Αυτό το οποίο κανείς μέχρι σήμερα δεν έχει αντιληφθεί είναι ότι σε όλη τη χώρα το κράτος με βάση χάρτες του 1945 αρπάζει περιουσίες και ζητά από τους έως σήμερα ιδιοκτήτες να πληρώσουν για να συνεχίσουν να χρησιμοποιούν την έκταση.
Όπως εξηγεί ο δικηγόρος Γιώργος Λωρίτης η μεγάλη παγίδα βρίσκεται στο γεγονός ότι, ενώ ο πολίτης θα κληθεί να πληρώσει για το μέχρι σήμερα δικό του χωράφι, δεν θα γίνει και ιδιοκτήτης της έκτασης. Η κυριότητα θα παραμείνει στο Κράτος.
Μάλιστα ενώ υπάρχουν νομικά επιχειρήματα με τα οποία ο πολίτης μπορεί να δώσει τη μάχη για να σώσει την περιουσία του το Κράτος επικαλούμενο μνημονιακές υποχρεώσεις βάζει το μαχαίρι στο λαιμό δίνοντας ελάχιστα χρονικά περιθώρια.
Η ανάλυση του Γ. Λωρίτη για το θέμα των δασικών χαρτών:
Την ώρα που ολοκληρώνεται το δασολόγιο και η προστασία των δασών με τους δασικούς χάρτες , την ίδια ώρα χιλιάδες αγρότες αλλά και άλλοι πολίτες κινδυνεύουν να χάσουν οριστικά τις περιουσίες τους.
Κανείς δεν ενημερώνει όμως τους αγρότες ότι με αυτές τις τροπολογίες , πρώτα ο αγρότης χαρίζει τα χωράφια του στο κράτος , δεχόμενος
Η ωμή αλήθεια για τους δασικούς χάρτες είναι η ακόλουθη :
1. Οι δασικοί χάρτες είναι το εργαλείο για να δημιουργηθεί το δασολόγιο και θα παραμείνουν ως το βασικό του στοιχείο.
2. Στο δασολόγιο θα καταγραφούν ως δασικές οι εκτάσεις που εμφανίζονται στους δασικούς χάρτες ως τέτοιες (δηλ. «Δ») στις αεροφωτογραφίες του 1945 (κι’ άς εμφανίζονται αργότερα ως «Α» δηλ. «άλλης» χρήσης και συνήθως καλλιεργήσιμες).
3. Στο κτηματολόγιο που ακολουθεί και θα ολοκληρωθεί τάχιστα (εξ ού και η βιασύνη τώρα για τους δασικούς χάρτες) ως μνημονιακή υποχρέωση , θα καταγραφούν ως ιδιοκτησία του δημοσίου , όλες αυτές οι εκτάσεις που εμφανίζονται στους δασικούς χάρτες ως δασικές.
4. Συνεπώς είναι ψευδές ότι οι δασικοί χάρτες δεν αφορούν την κυριότητα των εκτάσεων , αφού , ναι μεν προς το παρόν αφορούν μόνο το δασικό ή μή χαρακτήρα των εκτάσεων , αύριο όμως (στο κτηματολόγιο) αυτός ο δασικός χαρακτήρας θα αποτελεί την αιτία (ουσιαστικά τον «τίτλο») εγγραφής των εκτάσεων ως ιδιοκτησία του δημοσίου , και τα όρια των δασικών χαρτών θα αποτελούν τα όρια της ιδιοκτησίας του δημοσίου.
5. Ο χαρακτηρισμός μιας εκτάσεως ως δάσους έχει λοιπόν 2 σοβαρότατες συνέπειες ,
· η 1η έγκειται στο ότι το ίδιο το Σύνταγμα περιορίζει τον τρόπο χρήσεως της έκτασης (έστω κι’ άν θα κερδηθεί ως ιδιωτική) και έτσι π.χ. απαγορεύεται να καλλιεργηθεί (να επιδοτηθεί….) , πρέπει υποχρεωτικά να κηρυχθεί αναδασωτέα κλπ.
· η 2η έγκειται στην απώλεια της ιδιοκτησίας επί της εκτάσεως , αφού μια έκταση που σύμφωνα με τον δασικό χάρτη θα χαρακτηρισθεί ως δάσος θα εγγραφεί (λόγω του – μαχητού – τεκμηρίου κυριότητος του δημοσίου επί όλων των δασών) στο κτηματολόγιο ως ιδιοκτησία του δημοσίου.
