Έντονο προβληματισμό προκαλεί στους επιστήμονες ενδεχόμενη συσχέτιση του κορονοϊού με την εμφάνιση σπάνιων μορφών καρκίνου στη μετά Covid εποχή.
Μπορεί η ανησυχία για τον κορονοϊό να έχει υποχωρήσει πλέον αισθητά, καθώς εμβόλια και θεραπείες, όπως και τα πολλαπλά κύματα της νόσου, έχουν πλέον «θωρακίσει» σε μεγάλο βαθμό τον πληθυσμό από τις πιθανότητες σοβαρής νόσησης, ωστόσο οι επιπτώσεις που έχει αφήσει -και εξακολουθεί να αφήνει- είτε άμεσα, λόγω της λοίμωξης, είτε έμμεσα, όπως στην περίπτωση του εμβολίου της AstraZeneca, συνεχίζουν να απασχολούν τους ανθρώπους που νοσούν και την ιατρική κοινότητα, που επικεντρώνεται τώρα στη σχέση κορονοϊού – καρκίνου.
Η περίπτωση, για παράδειγμα, ενός ασθενούς στα 40 του με χολαγγειοκαρκίνωμα, έναν σπάνιο και θανατηφόρο καρκίνο των χοληφόρων αγωγών που συνήθως χτυπά ανθρώπους ηλικίας από 70 ετών και άνω, ήταν μία από εκείνες που θορύβησαν ιδιαίτερα τον Kashyap Patel, Διευθύνοντα Σύμβουλο της Carolina Blood and Cancer Care Associates, και τους συνεργάτες του.
Υπήρξαν και άλλα παράξενα φαινόμενα: ασθενείς που αντιμετώπιζαν πολλαπλούς τύπους καρκίνου και που εμφανίστηκαν σχεδόν ταυτόχρονα, καθώς και περισσότερες από δώδεκα νέες περιπτώσεις άλλων σπάνιων μορφών καρκίνου.
Η αύξηση των επιθετικών καρκίνων σε προχωρημένο στάδιο από τότε που ξέσπασε η πανδημία επιβεβαιώνεται από κάποια πρώτα δεδομένα για τις ΗΠΑ, όπως και από μεγάλα ινστιτούτα για τον καρκίνο.
Πολλοί θεωρούν ότι η αύξηση οφείλεται κατά κύριο λόγο στο γεγονός ότι ο κόσμος απομακρύνθηκε, λόγω φόβου, από το σύστημα υγείας την περίοδο της πανδημίας, κάτι που μπορεί να οδήγησε σε καθυστερημένες διαγνώσεις και, μάλιστα, σε προχωρημένο στάδιο. Ήταν, άλλωστε, κάτι για το οποίο προειδοποιούσαν οι ειδικοί και την περίοδο της πανδημίας, απευθύνοντας έκκληση στον κόσμο να μη σταματήσει να κάνει τις προβλεπόμενες προληπτικές εξετάσεις.
Όταν το πρώτο κύμα κορονοϊού έπληξε τις ΗΠΑ, οι αξιωματούχοι δημόσιας υγείας προέβλεψαν ότι θα υπάρξει αύξηση των περιπτώσεων καρκίνου. Μελέτη στο Lancet Oncology ανέλυε στοιχεία που έδειχναν αύξηση των καρκίνων 4ου σταδίου, για πολλούς τύπους καρκίνου, στα τέλη του 2020. Το Baptist Health Miami Cancer Institute, το UC San Diego Health και άλλα μεγάλα ιδρύματα έχουν επίσης δημοσιεύσει στοιχεία που δείχνουν την σταθερά ανοδική τάση στα κρούσματα καρκίνου.
Ο Xuesong Han, επιστημονικός διευθυντής έρευνας υπηρεσιών υγείας στην Αμερικανική Εταιρεία Καρκίνου και κύριος συγγραφέας της μελέτης Lancet Oncology, απέδωσε το άλμα στο γεγονός ότι οι άνθρωποι καθυστερούσαν ή και δεν έκαναν καθόλου εξετάσεις επειδή φοβούνταν μην κολλήσουν κορονοϊό ή λόγω οικονομικών δυσκολιών (σ.σ. ήταν μία περίοδος που πολλές επιχειρήσεις είχαν κλείσει λόγω της πανδημίας). Αναγνωρίζει, ωστόσο, ότι οι βιολογικοί μηχανισμοί του SARS-CoV-2, του ιού που προκαλεί την Covid-19, θα μπορούσαν επίσης να παίζουν ρόλο.
