Τα ιερά κειμήλια της χριστιανοσύνης που συνδέονται με την ανθρώπινη υπόσταση του Θεανθρώπου
Ήδη από τους πρώτους αιώνες μ.Χ., τα άγια και όσια που αφορούσαν στη ζωή, τα πάθη και τον μαρτυρικό θάνατο του Ιησού περιβλήθηκαν με το πέπλο του σεβασμού, μένοντας εξέχοντα σύμβολα της χριστιανικής πίστης.
Άλλοτε αμφιλεγόμενα, άλλοτε κατάφωρα πλαστά και άλλοτε χωρίς να έχει εξεταστεί ποτέ η αυθεντικότητά τους, τα ιερά χριστολογικά κειμήλια, όπως αποκαλούνται συνήθως, έχουν τοποθετηθεί μέσα σε αεροστεγείς προθήκες ως υπόμνηση στο δράμα του Θεανθρώπου.
Τα περισσότερα κρύβουν πίσω τους ιστορίες της χριστιανοσύνης που παραείναι μαγευτικές για να μην ενδιαφέρουν τον πιστό, καθώς συνδέονται ευθέως με τις επίγειες περιπέτειες του Ιησού, κι έτσι η συναισθηματική και κυρίως η λατρευτική τους αξία παραμένει όποια κι αν είναι η επιστημονική ετυμηγορία.
Από το Άγιο Δισκοπότηρο και την Ιερά Λόγχη (του εκατόνταρχου Λογγίνου) μέχρι το Ακάνθινο Στεφάνι, τα Ιερά Καρφιά της Σταύρωσης και το Τίμιο Ξύλο, πολλά και διάφορα είναι τα κειμήλια που αφορούν στα Θεία Πάθη μεταφέροντας το μήνυμα του χριστιανισμού με χειροπιαστό τρόπο.
Πλάι σε αυτά υπάρχουν οι αχειροποίητες εικόνες, όπως η πολυτραγουδισμένη Αχειροποίητη Εικόνα της Έδεσσας, το Ιερό Μανδήλιο, η διαβόητη Σινδόνη του Τορίνο, η εξίσου θρυλική Σινδόνη του Οβιέδο, το Πέπλο της Βερόνικα, η ζώνη, τα σανδάλια και ο χιτώνας του Χριστού, ακόμα και τμήματα από τα σπάργανα του Θείου Βρέφους.
Εκκλησίες στα βάθη του ιστορικού χρόνου έχουν ισχυριστεί πως έχουν στην κατοχή τους ακόμα και το αλφαβητάριο του Ιησού, την ίδια ώρα που η Ιερά Μονή Αγίου Παύλου στο Άγιο Όρος διατείνεται πως φυλάσσει τα Τίμια Δώρα των Μάγων. Όσο για τη Βασιλική της Σάντα Μαρία Ματζόρε στη Ρώμη, εδώ ενυπάρχει τμήμα της Φάτνης του Χριστού, ενώ στην Ιερά Μονή Παμμεγίστων Ταξιαρχών στο Αίγιο Αχαΐας φιλοξενούνται τα «Άχραντα Πάθη», τμήμα από τη χλαμύδα του Ιησού δηλαδή.
Όλα αυτά συνδέονται ευθέως με την επίγεια ζωή του Σωτήρα, καθώς πρόκειται για αντικείμενα που χρησιμοποιήθηκαν από τον ίδιο ή ήρθαν σε επαφή με το σώμα του. Όπως ξέρουμε από την Αγία Γραφή, ο Χριστός μετά την Ανάσταση πέρασε σαράντα μέρες στη Γη και κατόπιν αναλήφθηκε, ανέβηκε δηλαδή στον ουρανό. Η Ανάληψη του Θεανθρώπου αφορούσε στη σωματική του υπόσταση, κάτι που κάνει σπανιότατο το γεγονός να έχουν παραμείνει στη Γη υπολείμματα του σώματός του.
Και όσα έχουμε, είναι αναγκαστικά τμήματα του σώματός του πριν από την Ανάληψη. Κι έτσι διάφορες εκκλησίες σε επίσης διάφορες ιστορικές στιγμές έχουν ισχυριστεί ότι κατέχουν τμήματα από το πραγματικό σώμα του Ναζωραίου, αν και εδώ κάνει συχνά την εμφάνισή της η διάσταση των δογμάτων. Πράγματα που δέχονται δηλαδή οι ορθόδοξοι και όχι οι καθολικοί και το αντίστροφο.
