Συγκλονίζει η Μαίρη Λίντα: «Ο άνδρας μου με έδερνε κάθε μέρα. Έφυγα για να μεγαλώσω το παιδί μου με αξιοπρέπεια»
Η Μαίρη Λίντα σε παλιότερη συνέντευξη που παραχώρησε στο περιοδικό “ΕΓΩ”, μίλησε ανοιχτά για την κακοποίηση που έχει δεχτεί από τον άντρα της και πως βρήκε τη δύναμη να ξεφύγει και να μεγαλώσει με αξιοπρέπεια το παιδί της.
Η κακοποίηση
Όπως χαρακτηριστικά υπογράμμισε για την κακοποίηση που βίωσε “δεν άντεχα την πολύ κακή συμπεριφορά και το ξύλο. Έφυγα. Είχα τη δύναμη, όμως, γιατί είχα ένα ”χρυσό βραχιόλι” στο χέρι μου, τη δουλειά μου. Είπα ”δεν είναι ανάγκη. Γιατί να κάθομαι να δέχομαι αυτό τον εξευτελισμό; Δεν γίνεται να τρως ξύλο για το τίποτα. Δεν είμαστε ζώα. Με κακοποιούσε κάθε τρεις και λίγο. Έφυγα και μεγάλωσα το παιδί μου με αξιοπρέπεια”.
Και συμπλήρωσε “μια φορά, στο τελευταίο ξύλο, το πήρα απόφαση και τελείωσε. Μου είχε τελειώσει και ερωτικά με αυτή τη συμπεριφορά. Μετά έκανα και τον τρίτο μου γάμο. Είχα την τύχη να έχω τρεις πολύ ωραίους άντρες. Με άσχημο δε θα πήγαινα ποτέ. Και έμεινα με αυτούς τους τρεις. Από τότε δεν ξανακοίταξα κανέναν”.
Ο γάμος της Μαίρης Λίντα με τον Μανώλη Χιώτη
Όσον αφορά τον γάμο της με τον Μανώλη Χιώτη, η Μαίρη Λίντα επεσήμανε «ο Χιώτης είναι ο άνθρωπος της ζωής μου. Το μεγάλο μου λάθος ήταν ότι χώρισα με τον Χιώτη. Δυστυχώς δεν μπορώ να γυρίσω τα χρόνια πίσω. Ακόμα και σήμερα, πονάω».
Για τη γνωριμία τους σημείωσε “γνωριστήκαμε όταν ήμουν έντεκα ετών. Εκείνη την εποχή ο καλύτερος επιχειρηματίας ήταν ο Κόκκαλης. Είχε το Πίγκαλς. Στην Πατησίων, κάτω από το Ροζικλέρ. Όλη η αριστοκρατία της Αθήνας ερχόταν εκεί. Πήγα να κάνω πρόβα με την ορχήστρα και το μαέστρο. Μαέστρος ήταν ο Χιώτης. Μια ορχήστρα με τον Μητσάκη, τον Μπίνη, τον Ροζαδίνο, τον Λεμονόπουλο, τη Δερέμπεη που διέπρεψε μετά σαν μεγάλη πιανίστρια στο εξωτερικό. Ο Χιώτης ήθελε πάντα να έχει σπουδαία ορχήστρα. Ήταν και ο ίδιος φοβερός μουσικός”
Και προσθέτει η Μαίρη Λίντα “εκεί που καθόμουν λοιπόν βλέπω και μπαίνει ένας άντρας με μια ρεπούμπλικα μπεζ, ένα παλτό καμηλό… ― Ωραίος; Ένας θεός ήταν, τι ωραίος… Πράσινα μάτια, με κύκλους γκρι. Ήταν σαν να τα έβαφε τα μάτια του. Τον ερωτεύτηκα μόλις τον είδα. Με ξανθό μουστάκι. Τρελάθηκα. Γνωριστήκαμε και άρχισα να λέω τα τραγούδια του. Εκείνη την εποχή ο Μανώλης Χιώτης δεν ήταν παντρεμένος. Παντρεύτηκε αργότερα τη Ζωή Νάχη. Και έκαναν και δυο παιδιά. Υπέφερα πολύ επειδή ήμουν ερωτευμένη μαζί του. Στη συνέχεια γίναμε φίλες, ήμασταν σαν οικογένεια όταν παντρεύτηκα το Χιώτη. Ήταν και ο Χιώτης ερωτευμένος μαζί μου, αλλά ήμουνα πολύ μικρή”.
Για τον τρίτο γάμο της
Σχετικά με το πως έφτασαν στον γάμο, τόνισε “εγώ δούλευα τότε στην Κομπαρσίτα. Συναντηθήκαμε μια μέρα και μου λέει: «θα σε πάω εγώ στη δουλειά σου». Ήρθε μαζί μου, τέλειωσε το πρόγραμμα και μου λέει «θα σε πάω εγώ στο σπίτι σου». Τους γονείς μου τους ήξερε. Ξημέρωσε λοιπόν και μου λέει «πάμε να πιούμε ένα γάλα στη “Γαλλία”», ένα γαλατάδικο στη Σταδίου και περιμέναμε να περάσει η ώρα να μη τους ξυπνήσουμε. Μπαίνουμε σπίτι και λέει στον πατέρα μου «Κυρ Αλέκο από σήμερα θα σε λέω πατέρα. Εγώ θα παντρευτώ τη Μαίρη». Αυτό ήτανε. Ξεκάθαρα πράγματα. Εγώ ήμουνα ακόμα ανήλικη. Να μην τα πολυλογώ πήραμε ειδική άδεια και παντρευτήκαμε. ― Φουλ ερωτευμένη; Πολύ. Αλλά δε μπορούσα να σκεφτώ ότι θα ήμασταν μαζί. Το θεωρούσα απίθανο. Μεγάλος έρωτας. Ο πρώτος μου έρωτας. Μετά το Χιώτη βέβαια έκανα άλλους δυο γάμους”.
Τέλος, η Μαίρη Λίντα δεν παρέλειψε να αναφερθεί στις δύσκολες μέρες της καραντίνας, μέσα από το Γηροκομείο Αθηνών, καταλήγοντας «μου λείπουν οι δικοί μου άνθρωποι. Δυστυχώς, λόγω των μέτρων, δεν μπορεί να μας επισκεφθεί κανένας. Ανήκουμε στις ευπαθείς ομάδες και έτσι η καραντίνα για εμάς δεν έχει λήξει».