άφθαρτη δεξιά χείρα του Αγίου Ιωάννη Χρυσοστόμου αποθησαυρίζεται στην Ιερά Μονή Φιλοθέου του Αγίου Όρους.ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Στην Ορθόδοξη Εκκλησία αποδίδουμε στα Αγία λείψανα τιμή και ευλαβική προσκύνηση, η όποια όμως δεν αποτελεί λατρευτική προσκύνηση η λατρεία. Τούτο γιατί κανείς ποτέ ορθόδοξος χριστιανός δεν ταύτισε στη σκέψη του τα τίμια λείψανα με «θεούς». Μακαριστός π. ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΑΛΕΒΙΖΟΠΟΥΛΟΣ (ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΩΝ ΟΜΑΔΩΝ)
Ο μεγάλος αυτός πατέρας και διδάσκαλος της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας γεννήθηκε στην Αντιόχεια το 347 μ.Χ.(κατά άλλους το 354 μ.Χ.). Πατέρας του ήταν ο στρατηγός Σεκούνδος και μητέρα του η Ανθούσα. Γρήγορα έμεινε ορφανός από πατέρα, και η μητέρα του – χήρα τότε 20 ετών – τον ανέθρεψε και τον μόρφωσε κατά τον καλύτερο χριστιανικό τρόπο. Ήταν ευφυέστατο μυαλό και σπούδασε πολλές επιστήμες στην Αντιόχεια – κοντά στον τότε διάσημο ρήτορα Λιβάνια – αλλά και στην Αθήνα, μαζί με τον αγαπημένο του φίλο Μέγα Βασίλειο.
Όταν αποπεράτωσε τις σπουδές του, επανήλθε στην Αντιόχεια και αποσύρθηκε στην έρημο για πέντε χρόνια, όπου ασκήτευε προσευχόμενος και μελετώντας τις Άγιες Γραφές. Ασθένησε όμως και επέστρεψε στην Αντιόχεια, οπού χειροτονήθηκε διάκονος – το 381 μ.Χ., σε ηλικία 34 ετών – από τον Αρχιεπίσκοπο Αντιοχείας Μελέτιο. Αργότερα δε από τον διάδοχο του Μελετίου Φλαβιανό πρεσβύτερος σε ηλικία 40 ετών.
Κατά την Ιερατική του διακονία ανέπτυξε όλα τα ψυχικά του χαρίσματα, πύρινο θείο ζήλο και πρωτοφανή ευγλωττία στα κηρύγματα του.
Έσειε και συγκλόνιζε τα πλήθη της Αντιόχειας και συγκινούσε τις ψυχές τους βαθύτατα. Η φήμη του αυτή έφτασε μέχρι τη βασιλεύουσα και έτσι, την 15η Δεκεμβρίου 397 μΧ., με κοινή ψήφο βασιλιά Αρκαδίου και Κλήρου, έγινε Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης, κάτι που ο ίδιος δεν επεδίωξε ποτέ.
Aπό την θέση αυτή ο Ιερός Χρυσόστομος, εκτός άλλων, υπήρξε αυστηρός ασκητής και δεινός ερμηνευτής της Αγίας Γραφής, όπως φαίνεται από τα πολλά συγγράμματα του (διασώθηκαν 804, περίπου, ομιλίες του).
Έργο επίσης του Χρυσοστόμου είναι και η Θεία Λειτουργία, που τελούμε σχεδόν κάθε Κυριακή, με λίγες μόνο, από τότε μετατροπές.
Ο ιερός Χρυσόστομος κατά τη διάρκεια της πατριαρχείας του υπήρξε αδυσώπητος ελεγκτής κάθε παρανομίας και κακίας. Αυτό όμως έγινε αιτία να δημιουργήσει φοβερούς εχθρούς, και μάλιστα αυτήν την αυτοκράτειρα Ευδοξία, επειδή ήλεγχε τις παρανομίες της.
