Τουρκικό ισλαμικό σχέδιο καταπίεσης και εκδίωξης των χριστιανών όλων των δογμάτων, ειδικά των ελληνορθόδοξων στην Τουρκία ανακάλυψε το αμερικανικό ινστιτούτο gatestoneinstitute, το οποίο στηλιτεύει ουσιαστικά την πολιτική του Ερντογάν, ο οποίος φέρεται με απολυταρχικό τρόπο σε όλους τους μη μουσουλμάνους.
Η κύρια αιτία όμως ενός τουρκικού ενδόμυχου φόβου για τους Χριστιανούς, είναι η τυχόν απώλεια, λόγω συγκυριών, των εδαφών που καταλαμβάνει η σημερινή τουρκική επικράτεια, η οποία αποτελεί… γη ελληνική βέβαια μέχρι τα βάθη της, που βγάζουν συνεχώς ελληνικά αγάλματα, αρχαίους και ορθόδοξους ναούς, κάτι που προκαλεί τρόμο στους σημερινούς Τούρκους πολίτες.
Η σημασία αυτής της «έκθεσης» ουσιαστικά, του ινστιτούτου των ΗΠΑ για τις θρησκευτικές ελευθερίες έχει μεγάλη σημασία και ταυτόχρονα αποτελεί κόλαφο για τον «προστάτη» των απανταχού σουνιτών μουσουλμάνων με το επίθετο Ερντογάν, του οποίου η καταγωγή ενδέχεται να είναι χριστιανική σύμφωνα με τον πρώην Α/ΓΕΣ Φ.Φράγκο.
Το ινστιτούτο αναφέρει ότι σήμερα, μόνο το 0,2% του πληθυσμού της Τουρκίας, των 80 εκατομμυρίων, είναι χριστιανοί.
Η χριστιανική γενοκτονία της περιόδου 1913-1923 στην Οθωμανική Τουρκία και το πογκρόμ του 1955 στην Κωνσταντινούπολη, είναι μερικά από τα σημαντικότερα γεγονότα που οδήγησαν σε μεγάλο βαθμό στην καταστροφή της αρχαίας χριστιανικής κοινότητας της χώρας.
Ωστόσο, ακόμη και σήμερα, μετά την ένταξη της Τουρκίας στο Συμβούλιο της Ευρώπης το 1949 και το ΝΑΤΟ το 1952, οι χριστιανοί ιεραποστόλοι και πολίτες εξακολουθούν να καταπιέζονται στην χώρα αυτή.
Φαίνεται ότι υπάρχουν δύο λόγοι για αυτό. Ο πρώτος έχει να κάνει με την άποψη του Ισλάμ για τους Κιαφείρ («άπιστοι»). Όπως λέει ο Αμερικανός Δρ Bill Warner, διευθυντής του Κέντρου Μελέτης Πολιτικού Ισλάμ (CSPI):
Α. «Το δόγμα του Κορανίου για τους καφείρ λέει ότι είναι μισητοί και φίλοι του Σατανά. «Οι Κιαφίρ μπορούν να εξοντωθούν, να σκοτωθούν, να βασανιστούν, να βιαστούν, να κοροϊδευτούν, να καταραστούν, να καταδικαστούν και να καταστραφούν», σύμφωνα με τις ισλαμικές οδηγίες.
Ο Warner περιγράφει επίσης την καταστροφή του ελληνικού χριστιανικού πολιτισμού στην Ανατολία:
«Η διαδικασία εξόντωσης χρειάστηκε αιώνες, μερικοί άνθρωποι πιστεύουν ότι όταν το Ισλάμ εισέβαλε, οι Kafirs είχαν την επιλογή του εξισλαμισμού ή του θανάτου. «Όχι, απολύτως όχι, ίσχυε ο νόμος της Σαρία αναφέρει ο ίδιος για «το καθεστώς των ανθρώπων που έζησαν κάτω από αυτούς τους νόμους».
Οι Κιαφίρ πλήρωναν βαρύς φόρους, δεν μπορούσαν να καταθέσουν ενώπιον δικαστηρίου, να κατέχουν θέση εξουσίας επί των μουσουλμάνων και εξευτελίζονταν συνεχώς από τους κοινωνικούς κανόνες.
