Εάν δεν υπήρχαν οι δύο παραλίες με τη λευκή άμμο και τα γαλαζοπράσινα νερά, η Βρίκα και το Βουτούμι, τους Αντιπάξους θα τους ήξεραν μόνο οι Παξινοί, οι οποίοι, ούτως ή άλλως, έχουν εκεί τα εξοχικά τους.
Βουτούμι
Εάν δεν υπήρχαν οι δύο παραλίες με τη λευκή άμμο και τα γαλαζοπράσινα νερά, η Βρίκα και το Βουτούμι, τους Αντιπάξους θα τους ήξεραν μόνο οι Παξινοί, οι οποίοι, ούτως ή άλλως, έχουν εκεί τα εξοχικά τους.
Βουτούμι
Το νησάκι όμως είναι πασίγνωστο σ’ όλο τον κόσμο. Κάθε καλοκαίρι περνούν χιλιάδες Ελληνες και ξένοι τουρίστες για να κάνουν μια βουτιά στα υπέροχα νερά του. Και το απογευματάκι φεύγουν, γιατί οι Αντιπάξοι μπορούν να φιλοξενήσουν ελάχιστους..
Το νησάκι έχει έκταση μόλις 3 τετραγωνικών χιλιομέτρων και βρίσκεται κάτω από τους Παξούς, νότια. Το έδαφός του είναι ασβεστολιθικό – θα δείτε τους εντυπωσιακούς, κατάλευκους γκρεμούς, αν κάνετε τον γύρο δια θαλάσσης. Ο ασβεστόλιθος είναι ο «αίτιος» για τη δημιουργία της λευκής άμμου, που δίνει στις παραλίες αυτήν την εξωτική γοητεία.
Το νησί είναι κατάφυτο από χαμηλή βλάστηση, κυπαρίσσια, κέδρους, σχίνους, πουρνάρια, πεύκα και κουκουναριές.
Ερχόμενοι από τους Παξούς, η πρώτη παραλία που προσεγγίζετε είναι η Βρίκα. Χωμένη στο βάθος ενός μικρού κόλπου, με τη βλάστηση να κατεβαίνει μέχρι τη στενή παραλία με λευκή άμμο και βότσαλα. Είναι ρηχή και τα χρώματα των νερών της, από ανοιχτό τιρκουάζ μέχρι βαθύ πράσινο, της δίνουν παραδεισένια όψη. Στην παραλία υπάρχουν δυο ταβέρνες, μια σε κάθε άκρη της και ενδιάμεσα ένα beach bar.
Στον επόμενο κόλπο βρίσκεται το Βουτούμι, μεγαλύτερη παραλία, με τα ίδια χαρακτηριστικά με τη Βρίκα. Εντυπωσιακή εδώ είναι η βλάστηση, με τα κυπαρίσσια να φτάνουν μέχρι την άμμο. Παλιότερα το πλάτωμα πίσω από την παραλία ήταν τέλμα και σ’ αυτό οφείλεται η οργιώδης βλάστηση.
Τα ασβεστολιθικά πετρώματα του μικρού νησιού είναι υπεύθυνα για τα λευκά βότσαλα και την άμμο, που δίνουν αυτό το ξεχωριστό χρώμα.
Για πολλούς το Βουτούμι είναι η καλύτερη από τις δυο «μυθικές» παραλίες των Αντιπάξων. Υπάρχουν και εδώ δυο ταβέρνες, η μία από τις οποίες βρίσκεται ψηλά στον λόφο και προσφέρει πανοραμική θέα στον κόλπο. Ενδιάμεσα στις δυο παραλίες υπάρχει και μια τρίτη, η Μεσοβρίκα, με άσπρο βότσαλο, την οποία προτιμούν οι γυμνιστές.
Οι Αντιπάξοι (έτσι λένε το νησί οι ντόπιοι, ενίοτε το λένε Αντίπαξοι, ποτέ όμως Αντιπαξοί) έχουν ένα μικρό λιμανάκι, την Αγραπιδιά, με τις ψαρόβαρκες και τα σκαφάκια που έχουν οι ντόπιοι για να πηγαινοέρχονται στους Παξούς.
Από τα σχεδόν 150 σπίτια που υπάρχουν στο νησί, μόνο 2-3 κατοικούνται χειμώνα-καλοκαίρι. Οι υπόλοιποι ιδιοκτήτες είναι μόνιμοι κάτοικοι Παξών.
