Θα μάθουμε λοιπόν αν η πρόβλεψή του είναι σωστή σε 36 χρόνια.
Με τέτοιους τίτλους, ξεκινούν αρκετά άρθρα που επιθυμούν να εντυπωσιάσουν τους αναγνώστες τους. Ειδικά ως προς τον Νεύτωνα, τις τελευταίες δεκαετίες έχουν γραφτεί δεκάδες άρθρα για τις «άγνωστες», «μυστήριες», «ιδιαίτερες» και «αναπάντεχες» ενασχολήσεις του. Είναι αλήθεια ότι ο Νεύτων ασχολήθηκε συστηματικά με την αλχημεία, τη θεολογία και τον απόκρυφο θεολογικό μυστικισμό της Καμπάλα. Το παρόν άρθρο δεν έχει σκοπό να αναφερθεί εξονυχιστικά στις μελέτες του Νεύτωνα στην αλχημεία και τη θεολογία. Για όσους και όσες ενδιαφέρονται, μπορούν να ανατρέξουν στο περίφημο The Newton Project (https://www.newtonproject.ox.ac.uk/), όπου είναι ψηφιοποιημένα και συγκεντρωμένα όλα τα κείμενά του. Σε αυτό το άρθρο θα ασχοληθούμε με τη δημόσια εικόνα αυτής της ιστορίας. Θα τεθούν κάποια ερωτήματα που έχουν σκοπό να θέσουν έναν κρίσιμο τελικό προβληματισμό: Ποια είναι τα κριτήρια με τα οποία διαμορφώνεται η δημόσια εικόνα της επιστήμης και της ιστορίας;
Γιατί ήταν παράδοξη η ενασχόληση του Νεύτωνα με την αλχημεία και τη θεολογία;
Δεν ήταν. Ο Νεύτων δεν ήταν το πρωί επιστήμονας και το βράδυ αλχημιστής και θεολόγος. Ήταν ένας φυσικός φιλόσοφος του 17ου αιώνα. Ο Νεύτων θεωρούσε απολύτως φυσιολογικό να έχει και άλλες ενασχολήσεις πέρα από τις μελέτες του στα μαθηματικά, στην οπτική, στη μηχανική και την αστρονομία. Για τον ίδιο, όλες αυτές οι ενασχολήσεις ήταν απολύτως συμβατές και ισοδύναμες. Ως άνθρωπος με συγκεκριμένες θρησκευτικές πεποιθήσεις, θεωρούσε ότι η ανακάλυψη οποιασδήποτε αλήθειας απαιτούσε συστηματική μελέτη και έρευνα. Όπως ερευνούσε τη φύση και επιδίωκε να ξεκλειδώσει τα μυστικά της, ομοίως μελετούσε απόκρυφα κείμενα και τη Βίβλο για να βρει αλήθειες που δεν είχε βρει κανείς έως τότε. Δεν είναι τυχαίο ότι η έννοια της παγκόσμιας έλξης δεν προέκυπτε από τις μαθηματικές του μεθόδους αλλά θεωρούσε ότι ήταν μια οντότητα που έχει φυσική υπόσταση και ασκείται μεταξύ των σωμάτων. Για τον Νεύτωνα, ο μόνος που μπορεί να ασκεί αυτή τη δύναμη είναι ο Θεός. Στα μάτια του, η βαρύτητα ήταν απόδειξη του Σχεδίου με το οποίο ο Θεός οργανώνει τη φυσική τάξη. Όπως, επομένως, θεώρησε ότι έλυσε τα μυστήρια του ουρανού, ομοίως επιχείρησε να λύσει και τα μυστήρια της ύλης. Η ενασχόλησή του με την αλχημεία και τα συστηματικά πειράματα που πραγματοποιούσε είχαν στόχο να βρει ποια είναι η έσχατη φύση του υλικού κόσμου. Ομοίως, η ενασχόλησή του με τη θεολογία είχε σκοπό την ανακάλυψη της αλήθειας για τον Θεό. Ο Νεύτων θεωρούσε ότι ο αληθινός Θεός δεν ήταν ο τριαδικός Θεός. Ήταν βέβαιος ότι η Αγία Τριάδα αποτελούσε μια σκόπιμη παραποίηση που είχε γίνει στις πρώτες Οικουμενικές Συνόδους του 4ου και 5ου αιώνα μ.Χ. Θεωρούσε χρέος του, όπως μελέτησε τη φύση, να μελετήσει και τα ιερά βιβλία και την ιστορία του χριστιανικού δόγματος. Στο μυαλό του όλα είχαν μια ενιαία αφετηρία, την αλήθεια για τον κόσμο.
