Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Σκλήρυνσης κατά Πλάκας
Οι άνθρωποι με το πέτρινο κεφάλι και το ζελεδενιο σώμα
Ήμουν 17 χρόνων όταν άκουσα πρώτη φορά για την αρρώστια, από την καθηγήτρια του φροντιστηρίου που πήγαινα για τις Πανελλήνιες, όταν χαζολογώντας στο διάλειμμα μου ‘λεγε για μια σειρά της εποχής. Ο ασθενής πρωταγωνιστής λοιπόν, «το μόνο που μπορούσε να κουνήσει ήταν τα μάτια του και παρακαλούσε τους οικείους του να τον αποτελειώσουν.» «Τροχαίο;» είπα εγώ, τάχα συγκλονισμένη από την πλοκή της σειράς. «Σκλήρυνση κατά πλάκας», λέει, «μια αρρώστια που παραλύεις…».
Αμέσως φαντάστηκα μια αλλόκοτη αρρώστια, σαν τις κατάρες που ρίχνουν οι μάγισσες στα παραμύθια, που το σώμα σου σκληραίνει, γίνεται σαν πλάκα μαρμάρινη και δε μπορείς να κουνήσεις πάρα μόνο τα μάτια σου… Αναρίγησα, πέταξα το τσιγάρο και μπήκα στην τάξη.
Πέρασαν αρκετά χρόνια, έως πολλά, δεν ξανάκουσα το όνομα της μαρμάρινης αρρώστιας, παρά εκείνο το βράδυ στα επείγοντα. Αμέσως μου ήρθε στο μυαλό η καθηγήτρια, η σειρά της, το φροντιστήριο και πήρα να έχω μια περίεργη αίσθηση, σα να με είχανε μπουκώσει με τσιμέντο…
Πέρασε κι άλλος καιρός και ακόμη δεν πέτρωσα….Μπορώ και κουνάω τα χέρια μου, τα πόδια μου, τους βολβούς των ματιών μου. Μόνο που καμιά φορά νοιώθω ότι δεν ελέγχω τα μέλη μου, σα να είναι από ζελέ, χωρίς οστά και χωρίς νεύρα. Και το κεφάλι μου ώρες ώρες είναι τόσο βαρύ σα να ναι το φορτίο του Άτλαντα.Και πονάω. Και βλέπω τα αντικείμενα δίπλα πολλές φορές. Και ξεχνάω, ανάθεμα. Και νυστάζω συνέχεια, που με παίρνει ο ύπνος στο μετρό για δύο στάσεις. Και δε μπορώ να στέκομαι πολλή ώρα όρθια. Και μου πέφτουν αντικείμενα από τα χέρια. Και λέω ψέματα στη δουλειά ότι κάτι συνέβη στη μαμά μου και θα λείψω. Και έχω γεμίσει τρύπες το σώμα μου από τις ενέσεις.
Και ερωτεύτηκα, πολύ, αλλά φοβάμαι να πω τι μου συμβαίνει, φοβάμαι και να το κρύψω, φοβάμαι να πάρω οποιαδήποτε απόφαση.
Και το μόνο που θέλω είναι να ξαναγίνω το 17χρονο κορίτσι του φροντιστηρίου.