Αυτό το «μαχητόν» του τεκμηρίου του Ελλ. Δημοσίου «μάχεται» δηλ. νικιέται (σύμφωνα με τα μέχρι τώρα ακουσθέντα) μόνο εάν ο πολίτης καταφέρει να αποδείξει , π.χ. για την Θεσσαλία (που απελευθερώθηκε το 1881) , κτήση κυριότητος μόνο με χρησικτησία , η οποία όμως χρησικτησία θα πρέπει να έχει συντελεσθεί πριν το 1915 και σύμφωνα με το Βυζαντινο-Ρωμαϊκό Δίκαιο.
Για τις «νέες χώρες» (Μακεδονία κλπ.) και για την Νότια Ελλάδα υπάρχουν παρόμοια θέματα.
6. 1.500.000 στρέμματα σε όλη την Ελλάδα εμφανίζονται το 1945 ως δασικές εκτάσεις («Δ» στον δασικό χάρτη ) , και σήμερα ως άλλης χρήσης («Α» στον δασικό χάρτη – κυρίως καλλιεργημένες – ). Αυτά τα 1.500.000 στρέμματα που οι αγρότες τα θεωρούν «περιουσία των πατεράδων τους» , οι υπόλοιποι πολίτες και το Σύνταγμα και το Συμβούλιο της Επικρατείας τα θεωρούν «καταπατημένα» δάση (και τους αγρότες-καλλιεργητές τους «καταπατητές δασών»)
7. Εάν δεν ασκηθούν αντιρρήσεις ο δασικός χάρτης οριστικοποιείται και όσες εκτάσεις εμφανίζονται ως δασικές αποκτούν οριστικά τον δασικό χαρακτήρα και αυτομάτως οδεύουν προς το κτηματολόγιο για να εγγραφούν ως ιδιοκτησία του δημοσίου.
8. Εάν ασκηθούν αντιρρήσεις και απορριφθούν , και πάλι οριστικοποιείται ο δασικός χαρακτήρας, και τότε απομένει μόνο η προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας με αίτηση ακυρώσεως
9. Όμως οι λόγοι ακυρώσεως που θα προβληθούν στο Συμβούλιο της Επικρατείας (κατά του δασικού χαρακτήρα) θα είναι απαράδεκτοι (δηλ. θα απορριφθούν χωρίς να κριθούν στην ουσία τους) εάν δεν έχουν ήδη προβληθεί ως λόγοι αντιρρήσεων.
10. Συνεπώς είναι μεγάλο σφάλμα η χαλαρότητα με την οποία αντιμετωπίζονται οι αντιρρήσεις όπου όλοι νομίζουν ότι «αρκεί να κάνεις αντιρρήσεις λέγοντας «κάτι – ό,τι νά’ναι».
11. Τα «γραφεία» που ξεφυτρώνουν σε κάθε γειτονιά και αναλαμβάνουν να ασκήσουν αντιρρήσεις για λογαριασμό των θιγομένων (κυρίως αγροτών) , συνήθως ασχολούνται μόνο με την «διαδικασία υποβολής» των αντιρρήσεων και δεν έχουν ιδέα για το ποιο πρέπει να είναι το σωστό (νομικά) περιεχόμενο των λόγων των αντιρρήσεων ώστε να υπάρχει ελπίδα να γίνουν αυτοί οι λόγοι δεκτοί , και ιδίως αργότερα να επιτρέπεται να προβληθούν στο Συμβούλιο της Επικρατείας όπου θα κριθούν πραγματικά τα θέματα (αφού προβλέπεται ότι οι αντιρρήσεις θα απορρίπτονται «σωρηδόν»).
