Υπάρχουν λέξεις που δεν ξέρουν οι άντρες και λέξεις που δεν ξέρουν οι γυναίκες- και λέξεις που δεν ξέρει κανείς, όπως για παράδειγμα η λέξη «απεριτίφ»…
Κι αν από την απάντησή σου στην ερώτηση «Το απεριτίφ σερβίρεται πριν ή μετά το φαγητό;» εξαρτιόταν η αυτόματη απενεργοποίηση μιας πυρηνικής βόμβας, ίσως δε θα κατάφερνες να την απενεργοποιήσεις.
Όμως, υπάρχουν λέξεις που οι άντρες θεωρούν πως οι γυναίκες δεν έχουν ιδέα τι σημαίνουν, όμως αν αναλογιστείς πόσες φορές στη ζωή του ένας άντρας μιλάει- για παράδειγμα, για τον στρατό- μπροστά στη γυναίκα του, την ερωμένη του, τη φίλη φίλης, τη φίλη φίλου, την περαστική, την Jessica Rabbit, θα σκεφτείς πως κάτι έχουμε πιάσει εμείς οι γυναίκες.
Τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα, φυσικά, είναι…:
Καρμπιρατέρ: Οι άντρες ενίοτε νιώθουν μια υπεροχή και πετάνε μια σούπερ masculine λέξη όπως το «καρμπυρατέρ» και νομίζουν ότι όλα λύθηκαν. Δηλαδή κάτι σαν «Χάλασε το καρμπυρατέρ, δεν μπορούμε να βρεθούμε σήμερα».
Οκ, το καρμπυρατέρ δεν είναι το τέλος του κόσμου. Όλες, το καταλαβαίνουμε αυτό. Όλες ξέρουμε ότι είναι μηχανισμός στο αμάξι, κι εντάξει, δε χαλάει τόσο εύκολα μια γαλλική λέξη…
Οφσάιντ: Ω, μα έχουμε καταλάβει όλες πια ότι σημαίνει πως κάποιος μπαίνει πιο μπροστά από ό, τι πρέπει, πιο μπροστά από τον αμυντικό παίκτη της άλλης ομάδας σ’ έναν ποδοσφαιρικό αγώνα- απλώς δεν ξέρουμε τους παίκτες γι’ αυτό δεν το αναγνωρίζουμε.
Λελέ: Να το, οι ιστορίες από το στρατό. Για τους άντρες είναι ένα αιώνιο παράσημο καρφιτσωμένο στο χιλιοφορεμένο και ταλαιπωρημένο από τις κακουχίες τζιν τους. Και η ακραία αντρική αργκό «λελέ» που πιστεύουν ότι καταλαβαίνουν μόνο μεταξύ τους, σα συνωμοτικό σύνθημα της λέσχης Μπιντερμπεργκ, δεν είναι τελικά τόσο συνωμοτικό. Αν θέλατε να είναι, ας μην το λέγατε 122 φορές όταν απολυόσασταν.
Ασίστ: Ε, έκανα χρόνια να της εξηγήσω τι είναι το οφσάιντ. Τώρα θα της εξηγώ τι είναι η ασίστ; Εντάξει, όλες ξέρουμε ότι το «ασίστ» σημαίνει «πάσα». Αν αυτό έχει κι άλλες προεκτάσεις, ok: και οι άντρες ξέρουν ότι «δεν είμαστε καλά». Δεν ξέρουν, όμως, γιατί; Πώς; Πότε; Πού; Και ούτω καθεξής…
Καναδέζα: Όταν κάποιος λέει «Είχα μια καναδέζα», ίσως δε βάζουμε με το μυαλό μας μια δίμετρη ξανθιά με γαλανά μάτια και ευαισθησίες να φιλιέστε παράφορα στα σύνορα της Αλάσκας, στον Καναδά. Αλλά απλώς καταλαβαίνουμε ότι είναι άχαρο όχημα που είχες στην Ορεστιάδα, τότε που ήσουνα (μαντέψτε) φαντάρος.
Ρόκυ: Όλες ξέρουμε τι είναι ο Ρόκυ. Είναι ο μποξέρ ήρωας, που τους δέρνει όλους!
Και ok, αν δεν τον ξέραμε κάποτε, τώρα τον ξέρουμε από το Instagram γιατί έχει 3 κόρες…
Έμπαινα: Παρατατικός του ρήματος «μπαίνω». Ωστόσο, στη διαμορφωθείσα αντρική slung, έχει αλλάξει γραμματική χρονικότητα και διάρκεια. Έχει γίνει «στιγμιαία ευχετική»
Δηλαδή, θα έκανα κάτι τώρα. «Θα έμπαινα».
Και εμείς αυτό το καταλάβαμε.
Αναλογιζόμενη τα ανωτέρω, δε θα ήταν κακό, τελικά, να είσαι κόρη του Ρόκυ…