Το ανεξέλεγκτο ερωτικό πάθος που οδήγησε μια νεαρή κοπέλα στην αποτρόπαια πράξη
Το ανεξέλεγκτο ερωτικό πάθος μπορεί συχνά να οδηγήσει σε ακραίες και τραγικές καταστάσεις. Μια τέτοια ιστορία ερωτικής παράκρουσης, με θύμα ένα ανυπεράσπιστο επτάχρονο αγόρι, εκτυλίχθηκε σε ένα έγκλημα στην Καβάλα το 1989. Στο επίκεντρο του δράματος βρίσκονται τρία πρόσωπα: η 20χρονη Α., ένας 47χρονος πρώην ποδοσφαιριστής και εργολάβος, καθώς και ο μικρός γιος του, ο επτάχρονος Νίκος, σε μια πράξη όμοια της δολοφονίας στο κέντρο της Αθήνας που ακολουθήθηκε από ρατσιστικό παραλήρημα.
Η Α., φοιτήτρια Ιταλικής Φιλολογίας, ζούσε στην Καβάλα μαζί με τους θετούς γονείς της και τον επίσης υιοθετημένο αδελφό της. Η καθημερινότητα της οικογένειας ήταν κατά κανόνα ήρεμη και ισορροπημένη, μέχρι τη στιγμή που η Α., στα 17 της χρόνια, ανακάλυψε ότι ήταν υιοθετημένη. Αυτή η αποκάλυψη συγκλόνισε τον ψυχισμό της και προκάλεσε μια δραματική αλλαγή στη συμπεριφορά της. Οι εκρήξεις θυμού και οι ανεξήγητες πράξεις έγιναν συχνές, αφήνοντας τη γύρω της κοινότητα σε σύγχυση και ανησυχία.
Από την άλλη, ο πρώην ποδοσφαιριστής αντιμετώπιζε το δικό του προσωπικό δράμα. Λίγα χρόνια πριν το περιστατικό, είχε χάσει τη γυναίκα του σε τροχαίο δυστύχημα, αναγκάζοντάς τον να αναλάβει εξ ολοκλήρου την ανατροφή των τεσσάρων παιδιών τους. Νεότερος, ήταν από τους πιο ταλαντούχους ποδοσφαιριστές της ομάδας της Καβάλας και εξαιρετικά αγαπητός, χάρη όχι μόνο στο ταλέντο του αλλά και στον χαρακτήρα του. Ωστόσο, η ζωή του πήρε μια σκοτεινή τροπή όταν γνώρισε την Α., μια νεαρή φοιτήτρια.
Η Α. τον πρόσεξε για πρώτη φορά σε μια οικοδομή κοντά στο σπίτι της και από τότε άρχισε να τον παρενοχλεί, επιμένοντας εμμονικά να ξεκινήσουν ερωτική σχέση. Ο πρώην ποδοσφαιριστής, παρά την πίεση, ενέδωσε προσωρινά, και για ένα σύντομο χρονικό διάστημα συναντιόνταν σε ξενοδοχείο της πόλης. Ωστόσο, όπως ο ίδιος δήλωσε, η σχέση τους δεν ολοκληρώθηκε. Όταν στα τέλη Αυγούστου του 1989 της ζήτησε να διακόψουν, καθώς εκείνη είχε αρχίσει να τον πιέζει να παντρευτούν, η Α. αντέδρασε με ακραίο τρόπο.
Μη μπορώντας να δεχτεί το τέλος, η Α. άρχισε να πιέζει αφόρητα τον ποδοσφαιριστή. Τον καλούσε δεκάδες φορές καθημερινά, επισκεπτόταν το σχολείο των παιδιών του και προέβαινε σε ακραίες και παράλογες πράξεις, όπως να βγαίνει στο μπαλκόνι και να επιδεικνύει τα στήθη της προς αυτόν. Όταν εκείνος αντέδρασε έντονα και ξεκαθάρισε ότι η απόφασή του να διακόψουν ήταν οριστική, η Α. εξοργίστηκε και άρχισε να τον απειλεί με εκδίκηση.
Το τραγικό χρονικό στο έγκλημα στην Καβάλα με θύμα ένα 7χρονο παιδί
Σε μια προσπάθεια να υλοποιήσει τα σχέδιά της, ζήτησε βοήθεια από μια φίλη της, αναφέροντας ότι ήθελε να «σημαδέψει ένα παιδί». Ωστόσο, η φίλη της, αντιλαμβανόμενη τη σοβαρότητα της κατάστασης, ειδοποίησε την Αστυνομία, η οποία προχώρησε σε συστάσεις προς την Α. για να αποτρέψει οποιαδήποτε ενέργεια. Παρά τις προειδοποιήσεις, η Α. παρέμενε αποφασισμένη. Άρχισε να παρακολουθεί το σχολείο του μικρότερου γιου του ποδοσφαιριστή, σχεδιάζοντας την εκδίκησή της.
