«Με εξευτέλισε. Με μεταχειρίστηκε σαν ένα κομμάτι κρέας. Ένιωσα σαν να υπέστην βιασμό. Υπέστην βιασμό». Με αυτά τα λόγια και με τρεμάμενη φωνή, από αγανάκτηση, πίκρα, θυμό και κάθε άλλο πιθανό συναίσθημα, μου περιέγραψε η ΑΛΦΑ (σ.σ. το πρόσωπο υπαρκτό και τα στοιχεία διαθέσιμα για κάθε ενδιαφερόμενη Αρχή) τα όσα συνέβησαν κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας της για επέμβαση στον χώρο του χειρουργείου δημόσιου νοσοκομείου στο Ηράκλειο.
Τέλη Μαρτίου μπήκε για μια υστεροσκόπηση. Γυναικολογική επέμβαση και δε θέλει πολύ μυαλό να καταλάβει κανείς πώς νιώθει μια γυναίκα σε ανάλογη περίπτωση. Απόλυτα εκτεθειμένη νιώθει. Ευάλωτη και εκτεθειμένη.
Η ΑΛΦΑ, λοιπόν, είναι στον διάδρομο στα χειρουργεία, ξαπλωμένη στο κρεβάτι φορώντας το ρομπάκι του χειρουργείου και περιμένει τη σειρά της. Πάνω από το κεφάλι της, η αναισθησιολόγος ετοιμάζει την αναισθησία και, βλέποντάς την αγχωμένη, την ενθαρρύνει λέγοντάς της «όλα θα πάνε καλά». Και κάπου εκεί κάνει την εμφάνισή του ο “εργαλειοδότης”, όπως της τον είπαν αργότερα.
«Τον είχα δει από πριν που κυκλοφορούσε στο χειρουργείο με τη ρόμπα ανοιχτή να ανεμίζει πίσω του. Αυτό είναι το χαρακτηριστικό του, περπατάει και ανεμίζει την πράσινη μακριά ρόμπα του», μου λέει.
«Στάθηκε μπροστά μου και πριν προλάβω να καταλάβω τι γίνεται, μου τραβάει το σεντόνι ως λίγο πιο πάνω από τα γόνατα. Σκίζει με μανία το ρομπάκι και με ξεγυμνώνει ως τον αφαλό. Το στήθος μου έξω. Είμαι σε σοκ! Τα μάτια μου τρέχουν ασταμάτητα και δεν μπορώ να αρθρώσω λέξη. Εκείνος με τραβάει να μου βγάλει τα μανίκια από το ρομπάκι που το έχει σκίσει και τραβάει λες κι είμαι τσουβάλι! Σπρώχνει με αυθάδεια και καθόλου σεβασμό το σώμα στο πλάι για να τραβήξει το υπόλοιπο σκισμένο ρομπάκι από την πλάτη. Φαντάσου, η αναισθησιολόγος τού φώναξε “ήρεμα, πιο σιγά!”. Αλλά εκείνος συνέχιζε με βίαιες κινήσεις να προσπαθεί να μου βγάλει το ρομπάκι. Είμαι σε πανικό κι από το στόμα μου δε βγαίνει φθόγγος», μου λέει.
«Ο γιατρός σου; Δεν ήταν κάπου εκεί;», ρωτάω. «Όχι. Υπήρχαν άτομα στα χειρουργεία και πηγαινοερχόταν. Ένιωθα την αναισθησιολόγο πίσω μου. Φαντάσου ήμουν τόσο σοκαρισμένη που, όταν μου είπε “πάρε αναπνοή”, πήρα την πιο βαθιά ανάσα της ζωής μου, έτσι ώστε να με πιάσει η νάρκωση άμεσα, να μη βλέπω, να μην ακούω και να μη νιώθω άλλο αυτόν τον εξευτελισμό», μου απαντά.
Έχουν περάσει μερικές μέρες από τότε που συνέβησαν τα γεγονότα, αλλά η ίδια δεν μπορεί ακόμα να συνέλθει. «Είμαι σε σοκ από εκείνη τη μέρα. Έχασα τον ύπνο μου, το σκέφτομαι συνεχώς, με ταλαιπωρούν εικόνες από εκείνη τη μέρα και πνίγομαι», μου λέει. «Στα λέω για να τα πεις», μου τονίζει. «Στη θέση μου θα μπορούσε να ήταν μια κόρη, φίλη, αδερφή! Αν ήταν άτομο από την οικογένεια κάποιου γιατρού, θα είχε αυτή την αντιμετώπιση;».
«Μην το ψάχνεις… έχει δόντι»
Η ίδια βρήκε το όνομά του, όμως της είπαν «άσ’ το. Μην το ψάχνεις. Τον ξέρουνε, αλλά… έχει δόντι». Λοιπόν κι η ΑΛΦΑ έχει, και μάλιστα όλα της τα δόντια. Γι’ αυτό, λίγο πριν εξέλθει του νοσοκομείου, με το εξιτήριο στο χέρι, πέρασε από το γραφείο των γιατρών της κλινικής.
«Συγνώμη, αλλά θέλω να σας αναφέρω τι μου συνέβη στο χειρουργείο», τους είπε, και τους τα είπε. Η αντίδραση; Ο μεν μόνιμος και διαπρεπής γιατρός της κλινικής συνέχισε να γράφει στον υπολογιστή του, παριστάνοντας ότι δεν άκουσε τίποτα, ο δε ειδικευόμενος έριξε την ευθύνη σε άλλη κλινική…
Την ίδια εκείνη μέρα η ΑΛΦΑ μου έστειλε μήνυμα πως πρέπει να την ακούσω. Και την άκουσα. Και τώρα διαβάζετε κι εσείς τι της συνέβη. Και κάντε οι υπεύθυνοι τα κουμάντα σας. Τέτοιες συμπεριφορές πρέπει να τιμωρούνται κι όχι να συγκαλύπτονται. Οι ασθενείς επιβάλλεται να αντιμετωπίζονται από όλους με σεβασμό. Όχι γιατί είναι ασθενείς – ένα παραπάνω αυτό – αλλά γιατί είναι άνθρωποι. Και στα δημόσια νοσοκομεία ερχόμαστε γιατί τα πιστεύουμε και γιατί μας ανήκουν. Σε εμάς. Τον λαό. Δε φτάνει, δηλαδή, η αγωνία για την υγεία σου, θα πρέπει να αντιμετωπίζεις και τον κάθε θρασύ “εργαλειοδότη”, που “έχει δόντι” και νομίζει πως μπορεί να σε αντιμετωπίζει σαν ένα κομμάτι κρέας; Ως εδώ!