Πιο πιθανό είναι να χάσεις ντέρμπι με πέναλτι έξω από την περιοχή και να ΜΗΝ βρίσεις το «κοράκι», παρά να πας γήπεδο και να ΜΗΝ φας «βρώμικο»!
Πολλά μπορούν να συμβούν όταν πηγαίνεις στο γήπεδο.
Μπορεί να δεις ματσάρα, μπορεί να δεις και «σούπα».
Μπορεί η ομάδα σου να κερδίσει, μπορεί και να χάσει.
Μπορεί ο διαιτητής να ‘τα χει πάρει, μπορεί και… ok, άσ’ το, πάντα «πιασμένη» είναι αυτή η χαμούρα!
Ό,τι μα ό,τι κι αν συμβεί ωστόσο, ένα είναι σίγουρο (άντε δυο μαζί με το ότι η φωνή σου θα κλείσει):
Θα φας «βρώμικο»!
Δεν έχει σημασία αν πεινάς, δεν έχει σημασία αν έφαγες ένα στιφαδάκι πριν μισή ώρα, δεν έχει σημασία αν έχεις προγραμματίσει να πας μετά για φαγητό.
Και φυσικά δεν πρόκειται ποτέ να σε πτοήσουν οι πιθανές συνέπειες. Το «βρώμικο» έξω από το γήπεδο παραείναι μεγάλη απόλαυση για να το στερηθείς υπό τον φόβο ενός ενδεχόμενου τσιρλιού.
Για την ακρίβεια δεν είναι μια απλή απόλαυση. Είναι μια ολόκληρη μυσταγωγία. Ένα αναπόσπαστο σκέλος της ιεροτελεστίας του γηπέδου. Ένα καθήκον που έχεις απέναντι στη μύτη σου μόλις βγεις από τη θύρα και σε πιάσουν οι τσίκνες!
Γιατί αν έχει νικήσει η ομάδα σου είναι ένας εξαιρετικός τρόπος να το γιορτάσεις. Αν έχει χάσει, σκέφτεσαι «αφού μυρίσαμε τον κρίνο, τουλάχιστον να φάμε».
Πώς είπες; Τι γίνεται αν έχει έρθει ισοπαλία; Ντάξει, κάτι θα βρεις για να πείσεις τον εαυτό σου και σε αυτή την περίπτωση.
Με τον ήχο της γεννήτριας λοιπόν να μοιάζει μουσική στ’ αυτιά σου και τον… ομορφάντρα της γνωστής διαφήμισης να σε καλεί σαν Σειρήνα, πριν καν το καταλάβεις έχεις σταθεί ήδη μπροστά στο καροτσάκι.
Εξάλλου έρευνες που έχουν γίνει (από μένα προσωπικά) το έχουν αποδείξει: Όσο πιο γρήγορα μιλάει και όσο πιο δυνατά ακούγεται ο μάστορας, τόσο καλύτερο είναι το προϊόν.
Αν και η ποιότητα (το ξέρεις ότι) δεν είναι το φόρτε του εκάστοτε καταστήματος. Ούτε για την καθαριότητα θα έβαζες το χέρι σου στη φωτιά (της σχάρας). Αυτή ακριβώς όμως είναι και η μαγεία του. Η μαγκιά του, αν προτιμάς.
Ότι το «βρώμικο» του γηπέδου δεν στολίζεται. Δεν βάζει τα καλά του για να σε δελεάσει. Σου ξηγιέται χύμα και στα ίσια:
Σουβλάκι ή λουκάνικο. Πατάτα (συχνά λαδοπιωμένη). Και κέτσαπ, μουστάρδα, μαγιονέζα να σχηματίζουν αυτή την αναποφάσιστη σος που διευκολύνει την κινητικότητα στην καταπιόνα σου. Τέλος…
Οτιδήποτε παραπάνω θεωρείται γκουρμεδιά που δεν έχει θέση έξω από το γήπεδο. Άμα θέτε λάχανο-καρότο και καραμελωμένα κρεμμύδια, να πάτε στη Μιχαλακοπούλου ή στη Μαβίλη, όχι στο «Καραϊσκάκη», τη Λεωφόρο και το ΟΑΚΑ.
Εκεί το… μενού είναι συγκεκριμένο. Οι απαιτήσεις συνειδητά χαμηλές. Κι όμως! Το σάντουιτς σου φαίνεται πάντα υπέροχο.
Ίσως επειδή σου θυμίζει τα παιδικά και τα εφηβικά σου χρόνια ως οπαδός. Ίσως επειδή σου μοιάζει ακατόρθωτο να προσπεράσεις τις δελεαστικές αναθυμιάσεις χωρίς να ενδώσεις τελικά στον πειρασμό.
Ίσως απλά επειδή στο φτιάχνουν τύποι (όπως ο παρακάτω) που σ’ έχουν κάνει να γελάσεις πριν καν δαγκώσεις την πρώτη μπουκιά…