Μήπως ο Νεύτων γνώριζε κάτι που δεν γνωρίζει η σημερινή επιστήμη;
Προφανώς και όχι. Όποιος/α ισχυρίζεται το αντίθετο, πρέπει να το αποδείξει με ιστορικά και επιστημονικά τεκμήρια. Είναι πολύ σημαντικό να καταλάβουμε ότι η μελέτη της φύσης κατά τον 17ο αιώνα είχε αυτούς τους κανόνες. Οι φυσικοί φιλόσοφοι δεν ήταν επιστήμονες με τη σημερινή έννοια του όρου. Είναι διάσημη η φράση του Ρόμπερτ Μπόιλ ότι οι φυσικοί φιλόσοφοι ήταν οι ιερείς της φύσης. Ενδιαφέρονταν για τη φύση με ένα βαθύ θρησκευτικό αίσθημα. Η ενασχόλησή τους με τη φύση, δηλαδή, είχε διαφορετικά κριτήρια από τα κριτήρια που έχει η σημερινή επιστήμη. Ήταν μια διαφορετική προσέγγιση στη μελέτη της φύσης. Στη μελέτη της φύσης, σε οποιαδήποτε ιστορική περίοδο, αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία είναι οι μέθοδοι και τα κριτήρια με τα οποία οι άνθρωποι επιχειρούν να κατανοήσουν τον φυσικό κόσμο. Όταν αλλάζουν οι μέθοδοι και τα κριτήρια, αλλάζει και ο τρόπος που κατανοούμε τον κόσμο. Επομένως, ό,τι και αν νομίζει ότι ανακάλυψε ο Νεύτων σε σχέση με τον Θεό, δεν έχει κανένα νόημα να το κρίνουμε με τα κριτήρια των σημερινών επιστημών. Για την ακρίβεια, είναι παντελώς αδιάφορο για τη σημερινή επιστήμη. Αυτό δεν σημαίνει, βέβαια, ότι οι σημερινές επιστήμες δεν ενσωματώνουν μεταφυσικά κριτήρια σε διάφορα επίπεδα, απλώς αυτά τα κριτήρια είναι αρκετά διαφορετικά από τα αυστηρά θεολογικά που έθεσε ο Νεύτων και οι φυσικοί φιλόσοφοι της εποχής του.
Μήπως ο Νεύτων ήταν, τελικά, δεισιδαίμων και ανορθολογιστής;
Με μεγάλη βεβαιότητα μπορούμε να απαντήσουμε αρνητικά σε αυτή την ερώτηση. Ένας άνθρωπος, που θεωρείται από τους πιο εμβληματικούς και επιδραστικούς διανοητές όλων των εποχών και άλλαξε κυριολεκτικά την εικόνα που έχουμε για τον κόσμο, δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι δεν έχει ορθολογικό τρόπο σκέψης. Ωστόσο, κάποιος/α θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι όλοι οι άνθρωποι έχουν και τις σκοτεινές πτυχές τους. Δεν είναι, όμως, έτσι. Μια απλή ανάγνωση των χειρογράφων του Νεύτωνα στην αλχημεία και τη θεολογία μπορεί να πείσει για το αντίθετο. Εργαζόταν με τον ίδιο συστηματικό, μεθοδικό και συγκροτημένο τρόπο που εργαζόταν και στο «επιστημονικό» του έργο. Ήταν ιδιαίτερα αναλυτικός, εξαντλητικός στα επιχειρήματά του και η βιβλιογραφία που είχε χρησιμοποιήσει ήταν εντυπωσιακή. Όπως είχε δηλώσει και ένας ιστορικός των επιστημών, δεν πρέπει να αναρωτιόμαστε πώς ο σπουδαιότερος φυσικός όλων των εποχών ασχολήθηκε με τη θεολογία. Αντιθέτως, θα έπρεπε να αναρωτιόμαστε πώς ένας από τους μεγαλύτερους θεολόγους της εποχής του ασχολήθηκε με τη φυσική και τα μαθηματικά. Ενδεχομένως, να υπάρχει ένα στοιχείο υπερβολής, ωστόσο είναι ενδεικτική αυτή η παρατήρηση της αφοσίωσης που έδειξε στις μεταφυσικές του αναζητήσεις και μελέτες.
Γιατί μας ενδιαφέρει μια ιστορία που δεν έχει σχέση με την εποχή μας;
Αυτή είναι μια ερώτηση που εύλογα θα μπορούσε κανείς να διατυπώσει. Υπάρχει, όμως, απάντηση. Η ιστορία της ενασχόλησης του Νεύτωνα με την αλχημεία και τη θεολογία δείχνει ότι καθετί πρέπει να το κρίνουμε στο πλαίσιο που βρίσκεται. Η όποια αξιολογική κρίση οφείλει να λαμβάνει υπόψη ιστορικές και πολιτισμικές διαφοροποιήσεις, είτε αφορά το παρελθόν είτε αφορά μια άλλη εντοπιότητα. Επίσης, κάθε ιστορικό και πολιτισμικό πλαίσιο έχει δικούς του κανόνες, κώδικες συμπεριφοράς, έννοιες, σχέσεις μεταξύ των υποκειμένων και θεσμούς. Όλα αυτά υποκαθορίζουν σε σημαντικό βαθμό την παραγωγή γνώσης και δεν μπορούμε να κρίνουμε οτιδήποτε παράγεται σαν να είναι αποκομμένο από το πλαίσιο του. Αντιθέτως, μόνο έτσι μπορούμε να το κατανοήσουμε, ανεξάρτητα από τι μπορεί να θεωρούμε ότι ισχύει στο δικό μας πλαίσιο. Ανεξάρτητα, επομένως, από τους εντυπωσιακούς τίτλους που μπορούμε να βάλουμε σε ένα άρθρο ή σε μια είδηση, η ανθρώπινη ιστορία είναι πάντα πιο πολύπλοκη και πιο εντυπωσιακή από τις παραδοξότητες που φανταζόμαστε ότι μπορεί να έχει. Αυτές οι παραδοξότητες είναι απλώς το όνομα που δίνουμε σε όσα δεν κάνουμε προσπάθεια να καταλάβουμε. Και δεν είναι τυχαίο ότι οι παραδοξότητες έχουν δύο ενδύματα, εκείνο της εξιδανίκευσης και εκείνο της απαξίωσης.