Ο 15χρονος που δολοφόνησε τον πατέρα του επειδή βίαζε την αδερφή του. Έβαλε ποντικοφάρμακο στο χάπι για την καρδιά
«Έφυγε από τη μέση ένας εγκληματίας. Γλίτωσε η αδερφή μου. Ας κρίνει ο Θεός αν αμάρτησα».
Η δήλωση ανήκει σε έναν δεκαπεντάχρονο που δολοφόνησε τον πατέρα του. Η αδελφή του ήταν ένα χρόνο μικρότερη. Μέχρι τον «ξαφνικό θάνατο» του πατέρα τους, η τετραμελής οικογένεια έμοιαζε σαν όλες τις άλλες του χωριού. Ο νοικοκύρης στο μεροκάματο, η μητέρα στο σπίτι, τα παιδιά στο σχολείο. Άλλωστε, η καθημερινότητα στην Στενή Ευβοίας ήταν γενικώς ήρεμη. Ο ορεινός οικισμός βόρεια της Χαλκίδας ήταν μία μικρή φιλήσυχη κοινότητα. Όλοι γνωρίζονταν μεταξύ τους και εμπιστεύονταν τον διπλανό τους.
Τον Ιανουάριο του 1977, η ρουτίνα έσπασε με άσχημο τρόπο. Στις 12 Ιανουαρίου, ο πατέρας της τετραμελούς οικογένειας, μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο Χαλκίδας με φριχτούς πόνους στο στομάχι. Από εκεί οι γιατροί, που έκριναν ότι η κατάστασή του ήταν εξαιρετικά κρίσιμη, τον έστειλαν στην Αθήνα. Ύστερα από πέντε μέρες νοσηλείας, εξέπνευσε. Ως αιτία θανάτου στο πιστοποιητικό αναγράφηκε η τροφική δηλητηρίαση. Το σώμα του μεταφέρθηκε πίσω στην Στενή για να κηδευτεί από τους δικούς του ανθρώπους.
Ωστόσο, στο χωριό είχαν ήδη αρχίσει να ακούγονται «ψίθυροι». Πολλοί πίστευαν ότι ο θάνατος του οικογενειάρχη δεν ήταν δυστύχημα. Υποστήριζαν ότι κάποιος από το οικογενειακό του περιβάλλον τον είχε δηλητηριάσει. Οι φήμες και κυρίως οι καταγγελίες, δεν άργησαν να φτάσουν στα γραφεία της Αστυνομίας. Παρότι η υπόθεση είχε κλείσει, ο αστυνομικός του χωριού αποφάσισε να ερευνήσει κατά πόσο τα όσα ακούγονταν είχαν βάση. Έτσι, αρκετούς μήνες μετά το συμβάν κάλεσε τα μέλη της οικογένειας να καταθέσουν.
Το ενδιαφέρον του κέντρισε ο 15χρονος γιος. Ο αστυνομικός άρχισε να τον καλεί στο τμήμα σε τακτική βάση, έκανε διευκρινιστικές ερωτήσεις και του ζητούσε να επαναλάβει όσα είχε πει στην αρχική του κατάθεση. Σταδιακά ο μικρός κατάλαβε ότι τον υποπτευόταν. Κάθε φορά έδειχνε όλο και πιο νευρικός και ήταν εμφανές ότι έκρυβε ένα μυστικό. Του πήρε δύο χρόνια, όμως τελικά λύγισε. Τον Δεκέμβριο του 1979, ο 17χρονος πλέον, ομολόγησε την αλήθεια στον αστυνομικό, ξεσπώντας σε κλάματα.
«Κάθε βράδυ έβλεπα από το διπλανό δωμάτιο που κοιμόμουν, τον πατέρα μου να γδύνει την αδελφή μου, να τη ρίχνει στο κρεβάτι και να την ατιμάζει. Παρόλο που ήμουν μικρός, καταλάβαινα το έγκλημα του πατέρα και πήρα την απόφαση να τον σκοτώσω».
Ο πατέρας του έπασχε από την καρδιά του και τα φάρμακα που έπαιρνε ήταν σε μορφή κάψουλας. Μία μέρα ο 15χρονος αντικατέστησε το εσωτερικό από δύο κάψουλες με ποντικοφάρμακο. Έπειτα τις έβαλε πίσω στο κουτί. Το ίδιο βράδυ, ο ανυποψίαστος πατέρας πήρε τα φάρμακά του. Η συνέχεια είναι γνωστή. Η επήρεια του δηλητηρίου ήταν άμεση και το θύμα μεταφέρθηκε με φριχτούς πόνους στο νοσοκομείο, όπου και κατέληξε μία εβδομάδα αργότερα.
«Έφυγε από τη μέση ένας εγκληματίας. Γλίτωσε η αδερφή μου. Ας κρίνει ο Θεός αν αμάρτησα. Τώρα που τα είπα όλα ξαλάφρωσα», έκλεισε την ομολογία του ο νεαρός πατροκτόνος. Οι αποκαλύψεις σόκαραν τη μικρή κοινότητα της Στενής. Κανείς δεν μπορούσε να πιστέψει τι συνέβαινε πίσω από τις κλειστές πόρτες του σπιτιού της φιλήσυχης οικογένειας. Λόγω του ότι ο δράστης ήταν ανήλικος και είχαν ήδη παρέλθει δύο χρόνια από το έγκλημα, οι εφημερίδες δεν κάλυψαν το γεγονός εκτενώς. Παρομοίως, όταν ο σκηνοθέτης Πάνος Κοκκινόπουλος διασκεύασε την υπόθεση για τη μικρή οθόνη, άλλαξε τις ηλικίες των πρωταγωνιστών. Το επεισόδιο «Σε πρώτο βαθμό» της «10ης εντολής» και οι «Ενοχές» της «Ανατομίας ενός Εγκλήματος» είναι βασισμένα στην υπόθεση που συντάραξε τη Χαλκίδα. Και στις δύο τηλεοπτικές εκδοχές, τα αδέλφια παρουσιάζονται ως ενήλικα. Σύμφωνα με τους τίτλους τέλους της σειράς, το δικαστήριο αναγνώρισε ελαφρυντικά στον 15χρονο δράστη και τον καταδίκασε σε 8 χρόνια κάθειρξη. Αποφυλακίστηκε στα 3. Τόσο ο ίδιος, όσο η μητέρα και η αδερφή του δεν επέστρεψαν ποτέ στο χωριό.
Σημείωση: Η Μηχανή του Χρόνου δεν αναφέρει τα ονόματα των πρωταγωνιστών της ιστορίας για προφανείς λόγους.