Σφοδρές επιθέσεις κατά του Τούρκου προέδρου Ρ.Τ. Ερντογάν, έλαβαν χώρα τις τελευταίες μέρες, τόσο από τα ΜΜΕ, όσο και από τους τραπεζίτες. Τρανταχτό παράδειγμα, η σημερινή αύξηση των επιτοκίων από την Κεντρική Τράπεζα και οι δηλώσεις Τούρκου δημοσιογράφου περί φυλάκισης του Ερντογάν για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.
Η επιρροή του Τούρκου προέδρουέχει πέσει κατακόρυφα και με σταθερούς ρυθμούς η αποσταθεροποίηση στο εσωτερικό της Τουρκίας αυξάνεται. Η υπό κατάρρευση τουρκική οικονομία, η λογοκρισία και τα κοινωνικά προβλήματα που επικρατούν καταστρέφουν την ηγετική φιγούρα του Ερντογάν και είναι αναμφίβολο πως θα οδηγήσουν στην ”εκθρόνισή” του.
Ο Ερντογάν πρέπει να συλληφθεί και να δικαστεί για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, ανέφερε ο Τούρκος δημοσιογράφος, Τζαν Ντουντάρ, ο οποίος διαμένει εξόριστος στη Γερμανία.
Οι Δυτικοί «έχουν εγκαταλείψει την Τουρκία», η οποία είναι πλέον μια «τεράστια φυλακή», μια χώρα στην οποία οι καταδότες των αντιφρονούντων ανταμείβονται από την κυβέρνηση, δηλώνει σε συνέντευξη που παραχώρησε στο AFP ο Τούρκος δημοσιογράφος Τζαν Ντουντάρ.
Ο γνωστός δημοσιογράφος, ο οποίος έχει γίνει το βασικό σύμβολο του αγώνα για ελευθεροτυπία υπό την προεδρία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην Τουρκία, ζει εδώ και δύο χρόνια μια «δύσκολη εξορία» στη Γερμανία, μακριά «από την οικογένειά του, τον Βόσπορο και την θάλασσα που τον γαληνεύει».
Ο πρώην διευθυντής της τουρκικής εφημερίδας Cumhuriyet, η οποία πρόσκειται στην αντιπολίτευση και πολλαπλασίασε τις έρευνες που φέρνουν σε δύσκολη θέση την εξουσία, θεωρείται «προδότης» από την Άγκυρα επειδή αποκάλυψε το 2015 ότι οι τουρκικές μυστικές υπηρεσίες είχαν προμηθεύσει με όπλα τζιχαντιστές στη Συρία. Ο Ερντογάν, σύμφωνα με τον ίδιο, «πάντα υποστήριζε τους ισλαμιστές».
Μιλώντας με πικρία, ο Ντουντάρ δηλώνει ότι «η Τουρκία είναι η χειρότερη φυλακή στον κόσμο για τους δημοσιογράφους, 155 βρίσκονται στην φυλακή, ενώ οι άλλοι βρίσκονται σε αόρατες φυλακές καθώς οτιδήποτε γράψουν μπορεί να στραφεί σαν όπλο εναντίον τους. Δεν υπάρχει πλέον χώρος για ελεύθερα μέσα ενημέρωσης στην Τουρκία».
Η Τουρκία κατέχει την 157η θέση μεταξύ 180 χωρών στην παγκόσμια κατάταξη για την ελευθερία του Τύπου των Δημοσιογράφων Χωρίς Σύνορα (RSF) για το 2018.
Ένα «απλό tweet» μπορεί να οδηγήσει κάποιον στη φυλακή επειδή «η ακραία κατάδοση ανταμείβεται από την αστυνομία». «Πρόκειται για μαύρη κωμωδία και η αυτολογοκρισία έχει εγκατασταθεί έως και στα σπίτια», σημειώνει.
Σύμφωνα με τον Ντουντάρ, ο οποίος συνάντησε την Τρίτη τον Γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν μαζί με αντιπροσωπεία των RSF, οι «Δυτικοί κλείνουν τα μάτια στην Τουρκία». «Δέχονται τον εκβιασμό του Ερντογάν, ο οποίος απειλεί να τους στείλει 3 εκατομμύρια Σύρους πρόσφυγες».
«Οι Δυτικοί», λέει, «οφείλουν να είναι με το μέρος μας επειδή μια δημοκρατική Τουρκία είναι απαραίτητη (…) αλλά την σπρώχνουν στην αγκαλιά της Τεχεράνης».
«Οι Ευρωπαίοι θυσιάζουν τις αξίες τους, αυτό είναι μια τεράστια απογοήτευση γιατί εμείς υπερασπιζόμαστε την ελευθερία του Τύπου και τον κοσμικό χαρακτήρα του κράτους».
Ο Τούρκος δημοσιογράφος, στον οποίο έχουν απαγγελθεί κατηγορίες όπως και στον επικεφαλής του γραφείου της εφημερίδας του στην Άγκυρα για «αποκάλυψη κρατικών απορρήτων», φυλακίστηκε το 2015 και μετά αφέθηκε ελεύθερος από το ανώτατο δικαστήριο της Τουρκίας, κάτι το οποίο προκάλεσε την οργή του Ερντογάν.
