Ένα ολοκαίνουριο τέμενος, με τις χρηματοδοτικές ευλογίες της Άγκυρας, υψώνεται πάνω από τα τουρκοκυπριακά προάστια της Λευκωσίας. Ο Τούρκος πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, εγκαινίασε το μεγαλοπρεπές κτίσμα φέτος το καλοκαίρι, προκαλώντας ανησυχία ανάμεσα στους «κοσμικούς» κατοίκους της βόρειας Κύπρου.
Όπως γράφει το Politico, πολλοί Τουρκοκύπριοι ανησυχούν ολοένα και περισσότερο για το τι μπορεί να σημαίνει για το μέλλον τους ο «στενός κορσές» της Άγκυρας, μαζί με την αυταρχική, ισλαμιστική τάση του Ερντογαν, φοοβούμενοι ότι ο αυξανόμενος θρησκευτικός συντηρητισμός μπορεί να αποτελέσει τροχοπέδη στην επανένωση με τους Ελληνοκύπριους.
Μετά τη διχοτόμηση της Κύπρου το 1974 που ακολούθησε την εισβολή του Αττίλα, η Άγκυρα αναγνωρίζει την «Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου» ως ανεξάρτητο κράτος. Ενώ η Κύπρος που έχει αναγνωριστεί διεθνώς ως ανεξάρτητο κράτος έγινε μέλος της ΕΕ το 2004, οι Τουρκοκύπριοι έμειναν απομονωμένοι και οικονομικά εξαρτώμενοι από τη Άγκυρα.
Η αυξανόμενη επιρροή της κυβέρνησης Ερντογάν έχει προκαλέσει προβληματισμό στους Τουρκοκύπριους, όμως οι ανυσυχίες τους εντάθηκαν από την κατάρρευση των δεσμέυσεων για επανένωση. Απουσία επίσημων συνομιλιών, λίγοι βλέπουν ένα μέλλον εκτός τροχιάς της Τουρκιας.
Οι περισσότεροι Τουρκοκύπριοι είναι κοσμικοί μουσουλμάνοι,πίνουν αλκοόλ, ενώ οι γυναίκες δεν φορούν μαντίλες. Αυτό που φοβούνται είναι ότι η Άγκυρα θα διαβρώσει βαθμιαία τον τρόπο ζωής τους, χτίζοντας τεμένη και ενθαρρύνοντας τη θρησκευτική παιδεία.
«Η ανησυχία μας είναι ότι αυτά είναι ένα βήμα προς την αλλαγή της κουλτούρας, της ταυτότητας και του κοσμικού τρόπου ζωής των Τουρκοκυπρίων», δήλωσε ο Μπουράκ Μαβίς, γραμματέας της τουρκοκυπριακής διδασκαλικής ομοσπονδίας KTOS, η οποία διεξάγει εκστρατεία ενάντια στην θρησκευτική επιρροή στα σχολεία.
«Συχνά λέμε στους ελληνοκύπριους: αν η λύση καθυστερήσει κι άλλο, δεν θα βρείτε Τουρκοκύπριους για να δώσετε το χέρι» αναφέρει χαρακτηριστικά ο Μαβίς.
Το νέο τζαμί Χαλά Σουλτάν είναι μέρος μίας σειράς χρηματοδοτούμενων από την Τουρκία project στα προάστια της βόρειας Λευκωσίας. Δίπλα στο τζαμί βρίσκεται ένα ισλαμόφωνο κολλέγιο και λύκειο, ένα πανεπιστήμιο και φοιτητικές εστίες.
Και στο λύκειο, στην πλειονότητά τους φοιτούν κοσμικοί Τουρκοκύπριοι, οι οποίοι επίσης εκφράζουν ανησυχίες. Στην Τουρκία τα λεγόμενα ισλαμικά σχολεία, όπου η θρησκευτική εκπαίδευση βρίσκεται στον πυρήνα, είναι κεντρικό στοιχείο στα σχέδια του Ερντογάν για την άνοδο της «ευσεβούς γενιάς»
Το κολλέγιο Χαλά Σουλτάν, που άνοιξε το 2013, είναι το πρώτο τέτοιο σχολείο στη βόρεια Κύπρο και πολλές φορές έχει βρεθεί στην επικερόρητα, με πιο πρόσφατα τον Ιανουάριο, όταν η τουρκοκυπριακή κυβέρνηση διέταξε έρευνα, έπειτα από καταγγελίες φοιτητών για «θρησκευτική κατήχηση και πιέσεις». Αξιωματούχοι του κολλεγίου αρνήθηκαν να κάνουν σχόλιο επ΄αυτού, ενώ στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκαν οι Τουρκοκυπριακή θρησκευτική αρχή και το τουρκοκυριακό Υπουργείο Παιδείας.
Το τέλος της εξέλιξης
Πάντως οι ανησυχίες της Ένωσης των εκπαιδευτικών πηγαίνουν πέρα από το Χαλά Σουλτάν. Διαμαρτύροντιααότι ο αριθμός των τεμένων στη βόρεια Κύπρο πλησιάζει εκείνον των σχολείων και εκφράζουν φόβους για την εξάπλωση της «αθέμιτης» θρησκευτικής παιδείας με τη μορφή των μη αδειοδοτούμενων θερινών σχολείων ή διδασκαλίας του Κορανίου.