Παρά τις δογματικές διαφοροποιήσεις ωστόσο, ο χριστιανισμός μίλησε κάποιες φορές για σωματικά κειμήλια του Θεανθρώπου, πραγματώνοντας τους μεσαιωνικούς πόθους του καιρού. Κάποιες φορές μάλιστα, το ιερό τμήμα του σώματος του Ιησού εμφανίστηκε ταυτοχρόνως περισσότερες από μία φορές, προκαλώντας αναταραχή και θεολογικές διαμάχες…
Το Άχραντο Αίμα του Ιησού
Ο θρησκευτικός θρύλος θέλει μετά την αποκαθήλωση του Ιησού από τον σταυρό, ο Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας να σκουπίζει το αίμα από το πρόσωπό του με ένα κομμάτι ύφασμα. Το ύφασμα φυλασσόταν στην Ιερουσαλήμ μέχρι τα χρόνια της Δεύτερης Σταυροφορίας, όταν ο λατίνος βασιλιάς της Ιερουσαλήμ, Βαλδουίνος Γ’, το εμπιστεύτηκε στον γαμπρό του, κόμη της Φλάνδρας.
Επιστρέφοντας λοιπόν στη βελγική Μπριζ, ο κόμης τοποθέτησε το ιερό κειμήλιο στο παρεκκλήσι της Βασιλικής του Αγίου Αίματος, όπως έμεινε έκτοτε γνωστός ο ναός. Το ανεκτίμητο αυτό κειμήλιο φυλάσσεται σε περίτεχνη βυζαντινή φιάλη αρώματος, κατασκευασμένη στην Κωνσταντινούπολη κατά τον 11ο-12ο αιώνα, η οποία μάλιστα δεν έχει ανοιχτεί ποτέ.
Εκατομμύρια πιστοί συρρέουν κάθε χρόνο στη βελγική πόλη κατά την ημέρα της Αναλήψεως -σύμφωνα με το ρωμαιοκαθολικό τυπικό-, όπου γίνεται η λιτάνευση του Αγίου Αίματος του Χριστού (η πρώτη έλαβε χώρα ήδη από το 1303). Η σύγχρονη ιστορική έρευνα υποδεικνύει ωστόσο ότι το σεβαστό λείψανο προέρχεται από τη λεηλασία της Κωνσταντινούπολης που έγινε από τους Σταυροφόρους κατά την Τετάρτη Σταυροφορία το 1204.
Η παράδοση με το πανί που περιέχει το αίμα του Ιησού προέρχεται μάλιστα από απόκρυφο Ευαγγέλιο. Όσο για τη βυζαντινή φιάλη και το πολύτιμο περιεχόμενό της, από τη στιγμή που κατέφτασε στην Μπριζ, δεν έχει ανοιχτεί ποτέ. Αν πρόκειται πράγματι για αληθινό λείψανο του αίματος του Χριστού, τότε μιλάμε για κειμήλιο υψίστης σημασίας αλλά και μια μοναδική μαρτυρία για το μαρτυρικό πάθος του Ιησού.
Εκτός βέβαια από τη Βασιλική του Αγίου Αίματος του Βελγίου, αρκετές ακόμα εκκλησίες και μονές υποστηρίζουν ότι κατέχουν το Άγιο Αίμα του Ιησού. Η Εκκλησία Santa Maria Gloriosa dei Frari της Βενετίας ισχυρίζεται ότι έχει ένα από τα πιο διάσημα λείψανα της Βενετίας, το Άχραντο Αίμα του Ιησού Χριστού. Μέσα σε μια μεγάλη λειψανοθήκη ενός δωρικά διακοσμημένου μπαρόκ βωμού περιέχεται μικρή ποσότητα από το μύρο που σύμφωνα με την παράδοση μύρωσε η Μαρία η Μαγδαληνή το σώμα του Χριστού, μέσα στο οποίο είχαν ανακατευτεί μερικές σταγόνες από το αίμα του. Το Άγιο Αίμα του Χριστού κατέφτασε στην ενετική εκκλησία το 1480 από τον διοικητή του βενετσιάνικου στόλου, ο οποίος το δώρισε στους φραγκισκανούς μοναχούς.
Παραμένοντας στη Βενετία, στον Άγιο Μάρκο αυτή τη φορά, υπάρχει μια μικρή λειψανοθήκη ενσωματωμένη στη Σταυροθήκη του Τιμίου Ξύλου της Μαρίας της Αλανίας όπου, σύμφωνα με την επιγραφή που φέρει, αποθησαυρίζει λείψανο του Αχράντου Αίματος του Χριστού που έφερε μαζί του από την Κωνσταντινούπολη ο διαβόητος Δόγης της Βενετίας, Ενρίκο Ντάντολο, ο πρωτεργάτης της λατινικής κατάκτησης της Κωνσταντινούπολης κατά την Τέταρτη Σταυροφορία.
