Δεν πείστηκαν EWG και «κομισάριοι» για πλεονάσματα και παροχές – Με τα δανεικά για τα ληξιπρόθεσμα «φουσκώνουν» τα πλεονάσματα
Για τις αρχές Δεκεμβρίου μετατίθενται, όπως όλα δείχνουν, οι αποφάσεις για το μέλλον των συντάξεων, καθώς ούτε στο χθεσινό Euroworking Group βγήκε «λευκός καπνός» για τα πλεονάσματα και τις παροχές που εξήγγειλε από την ΔΕΘ ο Πρωθυπουργός.
Ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών κύριος Γιώργος Χουλιαράκης προϊδέασε τους τεχνοκράτες των κρατών της Ευρωζώνης για το ύψος του υπερπλεονάσματος του 2018 αλλά το χάσμα παραμένει και στις τελικές εκτιμήσεις για το ύψος του, αλλά και για τον τρόπο αξιοποίησής του.
Αυτό προκύπτει, σύμφωνα με πληροφορίες, και από τους απεσταλμένους της Κομισιόν που έκαναν την δική τους αυτοψία στην Αθήνα για τα μεγέθη του νέου προϋπολογισμού. Πηγές του οικονομικού επιτελείου προέβλεπαν πως «αργούν» οι εκθέσεις των ξένων ελεγκτών και δεν θα είναι έτοιμες πριν τα τέλη Νοεμβρίου, συντηρώντας την αβεβαιότητα και προϊδεάζοντας ότι οι αποφάσεις για τις συντάξεις θα ληφθούν «στο παραένα» πριν την καταβολή των συντάξεων Ιανουαρίου. Δεδομένου δε ότι η κυβέρνηση δεν θέλει να κόψει ούτε ένα ευρώ από συντάξεις το 2019, στη μέγγενη μπαίνουν ό,τι απομένει από τα κονδύλια που ήδη έχει περικόψει από επιδόματα φτώχειας του 2019.
Αυξάνεται το επίδομα θέρμανσης
Νωρίτερα όμως, ως τις αρχές Νοεμβρίου, αναμένεται πως θα ξεκαθαρίσει τι θα ισχύσει για «μποναμάδες» του 2018, όπως το επίδομα πετρελαίου θέρμανσης. Σύμφωνα με πληροφορίες και λόγω των μεγάλων ανατιμήσεων στα καύσιμα, όλες οι πλευρές συμφωνούν πως η κυβέρνηση μπορεί να διαθέσει περί τα 50-60 εκατ. ευρώ επιπλέον από το φετινό υπερπλεόνασμα, για να αυξηθεί το ποσό της επιδότησης αγοράς πετρελαίου και στην υπόλοιπη Ελλάδα, στο ύψος της επιδότησης που ισχύει και για τις περιοχές με το περισσότερο κρύο (Ζώνη Α). Ωστόσο εγκααλείπεται η σκέψη να δοθεί προκαταβολή επιδότησης, εξέλιξη που λειτουργεί ως «κόφτης» για τα πολύ φτωχά νοικοκυριά που δεν έχουν την οικονομική άμεση να αγοράσουν πετρέλαιο με δικά τους χρήματα για να περιμένουν μετά την επιδότηση. Για τον λόγο αυτό πιθανότατα, όπως εκτιμούν και στο υπουργείο Οικονομικών, μπορεί και να έμειναν τελικά αδιάθετα περί τα 4 εκατομμύρια ευρώ από την «κουτσουρεμένη» επιδότηση που προέβλεπε ο Προϋπολογισμός.
Διχάζονται οι δανειστές
Μεταξύ των Ευρωπαικών θεσμών πάντως αναπτύσσονται δύο τάσεις για την χρήση των υπερπλεονασμάτων που εμφανίζει η χώρα. Αν και η Κομισιόν ευνοεί πολιτικά την πρόθεση της κυβέρνηση να ακυρώσει τις μειώσεις στις συντάξεις, οι τεχνοκράτες του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (και βασικού πιστωτή της Ελλάδας) προτιμούν να δοθούν φοροελαφρύνσεις από τα πλεονάσματα του Προϋπολογισμού.
Από την μια, η δυστοκία στην είσπραξη των άμεσων φόρων εισοδήματος που καταγράφεται (177 εκατ. ευρώ κάτω από τον στόχο τον Σεπτέμβριο ή σχεδόν μισό δισ. στο 9μηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου) δημιουργεί ανησυχία για τις αντοχές των φορολογουμένων να πληρώνουν με συνέπεια φόρους και εισφορές.
Με δανεικά «φουσκώνουν» τα πλεονάσματα
Από την άλλη, οι θεσμοί βλέπουν ότι τα πλεονάσματα «φουσκώνουν», με τα δάνεια που πήρε η χώρα για να εξοφλήσει –υποτίθεται- ληξιπρόθεσμες οφειλές του 2015. Αντ’αυτού όμως, τα χρήματα πηγαίνουν για να πληρωθούν εκκρεμείς συντάξεις και επιστροφές φόρου μετά το 2017. Όπως και συνέβη με τον ΕΦΚΑ που έλαβε «έκτακτη επιχορήγηση» 517 εκατ. ευρώ ως τώρα για να πληρώσει με αυτά (αντί με δικά του κονδύλια) ισόποσες «εκκρεμείς αιτήσεις συνταξιοδότησης» που είχαν παγώσει από στην διετία 2016-2017, έτσι αποπληρώνονται κατά τα ¾ και οι εκκρεμείς επιστροφές φόρων.
Χθες η ΑΑΔΕ ανακοίνωσε στοιχεία που δείχνουν ότι στο 9μηνο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου δόθηκαν σχεδόν 4 δισ. ευρώ (3,944 δισ ευρώ για την ακρίβεια) γι επιστροφές φόρων, αλλά ούτε 1 δισ. (μόλις 992 εκατ. ευρώ) βγήκαν από τον Τακτικό Προϋπολογισμό του Κράτους. Αντιθέτως, χρησιμοποιήθηκαν 2,952 δις ευρώ από τις ειδικές δόσεις που εκταμίευσε ο ESM για την αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου.
Η εξέλιξη αυτή «σώζει» τα καθαρά έσοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού, καθώς προχθές ανακοινώθηκε ότι δόθηκαν 507 εκατομμύρια λιγότερα από όσα προϋπολογίζονταν ως τον Σεπτέμβριο για επιστροφές φόρων. Στην πραγματικότητα δόθηκαν όμως 296 εκατομμύρια περισσότερα (3,944 δισ. έναντι στόχου 3,648 δισ. ευρώ) χωρίς να «ματώσει» ο Κρατικός Προϋπολογισμός.