προσθέτει ὅμως ὁ Ψαλμωδὸς καὶ «ἐὰν ἐν δυναστείαις, ὀγδοήκοντα»…
– Ναί, ἀλλὰ λέει καὶ «τὸ πλεῖον αὐτῶν κόπος καὶ πόνος», ὁπότε καλύτερη ἡ ἀνάπαυση στὴν ἄλλη ζωή!
– Μπορεῖ, Γέροντα, κάποιος ἀπὸ ταπείνωση νὰ μὴν αἰσθάνεται ἕτοιμος πνευματικὰ γιὰ τὴν ἄλλη ζωὴ καὶ νὰ θέλει ἀκόμη νὰ ζήση, γιὰ νὰ ἑτοιμασθεῖ;
– Αὐτὸ εἶναι καλό, ἀλλὰ ποῦ ξέρει ὅτι, ἂν ζήση κι ἄλλο, δὲν θὰ γίνει χειρότερος;
– Γέροντα, πότε συμφιλιώνεται κανεὶς μὲ τὸν θάνατο;
– Πότε; Ἅμα ζεῖ μέσα του ὁ Χριστός, τότε εἶναι χαρὰ ὁ θάνατος. Ὄχι ὅμως νὰ χαίρεται ποὺ θὰ πεθάνει, γιατί βαρέθηκε τὴν ζωή του. Ὅταν χαίρεσαι τὸν θάνατο, μὲ τὴν καλὴ ἔννοια, φεύγει ὁ θάνατος καὶ πάει νὰ βρεῖ κανέναν φοβητσιάρη!»
Σύμφωνα μὲ μαρτυρία τοῦ γιατροῦ, τοῦ Γεωρ. Μπλατζά, κάποια ἡμέρα ο γέροντας τοῦ εἶπε ὅτι ἡ θεραπεία θὰ σταματήσει, γιατί, όπως του είπε ο ίδιος:
«Τώρα δὲν μπορῶ νὰ κάνω τίποτε. Χθὲς θέλησα νὰ προσευχηθῶ γονατιστὸς καὶ δὲν μπόρεσα. Δὲν μπορῶ νὰ δῶ κανέναν΄ ἔληξε ἡ ἀποστολή μου. Αὐτὸ ἦταν. Ἐδῶ θὰ μὲ ἀφήσετε».
«Τὴν τελευταία φορὰ ποὺ τὸν εἶδα», λέει ὁ γιατρός του … «ἑπτὰ ἡμέρες πρὶν κοιμηθῆ, φαίνεται ἤμουν στενοχωρημένος. Πολλὲς φορὲς μὲ ἀπασχολοῦσε τὸ θέμα, ἂν αὐτὸ ποὺ κάνουμε στοὺς ἀρρώστους εἶναι τὸ σωστό.
Μοῦ εἶπε: «Ἄκουσε Γιῶργο. Ὅλα ἔγιναν ὅπως ἔπρεπε. Ἄξιος ὁ μισθός σου. Μὴ στενοχωριέσαι. Ἤθελα νὰ ξέρης, ὅποτε μὲ χρειασθῆς, θὰ εἶμαι κοντά σου».
–Γέροντα, τὸ συκώτι σᾶς πρήστηκε καὶ σᾶς πονάει, τοῦ εἶπα, γιατί εἶχε κάνει μεταστάσεις φοβερές.
Χαμογέλασε καὶ μοῦ εἶπε: ‘Ά, αὐτὸ εἶναι τὸ καμάρι μου, μὴ στενοχωριέσαι. Αὐτὸ μὲ κράτησε ὡς τὰ ἑβδομῆντα, καὶ αὐτὸ τώρα μὲ στέλνει, ὅσο πιὸ γρήγορα μπορεῖ, ἐκεῖ ποὺ πρέπει νὰ πάω. Μὴ στενοχωριέσαι γι’ αὐτό, μιὰ χαρὰ εἶμαι».
Το κείμενο αποτελεί απόσπασμα από την εργασία: ΠΩΣ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΑΝ ΤΗΝ ΑΡΡΩΣΤΙΑ: ΤΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΓ. ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ, ΓΈΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΚΑΙ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΣΜΕΜΑΝ.