Θερίζει πείνα σε Κατεχόμενα και Τουρκία: Επιδοτούν το γάλα, κουλούρια από… χρυσάφι – Μόνο οι τουρίστες κάνουν πάρτυ…
Την επιδότηση του γάλακτος για να μην αυξηθεί η τιμή του και την αποτροπή περαιτέρω αύξησης 41 κουρούς (υποδιαίρεση της ΤΛ, 1 ΤΛ=100 κουρούς), αποφάσισε η ψευδοκυβέρνηση των κατεχομένων και ανακοίνωσε γραπτώς ο λεγόμενος πρωθυπουργός, Τουφάν Ερχιουρμάν.
Χθες το πρωί ο κ. Ερχιουρμάν είχε δηλώσει ότι μελετούσαν μέτρα για την αντιμετώπιση των συνεπειών της νομισματικής κρίσης με την πτώση της τουρκικής λίρας και θα τα ανακοίνωνε χθες το βράδυ ή σήμερα αναφέρει δημοσίευμα.
Στην γραπτή του δήλωση σημειώνει ότι η μείωση των αποθεμάτων στο «ταμείο σταθεροποίησης τιμών» οδήγησε σε αύξηση 41 κουρούς στο πετρέλαιο, όμως προέβησαν σε «νομικές» ρυθμίσεις και η αύξηση αποτράπηκε.
Ο «πρωθυπουργός» σημειώνει ως μια από τις διαφορές του ψευδοκράτους με την Τουρκία στις συνέπειες της πτώσης της ΤΛ είναι η ευρεία χρήση της αγγλικής στερλίνας στα κατεχόμενα και η εξάρτησή τους από τις εισαγωγές. Η «κεντρική τράπεζα» αλλά και το «υπουργείο δημοσιονομικών» έχουν πολύ περιορισμένα εργαλεία στα χέρια τους για να αντιμετωπίσουν την κατάσταση σε σχέση με την Τουρκία, πρόσθεσε.
Ο Τουφάν Ερχιουρμάν είπε ότι στην ατζέντα της «κυβέρνησης» είναι να επιταχυνθούν οι δομικές μεταρρυθμίσεις και να εξετάσουν γρήγορα την περιπτώσεις εξαίρεσης και απαλλαγής από τον φόρο και να προχωρήσουν με τον αγώνα ενάντια στην παραοικονομία.
Είναι αποφασισμένοι, είπε, από την μια να καθορίσουν μέτρα για να προστατεύσουν την κινητικότητα της οικονομίας και την αγοραστικό δύναμη των πολιτών και από την άλλη με θάρρος να διαχειριστούν τα συσσωρευμένα προβλήματα της οικονομίας.
«Οι δυνατότητές μας είναι περιορισμένες και τα προβλήματά μας μεγάλα», ωστόσο – είπε – η «κυβέρνηση» δεν έχει πρόθεση σε τέτοιες δύσκολες εποχές να είναι απλά θεατής.
Θα συνεχίσουν, ανέφερε, τις συσκέψεις με ειδικούς και την επικοινωνία και διαβούλευση με την Τουρκία.
Σε απόγνωση οι Τούρκοι που πληρώνονται με το εθνικό νόμισμα αλλά έχουν υποχρεώσεις σε ξένα. Απίστευτη ακρίβεια στην καθημερινότητα με τιμές απαγορευτικές σε είδη πρώτης ανάγκης. Ωφελούνται μόνο οι… τουρίστες! Δωμάτια σε πεντάστερα ξενοδοχεία ξεκινούν από 69 ευρώ!
Η τουρκική λίρα έχει απολέσει από την αρχή του 2018 πάνω από το 20% της αξίας της έναντι του δολαρίου και του ευρώ. Ιδιαίτερα δραματική είναι η κατάρρευση της λίρας για Τούρκους που εισπράττουν το εισόδημά τους στο εθνικό νόμισμα, καλούνται όμως να καλύψουν υποχρεώσεις σε ξένα νομίσματα.
Ένα παράδειγμα είναι αυτοί τα παιδιά των οποίων φοιτούν στη Γερμανική Σχολή της Κωνσταντινούπολης. Οι οποίοι βλέπουν τα δίδακτρα να εκτοξεύονται.
Αισθητές αυξήσεις σε καθημερινά προϊόντα
Για όσους πληρώνουν με τουρκικές λίρες σχεδόν τα πάντα γίνονται ακριβότερα. Η παρούσα εξέλιξη πλήττει σχεδόν τους πάντες. Οι τιμές των εισαγόμενων προϊόντων έχουν σημειώσει ισχυρή αύξηση, γεγονός που επηρεάζει πολλούς τομείς της ζωής στη χώρα. Η Τουρκία έχει μεγάλο εμπορικό έλλειμμα, δηλαδή εισάγει αισθητά περισσότερα από όσα εξάγει. Οι τιμές των τροφίμων έχουν σημειώσει επίσης έντονη αύξηση.