Ένας Κιαφίρ έπρεπε να αποφεύγει την συνάντηση με μουσουλμάνους, να τους προσφέρει το κάθισμά του, δεν μπορούσε να μεταφέρει όπλο και να απειλήσει έναν μουσουλμάνο. Σε όλα τα κοινωνικά θέματα οι μη μουσουλμανικοί πληθυσμοί έπρεπε να υπακούν πιστά τους μουσουλμάνους.
Μετά από αιώνες, η υποβάθμιση, η έλλειψη δικαιωμάτων και οι φόροι εναντίον τους, προκάλεσαν αλυσιδωτές εξεγέρσεις κατά της οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Παρά το γεγονός ότι το τουρκικό σύνταγμα δεν βασίζεται στον νόμο της Σαρία, η σκέψη και η συμπεριφορά των περισσότερων Τούρκων παραμένουν σε μεγάλο βαθμό ισλαμικές.
Σύμφωνα με τον καθηγητή Ali Çarkoğlu του Πανεπιστημίου Koç, ο οποίος διενήργησε έρευνα σχετικά με τον εθνικισμό και τον καθηγητή Ersin Kalaycıoğlu του Πανεπιστημίου Sabancı:
«Ένα θέμα που διαφοροποιεί την Τουρκία από τον υπόλοιπο κόσμο είναι ότι η εθνική ταυτότητα διαμορφώνεται κυρίως από τη θρησκευτική ταυτότητα.
Το τι κάνει έναν Τούρκο γηγενή δεν οφείλεται τόσο στην εθνικότητα όσο στη γλώσσα που μιλάει αλλά κυρίως στην θρησκεία του. Η μεγάλη πλειοψηφία των Τούρκων επίσης πιστεύει ότι δεν υπάρχει τίποτα στην ιστορία τους για το οποίο θα πρέπει να ντρέπονται.
[Δεν] αισθάνονται κοντά στην Ευρώπη ή την Μέση Ανατολή – βασικά αισθάνονται κοντά μόνο στους εαυτούς τους.
Η ταυτότητα είναι κάτι παράξενο για το τουρκικό μυαλό. Οι Τούρκοι είναι Τούρκοι και ένα εντυπωσιακό γεγονός σε ερώτηση που έγινε σε εκατοντάδες Τούρκους πολίτες ήταν, «αν υπήρχε περίπτωση όλοι στον πλανήτη να ήταν Τούρκοι, ο κόσμος θα ήταν ένας καλύτερος;, υπήρξαν θετικές απαντήσεις σε συντριπτικό ποσοστό, χωρίς καμία αυτοκριτική».
β. Ο άλλος λόγος της εκδίωξης των Χριστιανών στην Τουρκία φαίνεται να είναι ένας ευρύς φόβος, που συνορεύει με την παράνοια, ότι οι Χριστιανοί επιδιώκουν μέσω της προσηλυτισμού, να πάρουν πίσω τα εδάφη της Τουρκίας που είχαν στην κατοχή τους πριν από την τουρκική κατάκτηση.
Μια έκθεση του 2001 του Εθνικού Οργανισμού Πληροφοριών (ΜΙΤ), για παράδειγμα, υποστηρίζει ότι «στον Πόντο, στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας, υπάρχουν χριστιανοί Γιαζίντι, Χαλδαίοι, ορθόδοξοι, όπως και Χριστιανοί Κούρδοι στη νοτιοανατολική Τουρκία, Αρμένιοι χριστιανοί στην ανατολική Τουρκία καθώς επίσης και στις περιοχές των μικρασιατικών παραλίων και στην Κωνσταντινούπολη, στις οποίες δρουν οι Χριστιανοί Ιεραπόστολοι.
Επιπλέον, απόρρητη έκθεση του τουρκικού στρατού του 2004 υποστηρίζει ότι το 10% του συνολικού πληθυσμού της Τουρκίας θα είναι χριστιανοί έως το έτος 2020.
Κατά ειρωνικό τρόπο, πριν από τη χριστιανική γενοκτονία του 1913-1923, ο πληθυσμός της επικράτειας που καταλαμβάνει σήμερα η Τουρκία ήταν περίπου 14 εκατομμύρια, περίπου το ένα τρίτο (4,5 εκατομμύρια).
