Λίγο πριν ζήσει τη μοναδική εμπειρία της μητρότητας, η Elena Sheppard ήρθε αντιμέτωπη με μια απρόσμενη νευρολογική πάθηση που επηρέασε το πρόσωπό της, αλλά και την καθημερινότητά της, ενισχύοντας την ανάγκη ενημέρωσης γύρω από καταστάσεις που συχνά παραμένουν αόρατες.
Η διάγνωση που διέκοψε την προσμονή της μητρότητας
Η 35χρονη Elena Sheppard ξύπνησε ένα πρωί με περίεργη αίσθηση γύρω από το στόμα, και λίγες ώρες αργότερα ο σύζυγός της παρατήρησε ότι το μισό της πρόσωπο είχε χαλαρώσει. Οι γιατροί της διέγνωσαν παράλυση Bell, μια σπάνια νευρολογική διαταραχή που προκαλεί οξεία, μονόπλευρη αδυναμία των μυών του προσώπου. Παρότι προσβάλλει λιγότερο από το 1% του πληθυσμού των ΗΠΑ, οι έγκυες γυναίκες έχουν έως και τετραπλάσιο κίνδυνο. Ευτυχώς, η κατάσταση ήταν προσωρινή και η Elena γέννησε δύο υγιέστατα αγοράκια, ενώ αναμένει τη σταδιακή αποκατάσταση της κινητικότητας στο πρόσωπό της. Όπως δηλώνει, «Το μάτι μου δακρύζει ακόμα κι αυτό είναι το πιο ενοχλητικό. Δεν μπορώ να το κλείσω καθόλου και στην αρχή έπρεπε να το κλείνω με ειδική ταινία. Επιπλέον, δεν μπορώ να κουνήσω καθόλου τα χείλη μου και να τρίψω τη μύτη μου».
Συμπτώματα και διάκριση από το εγκεφαλικό
Η παράλυση Bell εμφανίζεται αιφνίδια και κορυφώνεται συνήθως εντός 48 ωρών. Ο πάσχων μπορεί να βιώσει πτώση της γωνίας του στόματος, δυσκολία στο κλείσιμο του βλεφάρου, απώλεια γεύσης, ζάλη, πονοκέφαλο ή ακόμη και σπασμωδικές κινήσεις του προσώπου. Η κλινική εικόνα μπορεί να μοιάζει με εγκεφαλικό επεισόδιο, γι’ αυτό οι γιατροί επισημαίνουν την ανάγκη άμεσης αξιολόγησης ώστε να αποκλειστεί κάτι πιο σοβαρό. Ο καθηγητής Kofi Boahene από το Johns Hopkins τονίζει πως η θεραπεία πρέπει να ξεκινήσει εντός 72 ωρών για να είναι αποτελεσματική, καθώς μετά τις επτά ημέρες η ανταπόκριση μειώνεται σημαντικά.
Αντιμετώπιση και μακροπρόθεσμη αποκατάσταση
Η θεραπευτική προσέγγιση περιλαμβάνει κορτικοστεροειδή, αναλγητικά και βιταμίνες του συμπλέγματος B, ενώ σε πιο επίμονες περιπτώσεις μπορεί να ενδείκνυται φυσιοθεραπεία. Η χρήση λιπαντικών οφθαλμικών σταγόνων, καθώς και η προστασία του ματιού με τεχνητό κλείσιμο, είναι απαραίτητες λόγω της αδυναμίας πλήρους σύγκλεισης του βλεφάρου, που ενδέχεται να οδηγήσει σε ξηρότητα ή έλκη κερατοειδούς. Η πρόγνωση είναι θετική, με το 80-85% των ασθενών να αναρρώνει πλήρως εντός 2-3 εβδομάδων. Σε περιπτώσεις πλήρους παράλυσης, αυξάνεται η πιθανότητα μόνιμων υπολειμμάτων, ενώ το 7% των πασχόντων ενδέχεται να εμφανίσει υποτροπή μέσα σε μία δεκαετία.
Χειρουργικές λύσεις και δύναμη μέσα από την εμπειρία
Αν τα συμπτώματα δεν βελτιωθούν σε διάστημα 3 έως 6 μηνών, οι γιατροί μπορεί να προτείνουν χειρουργική επέμβαση για τη διόρθωση της βλεφαρόπτωσης ή άλλων λειτουργικών προβλημάτων. Η Elena, επιλέγοντας να κοινοποιήσει την εμπειρία της, επιχειρεί να σπάσει την εικόνα της τελειότητας που κυριαρχεί στη δημόσια σφαίρα, δηλώνοντας: «Βλέπουμε συνεχώς εικόνες τελειότητας και αυτό είναι εντελώς μη ρεαλιστικό για τη ζωή όλων… αν είχα δει περισσότερες εικόνες από ανθρώπους που πάσχουν από παράλυση Bell, δεν θα είχα τρομοκρατηθεί τόσο πολύ». Μέσα από την προσωπική της δοκιμασία, μετατρέπει την αδυναμία σε ενσυναίσθηση και ενδυνάμωση, ενθαρρύνοντας τον ανοιχτό διάλογο γύρω από σπάνιες παθήσεις και τις ψυχολογικές προκλήσεις που τις συνοδεύουν.