Ένα ακόμη ζήτημα είναι τα σχολικά βιβλία, τα οποία οι τουρκοκύπριοι λαμβάνουν από την Άγκυρα. Όταν η Τουρκία αποφάσισε να αφαιρέσει τη θεωρία της εξέλιξης από τη διδακτέα ύλη, οι Τουρκοκύπριοι μαθητές δεν βρίσκουν πλέον καμία αναφορά στα βιβλία του Δαρβίνου.
Οι καθηγητές δεν είναι οι μόνοι που πιέζονται από την μέγκενη της Άγκυρας. Τουρκοκύπριοι μπορούν να εκφράζονται πιο ελεύθερα από τους πολίτες της Τουρκίας, όταν πάνω από χίλιοι δημοσιογράφοι βρίσκονται στη φυλακή. Όμως, στη βόρεια Κύπρο, ανάλογη αντιμετώπιση έχουν κι εκεί οι δημοσιογράφοι.
Τον Ιανουάριο, ο Ερντογάν κάλεσε τους υποστηρικτές του να απαντήσουν κατάλληλα, μετά την κριτική της τουρκοκυπριακής εφημερίδας Αφρίκα στην επιχείρηση του τουρκικού στρατού στη Συρία, την οποία συνέκρινε με την εισβολή του Αττίλα στην Κύπρο το 1974. Μία συμμορία επιτέθηκε στα γραφεία της εφημερίδας, μία ενέργεια που έβγαλε χιλιάδες Τουρκοκύπριους στους δρόμους.
Οι συνομιλίες στην Ελβετία, που έθρεφαν ελπίδες για την επανένωση της Κύπρου, κατέρρευσαν πέρυσι τον Ιούλιο. Τους τελευταίους μήνες, ωστόσο, οι κίνδυνοι αυτής της εξάρτησης από την Άγκυρα έχουν προκαλέσει μεγαλύτερη ανησυχία, κυρίως λόγω της οικονομικής κρίσης που μαστίζει την Τουρκία.
Το νόμισμα στα βόρεια της Κύπρου είναι η τουρκική λίρα, η οποία από τις αρχές του έτους έχει χάσει το 1/3 της αξίας της και όλες οι εισαγωγές, ακόμη και αυτές από την Τουρκία, διεξάγονται σε ξένα νομίσματα.
Κάλεσμα σε αφύπνιση
Καθώς η τουρκοκυπριακή κυβέρνηση αγωνίζεται να διαχειριστεί μία κρίση που είναι εκτός ελέγχου, ορισμένοι πολίτες έχουν βγει στους δρόμους, διαδηλώνοντας την οργή τους.
«Αυτή η κρίση είναι ένα χτύπημα στην καθημερινή ζωή. Θυμός, άγχος και ανησυχία βρίσκονται στο κόκκινο», δήλωσε ένας συνδικαλιστής, τονίζοντας ότι μοναδική λύση είναι η ειρήνη και η επανένωση, με την ελπίδα ότι η κρίση αυτή θα λειτουργήσει αφυπνιστικά για τους Τουρκοκύπριους.
Ωστόσο, ο καθηητής του Πανεπιστημίου Ανατολικής Μεσογείου, Αχμέτ Σοζέν, επισημαίνει ότι οι οικονομικοί παράγοντας είναι απίθανο να αποτελέσουν εφαλτήριο για νέο γύρο διαπραγματεύσεων.
Ένα χρόνο μετά την κατάρρευση των συνομιλιών στην Ελβετία, αναλυτές υποστηρίζουν ότι βλέπουν μία μικρή δυναμική για επανέναρξη των ειρηνευτικών συνομιλιών, αν και οι ηγέτες των δύο πλευρών, Νίκος Αναστασιάδης και Μουσταφά Ακιντζί, δηλώνουν έτοιμοι.
Ο ακριβής αριθμός των Τούρκων μεταναστών είναι άγνωστος και παραμένει θέμα συζήτησης. Μια απογραφή του 2006 έδειξε ότι οι γηγενείς Τουρκοκύπριοι αποτελούν περίπου το ήμισυ του πληθυσμού της βόρειας πλευράς, αλλά εξακολουθούν να αποτελούν την πλειοψηφία των πολιτών. Ταυτόχρονα, πολλοί Τουρκοκύπριοι έχουν μεταναστεύσει.
«Πολλοί Τουρκοκύπριοι φοβούνται ότι η ισλαμοποίηση, σε συνδυασμό με τη δημογραφική αλλαγή στα Κατεχόμενα, θα μπορούσε σύντομα να καταστήσει δυσκολότερη τη συμφιλίωση Βορρά – Νότου, ανησυχώντας ότι ο αυξανόμενος θρησκευτικός συντηρητισμός θα αποτελούσε τροχοπέδη (για λύση) μεταξύ των δύο πλευρών» σημειώνει το Politico.
(protothema)