Μάλιστα λόγω του υψηλού πληθωρισμού οι αυξήσεις δεν αφορούν μόνο τα προϊόντα εισαγωγής αλλά και τα εγχώρια. Ένα απλό παράδειγμα από την καθημερινότητα των τούρκων πολιτών είναι το παραδοσιακό (και) στην Τουρκία κουλούρι με σουσάμι: Μέχρι πρότινος κόστιζε στους φούρνους περί το ένα ευρώ, σήμερα έχει φθάσει το 1,5 ευρώ.
Η κυβέρνηση προσπαθεί με λήψη «εκπτωτικών» μέτρων να περιορίσει τα βάρη ενόψει των εκλογών προκειμένου να κρατήσει σε ελεγχόμενα επίπεδα τη λαϊκή δυσαρέσκεια. Ωστόσο έτσι μειώνονται ακόμη περισσότερο τα κρατικά έσοδα. Σε ιδιαίτερα δεινή θέση βρίσκονται οι τουρκικές επιχειρήσεις που καλούνται να εξυπηρετήσουν δάνεια που έχουν λάβει σε ξένο νόμισμa
Ωφελημένοι οι τουρίστες
Κάθε κρίση έχει και τους ωφελημένους της. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν οι γερμανοί -και όχι μόνο- τουρίστες.
Η Τουρκία έχει ανακτήσει και πάλι τη δημοφιλία της μετά την τουριστική κάμψη των προηγούμενων ετών και όποιος έχει ευρώ στην τσέπη του βλέπει τις τιμές στην Τουρκία να γίνονται εξαιρετικά προσιτές.
Σε ορισμένες ιστοσελίδες κράτησης τουριστικών καταλυμάτων βρίσκει κανείς δωμάτια σε πανσιόν από πέντε ευρώ τη βραδιά τον Ιούλιο, ενώ δωμάτια σε πεντάστερα ξενοδοχεία ξεκινούν από 69 ευρώ.
Φθηνότερες είναι βεβαίως και όλες οι υπόλοιπες δραστηριότητες, όπως το φαγητό σε εστιατόρια, οι επισκέψεις ιστορικών μνημείων, οι εκδρομές και οι αθλητικές εκδηλώσεις. Εξαιρετικά θετική εξέλιξη για όσους έχουν ευρώ, ωστόσο άκρως προβληματική για την πλειοψηφία των Τούρκων.
Την ίδια ώρα η τουρκική ηγεσία θεωρεί ότι πίσω από την κατακόρυφη πτώση της λίρας δεν κρύβονται οικονομικά αίτια, αλλά μια συνομωσία που στοχεύει στην πολιτική του αποδυνάμωση.
Το αν βέβαια τέτοια επιχειρήματα θα πείσουν τελικά τους ψηφοφόρους παραμένει προς το παρόν ανοιχτό. Σε δημοσκόπηση της προηγούμενης εβδομάδας το 42% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι υιοθετεί τη θεωρία ότι υπάρχει «συνομωσία εξωτερικών δυνάμεων εναντίον της Τουρκίας» με στόχο την εξασθένηση της λίρας.
Ωστόσο, το ποσοστό αυτό δεν φαίνεται να συμβαδίζει με τον στόχο του Ερντογάν να κατακτήσει την απόλυτη πλειοψηφία στις προεδρικές εκλογές της 24ης Ιουνίου.
«Άγριο» χέρι στην τουρκική κυβέρνηση από την Κριστίν Λαγκάρντ
Την Παρασκευή, τη σκυτάλη πήρε η διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Η Κριστίν Λαγκάρντ κάλεσε την τουρκική κυβέρνηση να διατηρήσει την ανεξαρτησία της κεντρικής τράπεζάς της, καθώς η σύγχυση που δημιουργήθηκε, οδήγησε στην κατρακύλα της λίρας. Τα ανάμεικτα μηνύματα σχετικά με το αν η κεντρική τράπεζα είναι απαλλαγμένη από πολιτικές παρεμβάσεις δημιούργησαν μία αίσθηση αβεβαιότητας στους επενδυτές, θέτοντας υπό πίεση το τουρκικό νόμισμα, δήλωσε η Λαγκάρντ σε συνέντευξή της στην τηλεόραση του Bloomberg στην Αγία Πετρούπολη.
«Όσον αφορά τη νομισματική πολιτική, είναι πάντα καλύτερο για όλους τους πολιτικούς ηγέτες να αφήνουν τους διοικητές των κεντρικών τραπεζών να κάνουν τη δουλειά που πρέπει και να διατηρούν και να διασφαλίζουν την ανεξαρτησία τους», σημείωσε η Λαγκάρντ. «Ορισμένες δηλώσεις σήμαναν συναγερμό στη διεθνή κοινότητα και ιδιαίτερα στους επενδυτές ότι ξαφνικά η τουρκική κεντρική τράπεζα θα μπορούσε να βρεθεί κάτω από κατευθύνσεις, οδηγίες ή επιρροή. Αυτό δημιούργησε μία αίσθηση αβεβαιότητας και μία έλλειψη εμπιστοσύνης, η οποία είχε την αντανάκλασή της στην αγορά», πρόσθεσε.