Αυτή μάλιστα, σε συνεργασία με τον τότε Πατριάρχη Αλεξαδρείας Θεόφιλο (ενός μοχθηρού και ασεβούς ανθρώπου), συγκάλεσε σύνοδο (παράνομη) από 36 επισκόπους (όλοι τους πνευματικά ύποπτοι και δυσαρεστημένοι από τον άγιο) στο χωριό Δρυς της Χαλκηδόνας και πέτυχε την καθαίρεση και εξορία του Αγίου σ’ ένα χωριό της Βιθυνίας.
Η απόφαση αυτή όμως, τόσο εξερέθισε τα πλήθη, ώστε αναγκάστηκε αυτή η ίδια η Ευδοξία να τον ανακαλέσει από την εξορία και να τον αποκαταστήσει στο θρόνο με άλλη συνοδική αθωωτική απόφαση (402 μ.Χ.). Αλλά λίγο αργότερα, η ασεβής αυτή αυτοκράτειρα, κατάφερε και πάλι να εξορίσει τον Άγιο (20 Ιουνίου 404 μ.Χ.) στην Κουκουσό της Αρμενίας και από κει στα Κόμανα, όπου μετά από πολλές κακουχίες και άλλες ταλαιπωρίες πέθανε στίς 14 Σεπτεμβρίου το 407 μ.Χ.
Ο Μ. Ι. Γαλανός στον Συναξαριστή του, μεταξύ των άλλων, αναφέρει για τον Ιερό Χρυσόστομο, ότι υπήρξε και αναγνωρίζεται ως ο πιο άριστος και δημοφιλής διδάσκαλος της Χριστιανικής Εκκλησίας.
Κανένας δεν εξήγησε όπως αυτός, με τόσο πλούτο και τόση σαφήνεια τα νοήματα των θείων Γραφών, ούτε δε υπήρξε εφάμιλλός του στην ετοιμολογία, την απλότητα, αλλά και στη φλόγα και τη δύναμη της ρητορείας.
Υπήρξε ρήτορας θαυμαστός, λογοτέχνης απαράμιλλος, βαθύτατος και διεισδυτικότατος, ψυχολόγος και καταπληκτικός κοινωνιολόγος με αίσθημα χριστιανικής ισότητας, χωρίς προνομιούχους, με καθολική αδελφότητα. Ανήκει σε αυτούς που φαίνονται «ὡς φωστῆρες ἐν κόσμῳ» (Προς Φιλιππησίους, 6′ 15.). Δηλαδή σαν φωτεινά αστέρια μέσα στον κόσμο.
Ανακομιδή των Ιερών Λειψάνων του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου.
Όταν το 434 μ.Χ. πατριάρχης εξελέγη ο μαθητής του Άγιος Πρόκλος, παρεκάλεσε τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο να ενεργήσει τα δέοντα, ώστε το λείψανο του μεγάλου αυτού πατέρα της Εκκλησίας να επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη. Πράγματι, τέσσερα χρόνια αργότερα, στις 27 Ιανουαρίου του 438 μ.Χ. έγινε η Ανακομιδή των Ιεωρών Λειψάνων του Αγίου.
Η μεταφορά των ιερών λειψάνων από τα Κόμανα συνοδεύτηκε από μια επιστολή – διαταγή του αυτοκράτορα Θεοδοσίου Β’, υιού του Αρκαδίου και της Ευδοξίας, η οποία έγραφε:
«Ἐπιστολὴ τοῦ βασιλέως Θεοδοσίου.
Εἰς τὸν οἰκουμενικὸν Πατριάρχην καὶ Διδάσκαλον καὶ πνευματικὸν Πατέρα Ἰωάννην τὸν Χρυσόστομον, τὴν προσκύνησιν προσφέρω ἐγὼ ὁ βασιλεὺς Θεοδόσιος. Ἡμεῖς, Πάτερ τίμιε, νομίζοντες, πῶς εἶναι τὸ σῶμά σου νεκρόν, καθὼς εἶναι καὶ τὰ ἄλλα σώματα τῶν ἀποθανόντων, ἠθελήσαμεν να μεταφέρωμεν αὐτὸ ἁπλῶς εἰς ἡμᾶς. Διὰ τοῦτο καὶ τοῦ ποθουμένου δικαίως ὑστερήθημεν. Ἀλλὰ σύ, Πάτερ τιμιώτατε, συγχώρησον εἰς ἡμᾶς, ὀποῦ μετανοοῦμεν. Σὺ γὰρ ἐδίδαξες εἰς ὅλους τὴν μετάνοιαν. Καὶ δὸς τὸν ἑαυτόν σου, ὣς πατὴρ φιλοπαῖς, εἰς ἡμᾶς τοὺς φιλοπάτορας υἱούς σου, καὶ τοὺς σὲ ποθούντας εὔφρανον διὰ τῆς παρουσίας σου».