12. Οι ήδη περιρρέοντες και ήδη ακουσθέντες λόγοι αντιρρήσεων (που προβάλλουν συνήθως και τα «γραφεία» αυτά) είναι επιφανειακοί και πρόχειροι και άρα καταδικασμένοι, αφού , είτε αποτελούν ανούσια φληναφήματα χωρίς νομική βάση , είτε αναπαράγουν νομικά επιχειρήματα που ολοφάνερα προσκρούουν στο Σύνταγμα και στην πάγια νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας , ικανοποιούν όμως τον τυφλό εγωισμό του αγρότη και τον αποκοιμίζουν «ότι έκανε αντιρρήσεις»……
13. Δεν έχεις καμμία ελπίδα να νικήσεις στο Συμβούλιο της Επικρατείας προβάλλοντας για χιλιοστή φορά τους ίδιους λόγους που ήδη χίλιες φορές το Συμβούλιο της Επικρατείας τους έχει απορρίψει. Την πάγια νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας , μόνο με αντίθετη νομολογία του ίδιου του Συμβουλίου της Επικρατείας έχεις ελπίδες να την αντιμετωπίσεις. Όμως αυτή η αντίθετη νομολογία είναι ακόμη αφανής και μη συσχετισμένη με το προκείμενο θέμα (αλλιώς δεν θα ήταν «πάγια» η φανερή νομολογία).
14. Μόνο μια εξειδικευμένη και πολύπλευρη νομική προσέγγιση αναδεικνύει αυτή την αντίθετη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, και το παράνομο θέσεων του δημοσίου , και αντισυνταγματικότητα νόμων, και δίκαια των αγροτών που δεν ακούγονται ακόμη κλπ. ώστε να είναι δυνατή η νομική άμυνα των θιγομένων αγροτών (βλ. αναλυτικότερα στο http://loritis.com/ ).
15. Τέλος, η εξαγορά των χωραφιών που προβάλλεται με την τελευταία τροπολογία (N. 4467/2017) ως λύση , σε καμία περίπτωση δεν λύνει το πρόβλημα καθώς ο πολίτης εξαγοράζοντας την περιουσία του στο 1/4 της αντικειμενικής ουσιαστικά (και νομικά) αναγνωρίζει ότι τα χωράφια του :
– Α) είναι δάση και
– Β) ανήκουν στην ιδιοκτησία του κράτους
Περαιτέρω γι’ αυτά τα (πλέον) δημόσια δάση , ο αγρότης τρέχει να πληρώσει και να (εξ)αγοράσει δικαίωμα , οποίο ψευδεπίγραφα βαφτίζεται ως δικαίωμα κυριότητας , ενώ η αλήθεια είναι ότι ουσιαστικά αποκτά μόνο το δικαίωμα γεωργικής καλλιέργειας (επί δημοσίου δάσους και όχι αληθινά ιδιόκτητης έκτασης). Απλώς αυτό το δικαίωμα καλλιέργειας είναι μεταβιβάσιμο.
16. Αυτά αποκαλύπτονται ολοφάνερα με τις κάτωθι επισημάνσεις (που άλλοι τις αγνοούν και άλλοι τις αποκρύπτουν από τους αγρότες) :
· Το δικαίωμα της «κυριότητος» δίνει στον κύριο-ιδιοκτήτη «όλες» τις εξουσίες επί του ακινήτου
· Η «εξαγορά» από τον αγρότη μιας έκτασης δεν του δίνει «όλες» τις εξουσίες του ιδιοκτήτη , αλλά μόνο περιορισμένο δικαίωμα γεωργικής καλλιέργειας (δηλ. μόνο γεωργικής χρήσης).
· Καμία άλλη χρήση δεν επιτρέπεται (π.χ. να γίνει μια βιοτεχνία ή να κτισθεί ένα εξοχικό σπίτι κλπ.). Εάν οποτεδήποτε (στο διηνεκές) γίνει άλλη διαφορετική χρήση του εξαγορασθέντος (εκτός από την αποκλειστικά αγροτική) , τότε ο αγρότης χάνει το χωράφι του , αφού ακυρώνεται αυτοδικαίως η εξαγορά και η έκταση επανέρχεται στις δεσμεύσεις του δάσους (δηλ. απαγορεύεται και η γεωργική καλλιέργεια) και επίσης επανέρχεται και στην κυριότητα του δημοσίου.
· Αυτό το ιδιάζων «δικαίωμα γεωργικής καλλιέργειας» μοιάζει πολύ με τον Οθωμανικό τίτλο «Ταπί» που αφορούσε δημόσια (δηλ. του Σουλτάνου) δάση , και δεν έδινε κυριότητα επί των δασών , αλλά «τεσσαρούφ» , δηλ. δικαίωμα «διηνεκούς εξουσιάσεως» (εκμετάλλευσης) , κάτι σαν διαρκή μίσθωση δηλαδή.