Η γενοκτονία άφησε σε μεγάλο βαθμό την Οθωμανική Αυτοκρατορία και την σημερινή Τουρκία με μικρό χριστιανικό πληθυσμό, δημιουργώντας μια σχεδόν εξ ολοκλήρου μουσουλμανική χώρα (τουλάχιστον φαινομενικά).
Παρά αυτήν την εγκληματική τους ιστορία, πολλοί Τούρκοι εξακολουθούν να στοχεύουν τους χριστιανούς χωρίς λόγο.
Πολλές δημόσιες προσωπικότητες, συμπεριλαμβανομένων των πολιτικών, των ακαδημαϊκών, αστυνομικών και συνδικάτων, «δαιμονοποιούν» τους Χριστιανούς ιεραποστόλους, κατηγορώντας τους ότι ασχολούνται με «αποσχιστικές», «απειλητικές», «επιθετικές», «καταστρεπτικές» και «τρομοκρατικές» δραστηριότητες κατά του τουρκικού κράτους.
Ο επίσημος ιστότοπος των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων, για παράδειγμα, χρονολογεί με υπερηφάνεια την ίδρυση του τουρκικού στρατού στο «209 π.Χ. κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Αυτοκρατορίας των Χαν», των οποίων οι ηγεμόνες και οι στρατιώτες, σύμφωνα με τον ιστορικό Joshua J. Mark αναφέρονται, «ως βάρβαροι που έσπερναν τον θάνατο και την καταστροφή οπουδήποτε και αν πήγαν», συμπεριλαμβανομένης της Ευρώπης.
Ο τουρκικός στρατός, μέλος του ΝΑΤΟ, μπορεί να υπερηφανεύεται επίσης για τους Τούρκους που «υπέταξαν και κυριάρχησαν σε πολλούς λαούς, έθνη και κράτη σε μια ευρεία γεωγραφική περιοχή που εκτείνεται από την Ασία στην Ευρώπη και την Αφρική».
Αυτές οι πληροφορίες του ινστιτούτου και γενικά η ενασχόληση με την σημερινή τουρκική ισλαμική πολιτική του Ερντογάν ξεκίνησαν με την φυλάκιση του Αμερικανού πάστορας Andrew Brunson και του σόου των Τούρκων σωματοφυλάκων του Τούρκου προέδρου κατά Κούρδων διαδηλωτών σε αμερικανικό έδαφος, κατά την διάρκεια της επίσκεψης του.
Στις ετήσιες εκθέσεις σχετικά με τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που δημοσιεύθηκαν από το 2009, η Ένωση Προτεσταντών της Τουρκίας αναφέρει λεπτομερώς τη συστηματική διάκριση της κυβέρνησης Ερντογάν, έναντι για παράδειγμα των Προτεσταντών, συμπεριλαμβανομένων των λεκτικών και φυσικών επιθέσεων.
Η τουρκική κυβέρνηση δεν αναγνωρίζει την Προτεσταντική κοινότητα ως «νομική θρησκευτική οντότητα», αρνούμενη το δικαίωμα ελεύθερης εγκατάστασης και διατήρησης οίκων λατρείας.
Οι Προτεστάντες της Τουρκίας δεν μπορούν να ανοίξουν τα δικά τους σχολεία ή να εκπαιδεύσουν τους δικούς τους κληρικούς, αναγκάζοντάς τους να βασίζονται στην υποστήριξη ξένων ηγετών των εκκλησιών.
Ωστόσο, πολλοί ξένοι θρησκευτικοί ιερείς και μέλη της εκκλησίας στερήθηκαν την είσοδο στην Τουρκία, διότι οι αρχές αρνήθηκαν την άδεια διαμονής ή τους απέλασαν.
Παρόλο που οι ιεραποστολικές δραστηριότητες δεν είναι παράνομες σύμφωνα με τον τουρκικό ποινικό κώδικα, τόσο οι ξένοι πάστορες όσο και οι Τούρκοι πολίτες που αλλαξοπιστούν στο Χριστιανισμό, αντιμετωπίζονται ως παρίες από τις αρχές και ένα μεγάλο μέρος του κοινού.
Δεν είναι περίεργο ότι αυτό συμβαίνει, την στιγμή που εκδίδονται αντι-χριστιανικές «εκθέσεις» από τουρκικούς κρατικούς θεσμούς που διαμορφώνουν την κυβερνητική πολιτική.
