Το εστιατόριο που είχε δημιουργήσει η Ντέμη με τη σύντροφό της στην Πάρο δεν υπάρχει πια – Τι αποκάλυψε η Μαριαλένα Ξηρομερίτη.
Σχεδόν δυο μήνες έχουν περάσει από τον θάνατο της Ντέμης Γεωργίου, της 39χρονης σεφ που έφυγε ξαφνικά από τη ζωή. Ο θάνατός της βύθισε στο πένθος την οικογένειά της, τους φίλους και τη σύντροφό της με την οποία είχε δημιουργήσει ένα όμορφο εστιατόριο στην Πάρο.
Ωστόσο, σύμφωνα με την Μαριαλένα Ξηρομερίτη το εστιατόριο δεν υπάρχει πια, έκλεισε μετά τον θάνατο της Ντέμης.
Σε δηλώσεις της στο TLIFE, η Μαριαλένα Ξηρομερίτη αποκάλυψε τη ζωή της μετά τον θάνατο της συντρόφου της, με την οποία είχαν σχεδιάσει να παντρευτούν τον Σεπτέμβριο.
Παράλληλα, αποκάλυψε ότι το μαγαζί που διατηρούσε στην Πάρο μαζι με τη Ντέμη Γεωργίου έκλεισε οριστικά.
“Είναι βίαιο όλο αυτό, όπως μπορεί να είναι ένας άνθρωπος μετά από ένα τέτοιο γεγονός. Είναι σοκ, δεν μπορεί ο θάνατος να είναι ευχάριστος. Απλά πρέπει να αποδεχτούμε πράγματα… Ο χαμός της Ντέμης ήταν μεγάλη σφαλιάρα!. Ήμασταν μια χαρά, δουλεύαμε στο μαγαζί, ήταν πολύ ωραία η φάση γενικώς και ήταν τόσο απότομο το κόψιμο… Τη μία μέρα ήμασταν στη θάλασσα κι ένιωθα τόσο χαρούμενη που βρήκαμε επιτέλους τρία λεπτά για τον εαυτό μας, γιατί ήταν πολύ σπάνιο φαινόμενο, και την άλλη μέρα απλά γυρνάω σπίτι και… Δεν κατάλαβα τίποτα. Μέχρι να συνειδητοποιήσω τι είχε γίνει, ήταν απίστευτο το σοκ”.
Για το μαγαζί στην Πάρο, η Μαριαλένα Ξηρομερίτη είπε:
“Απλώς δεν με ένοιαζε… Δηλαδή, όταν το έφτιαχνα το μαγαζί ήταν η ενέργεια που υπήρχε από δύο ανθρώπους, είχε πάρα πολύ δυνατό συναίσθημα όλο το μαγαζί… Ήταν, πώς είναι ένα παιδί που το περιμένεις να γεννηθεί… Είχε λαχτάρα, πολύ μεγάλη!
Έγινε και ξαφνικά δεν ήταν το ίδιο, απλά δεν ήταν το ίδιο χωρίς εκείνη. Θα μπορούσα πολύ άνετα να το κάνω, να το τρέξω αλλά το ένιωθα τόσο ξένο… Καθόμουν την τελευταία ημέρα σε ένα πεζουλάκι που είχαμε, κάτω από το μπαρ και το έβλεπα κι αναρωτιόμουν: “Είσαι εσύ κι εγώ είμαι εγώ; Είμαστε σίγουροι ότι είμαστε στον ίδιο χώρο και αυτό είναι το δικό μου το “παιδί”, το δικό μου “σπίτι;” Ήταν ό,τι πιο ξένο.
Ένιωσα ότι δεν του ανήκω, ότι δεν μου ανήκει… Κάθισα πάρα πολλές ώρες μέσα στο μαγαζί… Ήμουν από το πρωί μέχρι το βράδυ για τουλάχιστον ένα τετραήμερο και το κοιτούσα και το ανέλυα… Το άφηνα να μου μιλάει και νομίζω ότι δεν τα είπαμε όπως θα έπρεπε… Ένιωσα ότι κάτι θα λείπει πάντα, δεν θα είναι αρτιμελές και θα λείπει κομμάτι το οποίο είναι ήδη ένα δικό μου κομμάτι, η Ντέμη ήταν οικογένεια! Σε κάθε επίπεδο, είτε ήμασταν μαζί, είτε δεν ήμασταν, είχαμε μία σχέση πολύ ιδιαίτερη και μαγειρικά που έχουμε συνεργαστεί εκτός και αργότερα και στο δικό μας και σε προσωπικό επίπεδο ήταν τελείως διαφορετικά…”.