ΠΑΘΟΣ ΜΕ ΤΟ ΚΥΝΗΓΙ, ΤΟ ΚΡΑΣΙ, ΤΟ ΠΕΡΠΑΤΗΜΑ
Οι Παξινοί έχουν πάθος με το κυνήγι και οι Αντιπάξοι είναι ο αγαπημένος τους κυνηγότοπος. Την άνοιξη και το φθινόπωρο το νησί παίρνει όψη… Κούβας, με οπλισμένους πολίτες να περιπολούν στα μονοπάτια ή να στήνουν καρτέρι στα περάσματα των τρυγονιών.
Ο άλλος λόγος που κάνει τους Παξινούς «εξαρτημένους» από τους Αντιπάξους είναι το κρασί. Σε αντίθεση με τους Παξούς, εδώ η κυρίαρχη καλλιέργεια δεν είναι η ελιά, αλλά το αμπέλι. Το αντιπαξιώτικο κρασί, μαύρο και γλυκόπιοτο, είναι πολύ ιδιαίτερο στη γεύση και περιζήτητο, καθότι η παραγωγή είναι μικρή. Αν σταθείτε τυχεροί, ίσως να έχετε την ευκαιρία να το δοκιμάσετε σε κάποια από τις ταβέρνες, οι οποίες εμφιαλώνουν μικρές ποσότητες κάθε χρόνο.
Το παλιό μονοπάτι που διατρέχει το νησί από βορρά σε νότο κατά τόπους έχει γίνει χωματόδρομος ή τσιμεντόδρομος, για να κινούνται τα ελάχιστα αυτοκίνητα των ντόπιων – όλα … σαράβαλα. Η διάρκεια της πεζοπορίας από την αρχή του μονοπατιού, στη Βρίκα, μέχρι το νοτιότερο σημείο, το φάρο, είναι περίπου μιάμιση ώρα.
Τα τιρκουάζ νερά στις παραλίες των Αντίπαξων θα εντυπωσιάσουν μικρούς και μεγάλους.
Το νησί είναι κατάφυτο από χαμηλή βλάστηση, κυπαρίσσια, κέδρους, σχίνους, μυρτιές, πουρνάρια, πεύκα και κατά τόπους μεμονωμένες κουκουναριές, που ξεχωρίζουν με το ύψος και τον όγκο τους. «Στους Αντιπάξους περπατάς και τρως», λένε οι ντόπιοι, εννοώντας τα φρούτα από τα οπωροφόρα που υπάρχουν εν αφθονία στα κτήματα.
Παρακάμψεις από το κεντρικό μονοπάτι θα σας φέρουν σε απομονωμένες βοτσαλωτές παραλίες, όπως το Σκίδι, το Σαρακήνικο και το Ροδοβάνι, ιδανικές εναλλακτικές λύσεις όταν η Βρίκα και το Βουτούμι κατακλύζονται από τους λουόμενους που αδειάζουν τα τουριστικά σκάφη. Μια πολύ καλή και σύντομη παράκαμψη είναι προς την πηγή Καλοήρι, στη δυτική ακτή του νησιού.
Διακόσια περίπου μέτρα μετά το μοναδικό εκκλησάκι του νησιού, τον Αγιο Αιμιλιανό, που βρίσκεται πάνω από το λιμάνι της Αγραπιδιάς, στρίβετε στο μονοπάτι δεξιά. Θα κατεβείτε 117 σκαλιά και θα δείτε το κτίσμα όπου συγκεντρώνεται το νερό που έρχεται από το βουνό.
Κατασκευάστηκε από τους Αγγλους το 1833, για να υδροδοτούνται τα πλοία τους που περνούσαν από το νησί. Σήμερα λίγο πιο κάτω από το οικοδόμημα των Αγγλων υπάρχει βρύση από την οποία μπορείτε να πιείτε νερό. «Του Καλοήρη το νερό, έχει τ’ ασήμι μέσα, κι όποιος γυρεύει να το πιει, θέλει μεγάλα μέσα», λέει χαρακτηριστικά το σχετικό τετράστιχο.
Ο φάρος στον οποίο καταλήγει το κεντρικό μονοπάτι είναι ένα αρχιτεκτονικό αριστούργημα, κατασκευασμένος στα τέλη του 19ου αιώνα από τη γαλλική εταιρεία που έφτιαξε και τους φάρους των Παξών
Είναι φάρος μεγάλης εμβέλειας (ανοιχτής θαλάσσης) και μέχρι τη δεκαετία του 1990 λειτουργούσε με 6 φαροφύλακες, ενώ σήμερα είναι αυτόματος.
Δείτε το σχετικό βίντεο: