Ημερίδα με θέμα, «Πρώτη Αποτίμηση της υπογραφείσης συμφωνίας Ελλάδος – ΠΓΔΜ», για το ονοματολογικό της ΠΓΔΜ, πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια αποψινής ημερίδας, στην αίθουσα εκδηλώσεων της Εταιρίας Μακεδονικών Σπουδών.
Ο επίκουρος καθηγητής δημοσίου και διεθνούς δικαίου της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ, Μιλτιάδης Σαρηγιαννίδης υπογράμμισε ότι ένα θετικό στοιχείο προκύπτει από το erga omnes, αν και προβλέπεται μια μακροπρόθεσμη εφαρμογή του. Χαρακτήρισε, όμως, ως «ανεξήγητη» την λύση που δόθηκε για τη γλώσσα, διερωτώμενος γιατί, αφού κανείς δεν διαφωνεί ότι αυτή «ομαδοποιείται στις νοτιοσλαβικές γλώσσες» δεν βρέθηκε ένας καλύτερος προσδιορισμός. Χαρακτήρισε επίσης, «ως προσπάθεια να συμβιβαστούν τα ασυμβίβαστα» τα συμφωνηθέντα στο θέμα της ιθαγένειας.
«Δε μιλάμε για την αναγνώριση εθνότητας, μιλάμε για την ιθαγένεια, μιλάμε για υπηκοότητα, δηλαδή, για τον νομικό δεσμό που συνδέει το κράτος με τους υπηκόους του. Συνεπώς, αν είσαι πολίτης της Ν. Αφρικής είσαι νοτιοαφρικανός, αν είσαι πολίτης της Β. Μακεδονίας είσαι βορειομακεδόνας. Εάν έπρεπε λοιπόν, να δώσουμε οπωσδήποτε το ζήτημα της ταυτότητας, της ιθαγένειας και της γλώσσας, θα έπρεπε να είμαστε πιο προσεκτικοί» είπε ο κ. Σαρηγιαννίδης και πρόσθεσε: «Το γεγονός ότι έχουμε «Μακεδόνες/πολίτες της Β. Μακεδονίας» και γλώσσα «μακεδονική», είναι μια επιλογή που περιορίζει την επιτυχία του erga omnes».
Στα επιμέρους άρθρα της συμφωνίας αναφέρθηκε, αναλύοντας τα, ο επίκουρος καθηγητής νεώτερης και σύγχρονης ιστορίας του τμήματος Ευρωπαϊκών και Διεθνών σπουδών του ΠΑΜΑΚ, Νικόλαος Βασιλειάδης.
«Εν κατακλείδι, η συμφωνία είναι σε βάρος των ελληνικών εθνικών συμφερόντων» είπε ο κ. Βασιλειάδης. Υποστήριξε ότι οι προβλέψεις της αναιρούν «το μέχρι τώρα επίσημο εθνικό ιστορικό αφήγημα». Ισχυρίστηκε, επίσης, ότι «και εν τοις πράγμασει θα προκύψουν πολλά ζητήματα (στις επωνυμίες, στα σχολικά βιβλία, κλπ.) που προφανώς θα λειτουργήσουν σε βάρος της Ελλάδας» και διερωτήθηκε: «Γιατί τόση σπουδή; Ποιών τα συμφέροντα εξυπηρετεί, ή άρον-άρον «διευθέτηση» του ζητήματος;».
Σε «ποσοστό 20%» προσδιόρισε σχηματικά, τα οφέλη της συμφωνίας για την Ελλάδα, ο καθηγητής του πανεπιστημίου Notre Dame και πρόεδρος του Αυστραλιανού Ινστιτούτου Μακεδονικών Σπουδών, Αναστάσιος Τάμης, σημειώνοντας ότι πιο ισορροπημένη λύση θα ήταν η συνομολόγηση μιας σύνθετης, αλλά «ενιαίας και αδιαίρετης ονομασίας», αμετάφραστης (π.χ. (Γκορναμακεντόνια, Σεβερναμακεντόνια, κ.α.). Αυτό δεν επετεύχθη, όπως δεν επετεύχθησαν και τα επιδιωκόμενα στο ζήτημα της ταυτότητας και της γλώσσας.
Ο κ. Τάμης υποστήριξε ότι η συμφωνία αυτή δημιουργεί «νέες συνθήκες» και «νέους κύκλους αντιπαράθεσης» στις σχέσεις των ομογενών των δύο λαών στο εξωτερικό, αλλά και εσωτερικές «διχογνωμίες» στη Διασπορά και στη σχέση της με τη χώρα.
Ο πρόεδρος της ΕΜΣ, Βασίλειος Παππάς υπογράμμισε ότι «στον πυρήνα της ελληνικής επιχειρηματολογίας όλα τα προηγούμενα χρόνια, υπήρξε η αποφυγή της χρήσης του όρου Μακεδονία από την ονομασία του νέου κράτους, καθώς σωστά κρίθηκε ότι ο Μακεδονισμός αποτελεί το όχημα του αλυτρωτισμού των Σκοπίων». Χαρακτήρισε ως «αναμφίβολα αρνητικές» τις εξελίξεις, παρέπεμψε στα δύο σχετικά ψηφίσματα της ΕΜΣ και προανήγγειλε σειρά δράσεων από την ΕΜΣ (κείμενο διαφωνίας για τη συμφωνία προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ημερίδες, ενημέρωση της ελληνικής και διεθνούς κοινής γνώμης, κ.α.).
«Η ΕΜΣ παρακολουθεί – και θα συνεχίσει – σε καθημερινή βάση να παρακολουθεί τις εξελίξεις» τόνισε ο κ. Παππάς.