Γράφει ο Λάκης Λαζόπουλος
Ένας κόμπος στον λαιμό. Διαβάζω. Ξαναδιαβάζω.
Ένα παιδί, 15 χρονών, πέρασε το σκοινί στον λαιμό του και πέταξε στον ουρανό. Μακριά από έξι παιδιά που του κατέστρεψαν τη ζωή.
Μόνος του τώρα. Εκεί που δεν θα τον πειράζει κανείς.
Πώς μπορούν έξι παιδιά να σου κάνουν αβίωτη τη ζωή;
Πόσο σκοτείνιασε το μυαλό;
Πόσο σκοτάδι άδειασε απότομα η ζωή στο μυαλό και στην ψυχή αυτού του παιδιού.
Πώς το αγκάλιασε έτσι ο θάνατος;
Πώς δέχτηκε το σκοινί να τυλιχτεί γύρω από τον λαιμό ενός 15χρονου παιδιού;
Την ώρα που άνθρωποι πάλευαν στην Ταϊλάνδη να σώσουν τα παιδιά που είχαν εγκλωβιστεί στη σπηλιά, εδώ έξι μαθητές έσπρωχναν στον θάνατο έναν συμμαθητή τους.
Ήταν ένα παιδί που διάβαζε, ήταν ένα παιδί ήσυχο που δεν πολυμιλούσε, που τα κράταγε μέσα του.
Που οι γονείς του τίποτα δεν κατάλαβαν γι΄ αυτό.
Πώς ζούσε αυτό το παιδί σ’ αυτή τη φλύαρη εποχή, όπου ο κάθε μικρόψυχος θέλει να καταστρέψει τον ήσυχο, τον σιωπηλό.
Νομίζουν ότι επειδή δεν θες να μιλάς δεν υπάρχεις.
Νομίζουν πως η σιωπή, η ησυχία, η βαθιά σκέψη είναι ελάττωμα.
Κι όλοι αυτοί οι φωνακλάδες, οι πρώιμοι νταήδες, που μαζεύονται και κλωτσούν, χτυπούν, δέρνουν, βρίζουν, φτύνουν, μειώνουν, υποτιμούν, νοιώθουν ότι προεξέχουν σε μια κοινωνία που έστησε ένα βάθρο για να ανεβαίνουν όλα τα φασιστογεννήματα.
Μια εποχή που όλο και εξαγριώνει.
Σαν να γεννιούνται θυμωμένα παιδιά.
Βρέθηκα πριν λίγες μέρες μπροστά σε μια σκηνή σοκαριστική.
Ένας απ’ αυτούς τους Ελληναράδες, που σαν σκυλιά γαυγίζουν και ουρλιάζουν, είχε το παιδί στην αγκαλιά του και πέρασε ένας Πακιστανός νομίζω, και κάτι ζήτησε σαν βοήθεια.
«Ριξ’ του μια μπουνιά» είπε στον γιο του, «τον παλιοξένο, τον βρωμιάρη, τον Πακιστανό».
Πετάχτηκα από πίσω, του είπα «πας καλά άνθρωπέ μου;»
Χωρίς να γυρίσει να δει, είπε «κάνε τη δουλειά σου εσύ».
«Αυτό ακριβώς κάνω» του είπα. «Τη δουλειά μου. Να σε σταματήσω». Σηκώθηκαν κι άλλοι, οι λιγοστοί που βρεθήκαμε σε κείνο τον χώρο. Αναγκάστηκε και έφυγε.
Είναι η ώρα να σταματήσουμε αυτό τον κακό εαυτό που τον έχουμε αφήσει ανεξέλεγκτο, να χτυπάει και να βρίζει.
«Άλλον ναό εκτός από τον λόγο δεν έχει η πειθώ», λέει ο Ευριπίδης σε μια σκηνή από τους Βατράχους, του Αριστοφάνη.
Όλα τα λόγια όμως χαθήκαν μέσα σ΄ αυτή την βία που εξαπλώνεται σαν μια τεράστια αράχνη επάνω μας. Είναι καινούργιο φαινόμενο αυτή η ανάπτυξη μικροσυμμοριών που βάζουν σαν στόχο ότι είναι διαφορετικό.
«Καταστρέψτε τους», λέει ο μικρός στο γράμμα που άφησε πίσω του. «Έτσι όπως κατέστρεψαν κι εμένα».
Δεν τους συγχωρεί. Δεν μπορεί όμως να τους πολεμήσει.
Θανατώνεται για να το δείξει. Θυσιάζεται.
Αυτό ένοιωσα. Ότι το παιδί αυτό δεν αυτοκτόνησε αλλά θυσιάστηκε. Και θέλει να πει «σταματήστε!»
Όχι μόνο αυτά τα έξι παιδιά, σταματήστε όλα τα παιδιά που σήκωσαν τη σημαία του τσαμπουκά και της βίας επάνω στους συνομήλικούς τους.
Τα λόγια του με σήκωσαν απ’ τη θέση μου. Ταράχτηκα.
Την ώρα όμως που ο θυμός πήγε να μ’ αρπάξει τον άφησα. Και είπα παιδιά είναι κι αυτά τα έξι. Ποιος ξέρει πώς βρώμισε τόσο γρήγορα η ψυχή τους. Από μόνα τους; Αποκλείεται.
Οι αιτίες βρίσκονται στα σπίτια, στους γονείς, στα σχολεία, στις παρέες, στις τηλεοράσεις. Όπου τα ταΐζουν με βία καθημερινά, μέσα από μία ρητορική μίσους, βρώμικες φάτσες γραβατωμένες, στα όρια του σιχαμένου.
Καρφωμένες στο τζάμι της τηλεόρασης ουρλιάζουν με τη λέξη δημοκρατία στο στόμα. Φτύνουν κάθε ανθρώπινη έννοια καθημερινά. Ένα βρωμερό τοπίο σιχαμένων ανθρώπων που παριστάνουν και τους καθωσπρέπει, διδάσκουν καθημερινά τη βία που πρέπει να ασκείς στον άλλον.
Όμως αυτά τα έξι παιδιά θέλουν, έχουν ανάγκη να νοιώσουν τι θα πει αγάπη. Δεν θέλουν βία. Δεν γιατρεύεται με βία καμιά ψυχή.
Πρέπει να σταματήσει το κακό. Ώρα ο νομοθέτης να ξυπνήσει.
Να δώσει τέλος στις σχολικές συμμορίες. Να δώσει αυξημένες ευθύνες στους δασκάλους.
Τέλος στη βία! Τέλος στο bullying!
Είναι μορφή βίας τεράστια και είναι ώρα γονείς και δάσκαλοι να σταματήσουν να παρακολουθούν αμέριμνοι τους νταήδες και να καμαρώνουν όταν τα παιδιά τους ρίχνουν μπουνιές χωρίς λόγο κανέναν.
Ο 15χρόνος άφησε το σημείωμα αυτό σε όλους μας. Το άφησε και στα δικά μας σπίτια.
Καταστρέψτε τους, είναι η προτροπή.
Αυτούς που πάνε να γίνουν οι αυριανοί φασίστες. Τώρα!
Εμείς όμως δεν πρέπει να ξεχάσουμε ότι είναι παιδιά. Ώρα να μάθουν τι θα πει αγάπη. Με αγάπη, με λόγο ισχυρό και με δίκαιη τιμωρία θα νοιώσουν τις πράξεις τους.
Η δουλειά μας είναι να φτιάχνουμε ανθρώπους και όχι να καταστρέφουμε.
Ώρα είναι να μάθουμε σ’ αυτά τα έξι παιδιά να αγαπάνε.