Ο 57χρονος Ντουντάρ είχε καταδικαστεί από πρωτοβάθμιο δικαστήριο σε ποινή φυλάκισης άνω των πέντε ετών. Λίγο πριν από την ανακοίνωση της καταδίκης του, είχε δεχθεί πυρά μπροστά από το δικαστήριο και σώθηκε χάρη στην επέμβαση της συζύγου του Ντιλέκ, η οποία κατάφερε να θέσει υπό έλεγχο αυτόν που τον πυροβόλησε.
«Η γυναίκα μου δεν μπόρεσε να φύγει από την Τουρκία, κατέσχεσαν το διαβατήριό της στο αεροδρόμιο». «Ο Ερντογάν», σημειώνει, «προσπαθεί να βάλει φρένο στις δραστηριότητές μου χρησιμοποιώντας την γυναίκα μου, αυτές είναι μαφιόζικες μέθοδοι». Σήμερα, ο Ντουντάρ μπορεί να μιλήσει με την σύζυγό του μόνον μέσω Skype. «Στην φυλακή ήταν πίσω από ένα τζάμι».
Ο Ερντογάν «πρέπει να δικαστεί», λέει, «για διαφθορά, παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του διεθνούς δικαίου». Ο Τούρκος πρόεδρος «έχει δηλητηριαστεί από την ίδια του την εξουσία (…) όταν ξεφορτώθηκε τον στρατό κατά την άνοδό του στην εξουσία, έγινε ο ίδιος ο στρατός», εξηγεί.
Ο Ντουντάρ σημειώνει εξάλλου ότι θα βρει πραγματικά την ηρεμία του «όταν αποκατασταθεί η δημοκρατία στην Τουρκία» και προσθέτει ότι «φοβόταν περισσότερο στην Τουρκία απ’ ό,τι στη Γερμανία, καθώς έχει ήδη αντιμετωπίσει έναν δολοφόνο» εκεί. «Δεν φοβάμαι, αλλά αν αυτό συνέβη μία φορά, μπορεί να ξανασυμβεί μια δεύτερη, να φυλακιστώ ή να δολοφονηθώ».
Την στιγμή που άνθρωποι-σύμβολα των ΜΜΕ επιτίθενται στον Τούρκο Σουλτάνο, σε μεγάλη αύξηση του βασικού επιτοκίου της κατά περισσότερο από έξι μονάδες προχώρησε η Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας, σε μια προσπάθεια να συγκρατήσει τον πληθωρισμό και να θωρακίσει την συναλλαγματική αξία της τουρκικής λίρας.
Το βασικό επιτόκιο διαμορφώνεται πλέον στο 24%, από 17,75% που ήταν έως σήμερα, ξεπερνώντας τις προσδοκίες των περισσότερων αναλυτών και οικονομολόγων, όπως μεταδίδει ο ΣΚΑΪ.
Από τις αρχές του έτους η λίρα έχει αποδυναμωθεί βαθιά έναντι του δολαρίου, εγείροντας φόβους για την βιωσιμότητα τουρκικών επιχειρήσεων που έχουν λάβει δάνεια σε ξένα νομίσματα.
Η Κεντρική Τράπεζα είχε διαμηνύσει πως θα προβεί σε αύξηση του επιτοκίου από τις αρχές του μήνα, όταν έγινε γνωστό πως τον Αύγουστο ο πληθωρισμός άγγιξε το 18%.
«Πρόσφατες εξελίξεις που αφορούν την προοπτική του πληθωρισμού καταδεικνύουν σημαντικά ρίσκα για την σταθερότητα των τιμών», ανέφερε στην ανακοίνωσή της η Κεντρική Τράπεζα, σημειώνοντας πως ανατιμήσεις έχουν παρατηρηθεί σε όλους τους τομείς, γεγονός που αντανακλά αλλαγές στην συναλλαγματική ισοτιμία.
Η αύξηση του βασικού επιτοκίου ήλθε παρά την σταθερή δυσπιστία του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος έχει επανειλημμένα αμφισβητήσει την οικονομική ορθοδοξία υποστηρίζοντας ότι τα υψηλά επιτόκια είναι «μητέρα όλων των δεινών».
Παρά την επίμονη κριτική του κ. Ερντογάν, στην ανακοίνωσή της η Κεντρική Τράπεζα ξεκαθάρισε πως θα συνεχίσει να χρησιμοποιεί όλα τα διαθέσιμα εργαλεία ώστε να διασφαλίσει την σταθερότητα των τιμών.
«Η σφιχτή νομισματική πολιτική θα διατηρηθεί αποφασιστικά έως ότου να βελτιωθεί σημαντικά η προοπτική του πληθωρισμού», προσέθεσε η Τράπεζα, στέλνοντας ένα σινιάλο στις αγορές.
Είναι θέμα χρόνου η πολιτική στρατηγική του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, να οδηγήσει την Τουρκία σε ένα διπλωματικό, οικονομικό και γεωστρατηγικό αδιέξοδο και κατά συνέπεια την πτώση του άλλοτε ισχυρού ηγέτη της τουρκικής επικράτειας.