Σύμφωνα με την παράδοση, ο Δάνδολος σύλησε την Αγία Σοφία της Κωνσταντινούπολης και επιστρέφοντας στη Βενετία έφερε στις βαλίτσες του τέσσερα σημαντικότατα λείψανα: το Άχραντο Αίμα του Χριστού, την Κάρα του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή, το Χέρι του Αγίου Γεωργίου και τεμάχιο από το Τίμιο Ξύλο.
Μεταξύ των ευρωπαϊκών εκκλησιών που διατείνονται πως κατέχουν λείψανο του Άχραντου Αίματος του Χριστού είναι και το Αβαείο της γαλλικής Φεκάμπ, ένα μοναστήρι Βενεδικτίνων στη Φεκάμπ της Νορμανδίας. Σύμφωνα με τις τοπικές παραδόσεις, τον Ιούλιο του 1171 ανακαλύφθηκαν στα ερείπια του αβαείου της Αγίας Τριάδος στο Φεκάμπ δύο μολύβδινα φιαλίδια με το Άγιο Αίμα του Ιησού. Το αβαείο παραμένει σπουδαίο προσκυνηματικό κέντρο του ρωμαιοκαθολικισμού.
Η Γαλλία διεκδικεί το αίμα του Θεανθρώπου σε άλλη μία εκκλησία. Αυτή τη φορά είναι το Neuvy-Saint-Sépulchre που έχει μια εκκλησία-αντίγραφο του Πανάγιου Τάφου της Ιερουσαλήμ -και Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO-, στην οποία υπάρχουν δύο σταγόνες από το Άχραντο Αίμα του Χριστού, οι οποίες συλλέχθηκαν κατά την ημέρα του πάθους του στον Γολγοθά.
Έχουν το σχήμα δύο πηγμένων δακρύων και επειδή δεν έχουν αναμειχθεί με νερό ή άλλες ουσίες, οι δυο σταγόνες θεωρούνται από τον ρωμαιοκαθολικισμό ως το πιο πολύτιμο χριστολογικό κειμήλιο του κόσμου.
Αλλά και η Ιερά Μονή Βατοπαιδίου του Αγίου Όρους θρυλείται πως περιέχει σταγόνες από το Άχραντο Αίμα του Ιησού. Πλάι στο μεγάλο τμήμα του τιμίου ξύλου που φυλάσσεται στη Σταυροθήκη Τιμίου Ξύλου, περιγράφεται σε παλαιότερους καταλόγους πως μέσα στα φατνώματα της σταυροθήκης υπάρχουν λείψανα από τα μαλλιά αλλά και τα σπάργανα (φασκιές) του Χριστού, καθώς και το αίμα του…
Η Ιερή Ακροποσθία
Ένα από τα πολυτιμότερα κειμήλια του καθολικισμού που δεν δέχεται η ορθόδοξη παράδοση είναι η Ιερή Ακροποσθία (ή Ιερή Ακροβυστία), που αναφέρεται στην τελετή της περιτομής του Ιησού. Μέρος κάποτε του σώματος του Χριστού, η αξία της είναι αυταπόδεικτη ως ιερό κειμήλιο.
Όπως και όλα τα αγόρια των εβραίων, ο Ιησούς υποβλήθηκε σε περιτομή την όγδοη μέρα της ζωής του. Το γεγονός της περιτομής αναφέρεται ωστόσο μόνο στο Ευαγγέλιο του Λουκά, καθώς οι άλλοι τρεις Ευαγγελιστές (Ματθαίος, Μάρκος και Ιωάννης) δεν αποκαλύπτουν τίποτα σχετικά με την τελετή. Η παλαιότερη αναφορά στην Ιερή Ακροποσθία χρονολογείται από την εποχή του Καρλομάγνου, γύρω στο 800 μ.Χ. Σύμφωνα με τον ίδιο, η Ιερή Ακροποσθία παραδόθηκε στον Καρλομάγνο από έναν άγγελο, ο οποίος κατόπιν την εμπιστεύτηκε στον πάπα Λέοντα Γ’, όταν εκείνος έχρισε τον Καρλομάγνο αυτοκράτορα.
Έκτοτε βέβαια το ιερό κειμήλιο έχει αποτελέσει πηγή έριδας στον ρωμαιοκαθολικό κόσμο, καθώς περισσότερες από 21 εκκλησίες εμφανίζονταν κάποια στιγμή να το έχουν στην κατοχή τους. Όσο για την επίσημη Καθολική Εκκλησία, δήλωσε διά στόματος του Πάπα Κλήμη Ζ’ ότι μόνο μία είναι η αυθεντική. Και βέβαια, για να γίνει ακόμα πιο περίπλοκο το ζήτημα, οι σκευοθήκες που φυλάσσονταν οι Ιερές Ακροποσθίες κατά τον Μεσαίωνα έχουν σήμερα εξαφανιστεί.