Είχε ήδη προμηθευτεί έναν σουγιά αρκετό καιρό πριν, και τελικά πραγματοποίησε ένα έγκλημα που συγκλόνισε ολόκληρη την Ελλάδα στα τέλη της δεκαετίας του 1980.
Το έγκλημα που συγκλόνισε την Ελλάδα διαπράχθηκε το απόγευμα της 19ης Οκτωβρίου 1989, κοντά στο 16ο Δημοτικό Σχολείο της Μεταμόρφωσης στην Καβάλα. Εκείνη την ημέρα, η Α. είχε στήσει ενέδρα στον 7χρονο Νικόλα έξω από το σχολείο του. Τον ακολούθησε καθώς επέστρεφε στο σπίτι του και, κρύβοντας τον εαυτό της πίσω από ένα αυτοκίνητο, περίμενε την κατάλληλη στιγμή. Όταν το παιδί πλησίασε, η Α. πετάχτηκε μπροστά του και με μία θανατηφόρα μαχαιριά κάτω από το αυτί του, αφαίρεσε τη ζωή του μπροστά στα μάτια ενός φίλου του. Ο άτυχος Νικόλας πέθανε ακαριαία από αιμορραγικό σοκ.
Η δράστις έφυγε από το σημείο του εγκλήματος και, μετά από αρκετή περιπλάνηση στους δρόμους της Καβάλας, κατέφυγε σε ένα κατάστημα ηλεκτρονικών ειδών για να πλυθεί, ισχυριζόμενη ότι είχε εμπλακεί σε καβγά με τον φίλο της. Το μαχαίρι του εγκλήματος το πέταξε σε έναν υπόνομο.
Η Αστυνομία έθεσε αμέσως την Α. στο επίκεντρο των ερευνών. Παρότι εκείνη αρνούνταν κατηγορηματικά κάθε εμπλοκή και ισχυριζόταν ότι δεν γνώριζε καν την οικογένεια του μικρού Νικόλα, τα στοιχεία σε βάρος της ήταν αδιάσειστα. Συνελήφθη και οδηγήθηκε στη δικαιοσύνη. Αρχικά, δικάστηκε για μια άλλη υπόθεση, όπου κατηγορούνταν ότι είχε ρίξει βιτριόλι σε έναν 68χρονο άνδρα, ισχυριζόμενη πως εκείνος της έκανε ανήθικες προτάσεις. Στη συνέχεια, προχώρησε η εκδίκαση της υπόθεσης της στυγερής δολοφονίας του 7χρονου αγοριού.
Η δίκη για τη δολοφονία διεξήχθη τον Μάρτιο του 1991 στο Κακουργιοδικείο Κομοτηνής, προκαλώντας τεράστιο ενδιαφέρον από τα μέσα ενημέρωσης και την κοινή γνώμη, λόγω της φρικαλεότητας του εγκλήματος. Η ακροαματική διαδικασία περιλάμβανε πληθώρα μαρτυριών, μεταξύ αυτών και του πατέρα της Α., ο οποίος στάθηκε δίπλα της καθ’ όλη τη διάρκεια της υπόθεσης. Ένας άλλος μάρτυρας, γνωστός παλαίμαχος ποδοσφαιριστής, κατέθεσε ότι η Α. τον είχε απειλήσει στο παρελθόν πως θα έβλαπτε τα παιδιά του, αν και η κατάσταση δεν είχε κλιμακωθεί περαιτέρω.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της δίκης, η Α. αρνούνταν επίμονα την ενοχή της, ενώ παράλληλα προέβαλε ασυναρτησίες και παραλογισμούς, προσπαθώντας να πείσει το δικαστήριο ότι έπασχε από ψυχική διαταραχή. Φαίνεται πως η στρατηγική της απέδωσε, καθώς στις 20 Μαρτίου 1991 καταδικάστηκε σε ποινή 23 ετών και 6 μηνών, αποφεύγοντας την ποινή των ισοβίων. Η απόφαση προέβλεπε ότι τα 10 από αυτά τα χρόνια θα εκτίσει σε Δημόσιο Ψυχιατρείο.
Η ποινή, ωστόσο, θεωρήθηκε υπερβολικά επιεικής για ένα τόσο φρικιαστικό έγκλημα, που στέρησε τη ζωή ενός αθώου παιδιού. Ο μικρός Νικόλας πλήρωσε με τη ζωή του το τυφλό και παράλογο ερωτικό πάθος της δράστιδος, αφήνοντας πίσω του ένα έγκλημα που θα στοιχειώνει για πάντα τη μνήμη.