«Καλημέρα. Είμαι ο Θανάσης Αντετοκούνμπο και γεννήθηκα στο Αρεταίειο. Το λέω για να μη νομίζει κανείς ότι από κάπου μας έφεραν ή ότι ήρθαμε από το φεγγάρι. Εδώ γεννήθηκα, εδώ πήγα νηπιαγωγείο, δημοτικό, γυμνάσιο, λύκειο.
Δεν είχα πλούσιους γονείς. Αν κάτι άλλαξε στη ζωή μου, αυτό έγινε με τη σκληρή δουλειά.
Βρήκα κάτι που αγάπησα και το ακολουθώ σαν θρησκεία, μέχρι να γίνω η καλύτερη εκδοχή του εαυτού μου.
Όλοι ξεκινάμε από την ίδια αφετηρία (…).
Είχα δίπλα μου ανθρώπους που με βοήθησαν, όπως την κυρία Μαριέττα Σγουρδαίου, που την αποκαλώ “νονά”. Φιλόλογος στο Αρσάκειο και ηθοποιός. Μας πήγε, παιδιά 12-13 ετών, να ακούσουμε συναυλία του Μίκη Θεοδωράκη. Μας σύστησε την κυρία Μαρία Χορς, που ντύνει τις ιέρειες.
Μυήθηκα στην ελληνική κουλτούρα, στο αρχαίο δράμα. Διάβασα βιβλία. “Θανάση, θα πάθεις σοκ αν διαβάσεις τους Αδελφούς Καραμαζώφ”, μου είπαν κάποτε. “Θα σου ανοίξουν τα μάτια”.
Αυτές οι εμπειρίες με άλλαξαν, χωρίς να το καταλαβαίνω. Με βοήθησαν και στον αθλητισμό, εμένα, που ήμουν ένα παιδί μεταναστών χωρίς χαρτιά, χωρίς τίποτε. Δεν χρειάζεται να έχει λεφτά κάποιος για να αισθανθεί πλούσιος.
Ο πλούτος είναι στο μυαλό και στην ψυχή (…).
Είμαι αλληλέγγυος στα παιδιά που μοχθούν.
Φεύγω για τις Η.Π.Α., αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι εδώ τελειώνουμε.
Παρακολουθώ και προβληματίζομαι. Να το ξέρουν αυτοί οι άνθρωποι, ότι είμαι εδώ. Στο πλευρό τους! Τους σκέφτομαι.
Η χώρα μου δεν είναι η Αμερική, αλλά η Ελλάδα. Αισιοδοξώ ότι θα έρθουν καλύτερες μέρες.
a
Και δεν τα παρατάω ποτέ. Ποτέ. Ποτέ».
(Από συνέντευξη του Θανάση Αντετοκούνμπο στον Νίκο Παπαδογιάννη).