Πέρα από την Ιερή Ακροποσθία της Ρώμης, η οποία θεωρούνταν η αυθεντική, διεκδικητές του σπουδαιότατου λειψάνου ήταν από τους Καθεδρικούς της γαλλικής πόλης Le Puy-en-Velay και της ισπανικής Σαντιάγο ντε Κομποστέλα μέχρι η πόλη της Αμβέρσας αλλά και εκκλησίες στην Μπεσανσόν, τη Μετς, τη Φεκάμπ και σε τουλάχιστον άλλες δέκα γαλλικές και μια χούφτα ιταλικές πόλεις.
Η Ιερή Ακροποσθία του ιταλικού χωριού Calcata (50 χιλιόμετρα βόρεια της Ρώμης) περιφερόταν μάλιστα στους δρόμους μέχρι το 1983, κατά τον εορτασμό της περιτομής του Ιησού την Πρωτοχρονιά κάθε έτους (Περιτομή του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, κατά την ορθόδοξη παράδοση, που εορτάζεται την ίδια μέρα). Το πατροπαράδοτο έθιμο έληξε απρόοπτα, όταν το ιερό κειμήλιο κλάπηκε…
Ο Ιερός Ομφάλιος Λώρος του Ιησού
Τμήμα από τον ομφάλιο λώρο του Θείου Βρέφους φυλάσσεται στη Βασιλική του Αγίου Ιωάννη του Λατερανού, τον Καθεδρικό Ναό της Ρώμης δηλαδή όπου εδρεύει ως επίσκοπος ο ίδιος ο Πάπας. Το δεύτερο σωματικό λείψανο του Χριστού που δεν εμφανίζεται στην ορθόδοξη παράδοση είναι το τμήμα του λώρου που απέμεινε μετά τη γέννησή του, κάτι που τίμησε η Λατινική Δύση όσο λίγα.
Η ιστορία του λειψάνου του ομφάλιου λώρου είναι βέβαια πιο περίπλοκη από αυτό, καθώς στα τέλη του 11ου αιώνα-αρχές 12ου εμφανίζονταν δύο τμήματά του, ένα στο περίφημo Volto Santo της ιταλικής Λούκα και ένα δεύτερο στο Παλάτι του Λατερανού, δίπλα στην Ιερή Ακροποσθία. Ένα τρίτο αναφέρθηκε το 1382 σε μια λειψανοθήκη από ελεφαντόδοντο στο βενεδικτίνικο Αβαείο του γαλλικού Κλινί (πλάι ξανά σε λείψανο ακροβυστίας). Ένα τέταρτο έκανε και πάλι την εμφάνισή του στη Γαλλία, χάθηκε ωστόσο και πλέον έχουμε μόνο τη λειψανοθήκη του στο Εθνικό Μουσείο του Μεσαίωνα στο Παρίσι.
Κάποια στιγμή, ένας πλήρης κατάλογος με τα λείψανα του ομφάλιου λώρου του Ιησού αριθμούσε 15 τέτοια απομεινάρια, αν και αργότερα ο αριθμός ανέβηκε κι άλλο. Τα περισσότερα συνδέονταν με τον Καρλομάγνο και τις αυτοκρατορικές του περιπέτειες…
Τα μαλλιά του Ιησού
Στην περίτεχνη και βυζαντινή Σταυροθήκη του Τιμίου Ξύλου που φυλάσσεται στην Ιερά Μονή Βατοπαιδίου του Αγίου Όρους, μέσα στα φατνώματα με τα λείψανα, αναφερόταν σε αρκετούς καταλόγους ότι υπήρχαν, πέρα από τα τεμάχια του Τιμίου Ξύλου και λείψανα από τα Ιερά Μαλλιά αλλά και τα Σπάργανα του Χριστού.
Σε βιβλίο που εκδόθηκε το 1870 στο Παρίσι από τον Charles Rohault de Fleury («Υπόμνημα περί των οργάνων του Πάθους του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού») γινόταν ρητή αναφορά στα μαλλιά του Ιησού, όπως και σε συγγράμματα άλλων περιηγητών στην αθωνική πολιτεία.
Αλλά και ο Βασίλι Γκριγκόροβιτς Μπάρσκι στα ταξίδια του στο Άγιον Όρος (1725-1726 και 1744-1745) περιγράφει ρητά το λείψανο των μαλλιών του Ιησού αλλά και τις φασκιές του νεογέννητου Ιησού.
Τα Μαλλιά και τα Σπάργανα του Ιησού, αλλά και το Άχραντο Αίμα του, φυλάσσονταν μέχρι το 1204 στην Κωνσταντινούπολη (στο βυζαντινό αυτοκρατορικό παρεκκλήσι, την εκκλησία της Θεοτόκου του Φάρου), όταν και χάθηκαν…