Μπορεί το «ναι» να συγκέντρωσε ποσοστό 91,37%, η συμμετοχή, όμως, του 36,79% δείχνει αποδοκιμασία της συμφωνίας για το Σκοπιανό – Στα μέσα Ιανουαρίου η κρίσιμη ψηφοφορία στη Βουλή για την αλλαγή του Συντάγματος
Ο αρχηγός του VMRO, υπό την πίεση της Άνγκελας Μέρκελ και της Ουάσιγκτον υιοθέτησε τη γραμμή “κατά συνείδηση”. Η χαμηλή συμμετοχή στο δημοψήφισμα, όμως, απέδειξε ότι η βάση της αξιωματικής αντιπολίτευσης- και όχι μόνο- υιοθέτησε τη γραμμή “μποϊκοτάζ” του δημοψηφίσματος. Το κύμα του μποϊκοτάζ φάνηκε από νωρίς χθες το μεσημέρι ότι ήταν ισχυρό, λόγω της ασθενικής συμμετοχής. Σε αντίθεση με τους Αλβανούς, που υπολογίζονται στο 25%-30% του πληθυσμού και οι οποίοι έσπευσαν να στηρίξουν τη συμφωνία των Πρεσπών, οι Σλάβοι που γαλουχήθηκαν δεκαετίες ολόκληρες με το ιδεολόγημα του Μακεδονισμού διαφοροποιήθηκαν από την πολιτική Ζάεφ.
Οι χειρότεροι φόβοι του σκοπιανού πρωθυπουργού, λοιπόν, επιβεβαιώθηκαν. Η συμμετοχή όχι μόνο δεν υπερέβη το 50% (περίπου 900.000 ψηφοφόροι), όπως απαιτεί το Σύνταγμα, αλλά ούτε το όριο των 700.000, το οποίο ατύπως είχε τεθεί αρχικά από την ίδια την κυβέρνηση στα Σκόπια ως συμμετοχή που νομιμοποιούσε πολιτικά το δημοψήφισμα. Τελικά προσήλθαν μόνο το 36,79% των ψηφοφόρων.
Ως εκ τούτου, η ΠΓΔΜ οδηγείται σε μια πολιτική αστάθεια, παρά τη στήριξη που η κυβέρνηση είχε από το αλβανικό στοιχείο και σύσσωμη τη Δύση. Στην πραγματικότητα περίπου ένας στους τρεις Σλαβομακεδόνες πήγε να ψηφίσει. Πρόκειται για καθαρή αποδοκιμασία της συμφωνίας των Πρεσπών από το σλαβικό στοιχείο, γεγονός που αναμφίβολα θα επηρεάσει και τη διαδικασία της αναθεώρησης του Συντάγματος.
Έτσι όπως ήρθαν τα πράγματα, ο Ζόραν Ζάεφ δεν είχε πολλές επιλογές. Λίγη ώρα μετά τη λήξη της διαδικασίας, απέκλεισε κατηγορηματικά το ενδεχόμενο των πρόωρων εκλογών, δηλώνοντας πως θα συνεχίσει να ηγείται της χώρας. «Η Συμφωνία των Πρεσπών θα πάει στη Βουλή για να εγκριθεί. Αν αυτό δεν συμβεί, τότε η χώρα θα πάει σε εκλογές. Μέχρι τότε θα συνεχίσω να ηγούμαι της χώρας, προκειμένου να μπούμε σε ΕΕ και ΝΑΤΟ». Μία εβδομάδα νωρίτερα είχε κάνει μία δήλωση, η οποία αποκάλυπτε τις προθέσεις του. Είχε ξεκαθαρίσει ότι το όριο του 50% πάει περίπατο, καθώς το μόνο που έχει πραγματικά σημασία είναι «πόσοι θα επέλεγαν το ναι», ακόμα και αν αυτοί ήταν η μειοψηφία του ενεργού εκλογικού σώματος.
Την ίδια στιγμή, περίπου 300 άτομα βρέθηκαν μπροστά στην Βουλή της ΠΓΔΜ, πανηγυρίζοντας για το αποτέλεσμα. Οι πολίτες αυτοί, που πρόσκεινται στην αντιπολίτευση δήλωναν ικανοποιημένοι με το ιδιαίτερα χαμηλό ποσοστό της συμμετοχής που σύμφωνα με τους ηγέτες των εθνικιστών καθιστά το αποτέλεσμα άκυρο. Το VMRO DPMNE κατήγγειλε και νοθεία. Συγκεκριμένα, με επίσημη ανακοίνωση έκανε λόγο για «παράνομη συμπλήρωση καλπών στο Saraj και συγκεκριμένα στα χωριά Laskarci και Radusha». Αναφέρει δε πως προέκυψαν 500 ψήφοι σε 2 ώρες, κάτι που θα σήμαινε μία ψήφος ανά 14 δευτερόλεπτα.