Αυτή την επιστολή του αυτοκράτορα την πήγαν στον Άγιο και την τοποθέτησαν πάνω στην λάρνακά του. Τότε ο Άγιος έδωσε τον εαυτό του στους απεσταλμένους του αυτοκράτορα και έτσι αυτοί μετέφεραν την λάρνακα που περιείχε το άγιο λείψανο στην Κωνσταντινούπολη, χωρίς να κοπιάσουν καθόλου. Η υποδοχή των ιερών λειψάνων του Αγίου υπήρξε παλλαϊκή. Σύσσωμος λαός, κλήρος και μοναχοί, με επικεφαλής τον αυτοκράτορα, τους αυλικούς, τη σύγκλητο και όλους τους άρχοντες, υποδέχθηκαν και προσκύνησαν με σεβασμό τα λείψανά του.
Με πολύ ευλάβεια μετέφεραν αρχικά τη λάρνακα στο ναό του Αποστόλου Θωμά, στα Αμαντίου, έπειτα δε στο ναό της Αγίας Ειρήνης. Εκεί έβαλαν το άγιο λείψανο πάνω στο σύνθρονο και άπαντες εβόησαν: «Ἀπόλαβε τὸν θρόνον σου, Ἅγιε».
Στη συνέχεια η λάρνακα τοποθετήθηκε σε αυτοκρατορική άμαξα και μεταφέρθηκε στο περιώνυμο ναό των Αγίων Αποστόλων. Εκεί έβαλαν το άγιο λείψανο πάνω στην ιερή καθέδρα και έγινε το θαύμα: ο Άγιος επεφώνησε προς τον λαό το «Εἰρήνη πάσι». Έπειτα το εναπέθεσαν μέσα στο Άγιο Βήμα, κάτω από την Αγία Τράπεζα.
Η Σύναξη του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου ετελείτο στο πάνσεπτο ναό των Αγίων Αποστόλων. Ιερά λείψανα του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου αφιέρωσε διά χρυσοβούλλου στη Μονή Μεγίστης Λαύρας του Αγίου Όρους ο αυτοκράτορας Ιωάννης Τσιμισκής (969 – 976 μ.Χ.) και τεμάχιο της αριστεράς χειρός ο Ανδρόνικος ο Παλαιολόγος (1282 – 1328 μ.Χ.), διά χρυσοβούλλου, τον Ιούλιο του έτους 1284 μ.Χ., στη Μονή Φιλοθέου του Αγίου Όρους. Επίσης, τμήματα του ιερού λειψάνου φυλάσσονται στις μονές Βατοπαιδίου, Ιβήρων, Αγίου Διονυσίου και Δοχειαρίου.
Να σημειώσουμε εδώ, ότι ο ιερός Χρυσόστομος πέθανε την 14η Σεπτεμβρίου, αλλά λόγω εορτής της υψώσεως του Τιμίου Σταυρού μετατέθηκε η εορτή της μνήμης του την 13η Νοεμβρίου.
Επίσης την 15η Δεκεμβρίου εορτάζουμε την χειροτονία του σε Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, την 27η Ιανουαρίου την ανακομιδή των λειψάνων του, αλλά η μνήμη του εορτάζεται και την 30η Ιανουαρίου μαζί με τον Μέγα Βασίλειο και τον Άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο. Και τέλος την 26η Φεβρουαρίου εορτάζουμε την μνήμη της χειροτονίας του σε πρεσβύτερο.
greekorthodoxreligioustourism.blogspot.gr