«Δεν έχω τα δεδομένα για να υποστηρίξω αυτήν την άποψη», λέει. «Αλλά είναι ένα σημαντικό ερώτημα στο οποίο πρέπει να δοθεί συνέχεια», συμπληρώνει.
Η ιδέα ότι ορισμένοι ιοί μπορούν να προκαλέσουν ή να επιταχύνουν τον καρκίνο δεν είναι νέα. Οι επιστήμονες έχουν αναγνωρίσει αυτήν την πιθανότητα από τη δεκαετία του 1960 και, σήμερα, οι ερευνητές εκτιμούν ότι το 15% με 20% όλων των καρκίνων παγκοσμίως προέρχονται από μολυσματικούς παράγοντες όπως ο HPV, ο Epstein-Barr και η ηπατίτιδα Β. Γνωρίζοντας, λοιπόν, ότι θα περάσουν πιθανώς πολλά χρόνια πριν ο κόσμος λάβει οριστικές απαντήσεις σχετικά με το αν ο κορονοϊός ευθύνεται, σε κάποιο βαθμό τουλάχιστον, στην αύξηση των κρουσμάτων καρκίνου, επιστήμονες όπως ο Patel απευθύνουν έκκληση στην αμερικανική κυβέρνηση να δώσει προτεραιότητα στο συγκεκριμένο ερώτημα, γνωρίζοντας ότι θα μπορούσε να επηρεάσει τη θεραπεία και τη διαχείριση εκατομμυρίων καρκινοπαθών τις επόμενες δεκαετίες.
«Δεν έχουμε μελετήσει επαρκώς τον ιό», ανέφερε χαρακτηριστικά στην Washington Post ο Douglas C. Wallace, γενετιστής και εξελικτικός βιολόγος στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια. «Τα αποτελέσματα της επαναλαμβανόμενης μόλυνσης από τον ιό σε όλη τη ζωή μας θα είναι πολύ πιο σημαντικά από ό,τι νομίζει ο κόσμος», πρόσθεσε.
Η αλήθεια είναι, όμως, πως δεν υπάρχουν δεδομένα από τον πραγματικό κόσμο που να συνδέουν τον SARS-CoV-2 με τον καρκίνο και ορισμένοι επιστήμονες παραμένουν δύσπιστοι.
Ο John T. Schiller, ερευνητής των Εθνικών Ινστιτούτων Υγείας των ΗΠΑ και πρωτοπόρος στη μελέτη των ιών που προκαλούν καρκίνο, λέει ότι τα παθογόνα που είναι γνωστό ότι προκαλούν καρκίνο μένουν μακροπρόθεσμα στο σώμα. Αλλά η κατηγορία των ιών του αναπνευστικού, που περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, κορονοϊό, γρίπη και RSV, προσβάλλουν τον ασθενή και, συνήθως, υποχωρούν, οπότε δεν πιστεύεται ότι προκαλεί καρκίνο.
Ο David Tuveson, διευθυντής του Κέντρου Καρκίνου στο Cold Spring Harbor Laboratory και πρώην πρόεδρος της Αμερικανικής Ένωσης Έρευνας για τον Καρκίνο, λέει ότι δεν υπάρχουν στοιχεία που να δείχνουν πως ο κορονοϊός μπορεί να επηρεάσει τόσο άμεσα τα κύτταρα, μετατρέποντάς τα σε καρκινικά. Ωστόσο, όπως λέει, ένας αριθμός μικρών και πρώιμων μελετών, πολλές από τις οποίες έχουν δημοσιευτεί τους τελευταίους εννέα μήνες, δείχνουν ότι η μόλυνση από κορονοϊό μπορεί να προκαλέσει φλεγμονώδεις καταστάσεις και άλλες αποκρίσεις που, θεωρητικά, θα μπορούσαν να συμβάλουν στην ανάπτυξη καρκινικών κυττάρων. Αναρωτιέται, μάλιστα, αν ο τρόπος που επηρεάζει τον οργανισμό η Covid θα μπορούσε να συγκριθεί με την επίπτωση που έχουν στον οργανισμό περιβαλλοντικοί στρεσογόνοι παράγοντες, όπως ο καπνός, το αλκοόλ, ο αμίαντος ή τα μικροπλαστικά.
«Η Covid κάνει ερείπιο το σώμα», γεγονός που από μόνο του λειτουργεί ως πρόσφορο έδαφος για την εμφάνιση καρκίνου, λέει ο Tuveson, εξηγώντας πώς αυτοψίες σε ανθρώπους που πέθαναν από Covid-19 έδειξαν πρόωρη γήρανση του ιστού.