· Για την εξαγορά αυτού του «τεσσαρούφ» λοιπόν , ο αγρότης θα πρέπει να καταβάλλει:
– εκτός από το τίμημα του 1/4 της αντικειμενικής αξίας
– επιπλέον και χρηματικό αντάλλαγμα για την δαπάνη (ανα)δάσωσης άλλης αντίστοιχης έκτασης (πόση είναι άραγε αυτή η δαπάνη ; ).
Η καταβολή αυτού του χρηματικού ανταλλάγματος είναι προϋπόθεση για την εξαγορά
· Μέχρι την εξόφληση του τιμήματος εξαγοράς και του χρηματικού ανταλλάγματος για την δάσωση απαγορεύεται η μεταβίβαση της εξαγορασθείσης εκτάσεως
· Η εμπορική αξία ενός τέτοιου «χωραφιού» (που δεν είναι κανονικό χωράφι αλλά δικαίωμα «τεσσαρούφ» επί δημοσίου δάσους) θα είναι ανάλογα μειωμένη λόγω των ανωτέρω δεσμεύσεων και νομικών κινδύνων.
· Είναι ένα ερώτημα εάν το σύνολο των χρημάτων του τιμήματος εξαγοράς και του χρηματικού ανταλλάγματος για την δάσωση , ενδεχομένως ξεπερνάει την εμπορική αξία ενός τέτοιου «ψευδο-χωραφιού» , ώστε ουσιαστικά ο αγρότης να αγοράζει πανάκριβα το απομεινάρι του δικού του κανονικού χωραφιού (που το χάρισε ο ίδιος στο κράτος αναγνωρίζοντάς το ως δάσος και μάλιστα δημόσιο) ;
· Η εξαγορά αυτή που προτείνει ο νόμος θα είναι ουσιαστικά άκυρη αφού το Σύνταγμα (και η συναφής νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας) απαγορεύει τέτοιες εκποιήσεις και επίσης απαγορεύει την αλλαγή χρήσης των δασών. Όποτε οδηγηθεί κάποια τέτοια υπόθεση (έστω και τυχαία) στο Συμβούλιο της Επικρατείας , αναμένεται να ακυρωθούν αυτές οι εξαγορές (σύμφωνα με την μέχρι τώρα νομολογία του).
Το συμπέρασμα από όλα τα ανωτέρω είναι προφανές. Εάν ο θιγόμενος αγρότης ή γενικότερα πολίτης θέλει να προστατεύσει την έκτασή του που εμφανίζεται ως δασική , θα πρέπει απαραιτήτως να κάνει τα ακόλουθα :
· Να κάνει οπωσδήποτε αντιρρήσεις εντός της νόμιμης προθεσμίας
· Να φροντίσει ώστε οι λόγοι των αντιρρήσεων να μην είναι τυχαίοι και πρόχειροι από ανθρώπους που απλώς ασχολούνται με τις αντιρρήσεις αλλά δεν γνωρίζουν πραγματικά τα σχετικά νομικά θέματα , αλλά να είναι λόγοι με νομική εξειδίκευση και να καλύπτουν όλα τα επιχειρήματα που θα πρέπει αργότερα να προβληθούν στο Συμβούλιο της Επικρατείας και που μπορεί να έχουν ελπίδες νομικής βασιμότητας.
· Να παρακολουθεί το θέμα του ώστε μόλις βγει η απόφαση της αρμόδιας επιτροπής επί των αντιρρήσεών του , καταφύγει σε δικηγόρο που να μπορεί να υποστηρίξει το θέμα του στο Συμβούλιο Επικρατείας ασκώντας την κατάλληλη Αίτηση Ακυρώσεως.
· Να ψάξει στα σεντούκια του να βρει οποιοδήποτε «παλιό χαρτί» αφορά με οποιονδήποτε τρόπο τα χωράφια του και κυρίως που δείχνει την καλλιέργεια των χωραφιών του (παλαιά συμβόλαια , έγγραφα του δασαρχείου , άδειες εκχερσώσεως , μισθωτήρια , πληρωμές φόρων , προστίμων , κλπ.)