Το επόμενο βήμα είναι η αναθεώρηση του Συντάγματος. Σύμφωνα με συνταγματολόγους, η διαδικασία δεν μπορεί να ολοκληρωθεί νωρίτερα από 95 ημέρες ή αργότερα από 106 ημέρες. Άρα, το τελευταίο και καθοριστικότερο αυτό βήμα τοποθετείται στα μέσα Ιανουαρίου. Για να περάσουν οι αλλαγές στο Σύνταγμα πρέπει να υπερψηφιστούν τουλάχιστον από 80 βουλευτές σε σύνολο 120. Μόνο σε περίπτωση που δεν θα καταφέρει να τις περάσει θα αναγκαστεί να καταφύγει ατις κάλπες.
Προς το παρόν, οι συνεργάτες του Ζόραν Ζάεφ επιχειρούν να υποβαθμίσουν την χαμηλή ανταπόκριση, αλλοιώνοντας τα μέχρι πρότινος στοιχεία. Αν και μέχρι χθες ισχυρίζονταν οτι οι άνθρωποι που έχουν φύγει και δεν μένουν πλέον στη χώρα, αλλά είναι εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους είναι 300.000-350.000, πλέον κάνουν λόγο για 600.000-800.000! Το δεύτερο επιχείρημα που επικαλούνται είναι ότι «το δημοψήφισμα είναι μόνο ένας σταθμός σε αυτό τον δρόμο και έχει συμβουλευτικό χαρακτήρα», επιχειρώντας να αποδυναμώσουν τη διαδικασία και να αποποιηθούν την ήττα. Τέλος, το κόμμα του Ζάεφ υποστηρίζει ότι η αντιπολίτευση εμπόδισε τους ψηφοφόρους της να συμμετάσχουν, αν και όλα τα αλβανικά κόμματα στήριξαν τον Σκοπιανο πρωθυπουργό, με το εθνικιστικό VMRO να παραμένει μόνο του απέναντι στη συμφωνία. Κι αυτό υπό ασφυκτική πίεση και πολιτικά αποδυναμωμένο.
Επικοινωνία με τον πρωθυπουργό των Σκοπίων είχε ο Αλέξης Τσίπρας μετά την ολοκλήρωση του δημοψηφίσματος. Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, τον επαίνεσε «για την αποφασιστικότητα και τη γενναιότητα του να συνεχίσει στην εφαρμογή της συμφωνίας». Σε απόλυτα αντίθετο κλίμα κινήθηκε ο κυβερνητικός εταίρος Πάνος Καμμένος, ο οποίος και δήλωσε δικαιωμένος μέσω των σόσιαλ μίντια. «Όταν μίλησα για αποτυχία του δημοψηφίσματος με λοιδορήσαν τώρα με αυτή τη συμμετοχή βάση του άρθρου 73, 74 του Συντάγματος τους είναι άκυρο και το 68% των πολιτών ακύρωσε την συμφωνία. Ο Κυριάκος να απολογηθεί που ήθελε να σταματήσει την ευημερία των Ελλήνων και την κυβέρνηση», ανέφερε με ανάρτησή του στο twitter.
Αντίθετα ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς χαρακτήρισε το δημοψήφισμα συμβουλευτικό και ζήτησε να διαφυλαχθεί η δυναμική της συμφωνίας των Πρεσπών. Για ένα αντιφατικό δημοψήφισμα έκανε επίσης λόγο το υπουργείο Εξωτερικών σε ανακοίνωση που εξέδωσε, αναγνωρίζοντας την μεγάλη υπεροχή του «Ναι», χωρίς, όμως, την αντίστοιχη συμμετοχή. «Μεγάλο τμήμα της κοινωνίας της γείτονος χώρας στήριξε τη συμφωνία. Όμως ένα σημαντικό τμήμα την αντιμετώπισε με σκεπτικισμό. Η Ελλάδα σέβεται τις επιλογές των πολιτών της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας».
Γεγονός παραμένει πως και στο εσωτερικό της χώρας, ο Αλέξης Τσίπρας, ο Πάνος Καμμένος, αλλά και ο Κυριάκος Μητσοτάκης, θα κληθούν πολύ σύντομα να βαδίσουν και αυτοί στο ναρκοπέδιο του ονοματολογικού.