Για παράδειγμα:
Το 2001, το τουρκικό Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας (MGK), αφού έλαβε έκθεση από τον Εθνικό Οργανισμό Πληροφοριών της Τουρκίας (MΙΤ), ανακοίνωσε ότι οι χριστιανικές ιεραποστολικές δραστηριότητες αποτελούν «απειλή για την ασφάλεια» και «πρέπει να ληφθούν τα απαιτούμενα μέτρα προφύλαξης κατά των διαιρετικών και καταστροφικών δραστηριοτήτων τους».
Το 2004, το Εμπορικό Επιμελητήριο της Άγκυρας (ATO) εξέδωσε μια έκθεση που ισχυρίζεται ότι «οι ιεραποστολικές δραστηριότητες προκαλούν εθνοτικές και θρησκευτικές φιλοδοξίες διαχωρισμού και στοχεύουν στη μοναδική ισλαμική δομή του κράτους».
Το 2005, ο υπουργός Εξωτερικών Μεχμέτ Αϊντίν δήλωσε: «Πιστεύουμε ότι οι [χριστιανικές] ιεραποστολικές δραστηριότητες αποσκοπούν στην καταστροφή της ιστορικής, θρησκευτικής, εθνικής και πολιτιστικής ενότητας και θεωρούνται ως ένα εξαιρετικά δυναμικό κίνημα με πολιτικούς στόχους».
Το 2006, οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις (TSK) δημοσίευσαν σε μηνιαία περιοδική έκθεση που αναφέρεται σε χριστιανούς ιεραποστόλους, ότι πρόκειται για «απειλή» και τονίζεται ότι έπρεπε να ληφθούν νομικές ρυθμίσεις για την αποτροπή των δραστηριοτήτων τους.
Την ίδια χρονιά, ο Αλί Μπαρντακόγλου, τότε επικεφαλής της Διεύθυνσης Θρησκευτικών Υποθέσεων (Diyanet), δήλωσε σε τηλεοπτικά κανάλια ότι «είναι το καθήκον της Diyanet να προειδοποιεί τον λαό για τους ιεραποστόλους και άλλα κινήματα που απειλούν την κοινωνία».
Το 2007, ο υπουργός Δικαιοσύνης του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Niyazi Güney, δήλωσε ότι «οι ιεραπόστολοι είναι ακόμη πιο επικίνδυνοι από τις τρομοκρατικές οργανώσεις».
Τέτοιες δημόσιες καταγγελίες χριστιανικών ιεραποστόλων είχαν συγκεκριμένες και καταστροφικές συνέπειες με δεκάδες περιστατικά βίας κατά Ιερέων στην χώρα.
Παρά τη σημερινή μικροσκοπική και αποσυντονισμένη παρουσία του στην Τουρκία, ο χριστιανισμός έχει μακρά ιστορία στη Μικρά Ασία (τμήμα της σύγχρονης Τουρκίας), γενέτειρα πολλών αποστόλων και αγίων, μεταξύ των οποίων των Αποστόλων Παύλου, Λουκά, των Αγίων Εφραίμ, Πολύκαρπου, Τιμόθεου, Νικολάου και Ιγνατίου.
Οι αυτόχθονες λαοί της σημερινής τουρκικής επικράτειας ήταν Αρμένιοι, Ασσύριοι και Έλληνες.
Η αρχαία ελληνική πόλη του Βυζαντίου (Κωνσταντινούπολη) ήταν ένας κόμβος του χριστιανισμού και η εκκλησία της Αγίας Σοφίας, χτισμένη εκεί από τον 6ο αιώνα, ήταν η μεγαλύτερη εκκλησία στον κόσμο, έως ότου οθωμανικοί Τούρκοι εισέβαλαν στην πόλη το 1453 και την μετέτρεψαν σε τζαμί, αίτημα που έχουν σήμερα οι Τούρκοι φανατικοί ισλαμιστές.
«Από τότε οι χριστιανοί στην περιοχή ήταν υπό μουσουλμανική κυριαρχία», καταλήγει το αμερικανικό ινστιτούτο.
Για όλα αυτά λοιπόν και πολλά άλλα ακόμα, η σημερινή Τουρκία θα πρέπει να γίνει ξανά ορθόδοξη και ελληνική, αλλιώς η δύση θα έχει και άλλα προβλήματα από την περιοχή της Ασίας.