Η Ελλάδα είναι μοναδική, γεωγραφικά, ιστορικά και συναισθηματικά,
λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ένας «Έλληνας επιλογής», ο Κάρλος Μάρτιν Ρουίζ ντε Γκορντεγουέλα
Δηλώνει Ισπανός, Ευρωπαίος και «Έλληνας επιλογής», όπως χαρακτηριστικά λέει. «Δεν υπάρχει φιλοισπανός, φιλοπορτογάλος, φιλογάλλος. Υπάρχει μόνον φιλέλληνας κι αυτό σημαίνει πολλά», τονίζει.
Ο Κάρλος Μάρτιν Ρουίζ ντε Γκορντεγουέλα (Carlos Martin Ruiz de Gordejuela) έχει γεννηθεί και μεγαλώσει στο Μπιλμπάο, στη Χώρα των Βάσκων, αλλά μιλά τα ελληνικά …όπως ένας Έλληνας. Είναι παντρεμένος με Ελληνίδα και η κόρη του, που μεγαλώνει στην Αθήνα -την επισκέπτεται τα Σαββατοκύριακα-, είναι μια δίγλωσση έφηβος. Είναι υπάλληλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τα τελευταία χρόνια είναι εκπρόσωπος του επιτρόπου Ανθρωπιστικής Βοήθειας και Διαχείρισης Κρίσεων Χρήστου Στυλιανίδη.
Σημειώνεται πως οι Βάσκοι είναι ούτως ή άλλως ελληνικής καταγωγής.
Ήρθε να μείνει για πρώτη φορά στην Ελλάδα το 2000, εργαζόμενος για την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και συνέχισε το 2007 ως επικεφαλής του Γραφείου Τύπου και Επικοινωνίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Το 2015 επέστρεψε στις Βρυξέλλες, ως επικεφαλής Τύπου και ΜΜΕ για την ισπανική αντιπροσωπεία και από το 2016 εντάχθηκε στο δυναμικό του γραφείου του Κύπριου επιτρόπου.
Πώς και γιατί, όμως, επέλεξε να αναπτύξει σχέση δεύτερης πατρίδας με την Ελλάδα;
Όλα ξεκίνησαν στην πατρική του οικογένεια, όταν ο πατέρας του -καλός γνώστης των λατινικών, αλλά όχι πολύ καλός γνώστης των αρχαίων ελληνικών, όπως σημειώνει- του κληροδότησε τη βαθιά του αγάπη για τους αρχαιοελληνικούς μύθους. Η Οδύσσεια του Ομήρου διατηρεί πάντα ένα ιδιαίτερο κομμάτι στην ψυχή και το πνεύμα του, όπως και η Ιστορία της Ελλάδας που ανίχνευε από νεαρή ηλικία. Το εφηβικό ταξίδι με τους γονείς του στην Αθήνα, τις Μυκήνες, την Επίδαυρο, τον έπεισε ότι πρόκειται πράγματι για μια παραμυθένια χώρα.
του σπουδές στα ευρωπαϊκά θέματα τον οδήγησαν στις Βρυξέλλες, πρώτη του -εξωσχολική- έγνοια ήταν να γνωρίσει Έλληνες και να βρει τον Έλληνα που θα ενδιαφερόταν να μάθει ισπανικά με ανταλλαγή μαθήματα νέας ελληνικής. Τότε οι Έλληνες των Βρυξελλών τον ρωτούσαν γεμάτοι περιέργεια γιατί ήθελε να μάθει ελληνικά και εξηγούσε ότι τα προτιμούσε από τα αρχαία ελληνικά, διότι ο κόσμος δεν μιλάει πλέον αρχαία ελληνικά. Αυτό ήταν και το μοναδικό του δίλημμα: Εάν θα μάθαινε καλά τα αρχαία ή τα νέα ελληνικά.
Διάβαζε ελληνικά με ζέση από νεαρός, άκουγε ελληνική μουσική και το 1999 παντρεύτηκε Ελληνίδα. Σήμερα η κόρη τους, όπως λέει, είναι τυχερή διότι έχει δυο τόπους αναφοράς, έχει δυο ζωές. Τα Σαββατοκύριακα, που έρχεται στην Αθήνα, όταν πηγαίνει με την κόρη του στο κέντρο και βλέπει την Ακρόπολη, της λέει πόσο τυχερή είναι που την βλέπει από μικρή, ενώ ο ίδιος την είδε σε πολύ μεγαλύτερη ηλικία. Όμως, εξηγεί, είναι σύμφυτο με την ανθρώπινη φύση να μην εκτιμά στο βαθμό που αξίζει ό,τι έχει, κι ας είναι πολύ σημαντικό.
Και είναι πολλοί οι ξένοι που μοιράζονται το ίδιο βαθύ συναίσθημα για την Ελλάδα, λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ. Κι αυτό δεν νομίζει ότι το μοιράζονται ξένοι για άλλη χώρα. Γι αυτό υπάρχει η λέξη φιλέλληνας. Δεν υπάρχει φιλοισπανός, φιλοπορτογάλος, φιλογάλλος. Υπάρχει μόνον φιλέλληνας, τονίζει.
Η Ελλάδα είναι ιδιαίτερη. Μοναδική. Όχι μόνον γεωγραφικά, αλλά και ιστορικά και συναισθηματικά. Πηγαίνεις στις Μυκήνες, στη Σπάρτη, στην Κέρκυρα από όπου πέρασε ο Οδυσσέας και ξέρεις ότι κάθε τόπος κάτι σημαίνει. Ανεβαίνεις στον Όλυμπο και δεν πηγαίνεις απλά σε ένα βουνό. Πηγαίνεις στο σπίτι των 12 θεών της αρχαίας Ελλάδας. Ποιο βουνό έχει τέτοια ιστορίας, ποιο κουβαλάει τέτοιους μύθους; Κανένα. Η Ελλάδα είναι ένα όνειρο, μια ιδέα. Είναι τα παραμύθια της παιδικής του ηλικίας.