Ο πραγματικός στόχος ήταν να κατασκευαστούν γρήγορα «ένοχοι» που θα έστρεφαν την κοινή γνώμη μακριά από το σκάνδαλο που απειλούσε τον πολιτικό κόσμο της Μεγάλης Βρετανίας
Δύο πράγματα τρόμαζαν περισσότερο από οτιδήποτε άλλο τον πρωθυπουργό της Αγγλίας Χάρολντ ΜακΜίλαν. Η πιθανή εμπλοκή μελών της κυβέρνησής του σε ερωτικά σκάνδαλα και οι Σοβιετικοί κατάσκοποι. Η μοίρα το θέλησε να γίνει έτσι και τελικά, το 1963, αναγκάστηκε σε παραίτηση υπό το βάρος των αποκαλύψεων που συνδύαζαν και τα δύο. Ήταν η περίφημη «Υπόθεση Προφιούμο» που έσκασε σαν βόμβα στη Μεγάλη Βρετανία και θεωρήθηκε από τους συντηρητικούς κύκλους ως ξεκάθαρη ένδειξη της ηθικής κατάπτωσης της αγγλικής κοινωνίας μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Παιχνίδια κατασκόπων
Μετά το τέλος του πολέμου, οι πρώην σύμμαχοι αυτόματα άρχισαν να κοιτάζουν με καχυποψία ο ένας τον άλλον. Ειδικά στις δεκαετίες του ’50 και του ’60 γνώρισε μέρες δόξας η… συμπαθής επαγγελματική τάξη των κατασκόπων, που «ξαμολήθηκαν» σε Ανατολή και Δύση προκειμένου να αποκαλύψουν τα μυστικά της άλλης πλευράς. Με ελάχιστες εξαιρέσεις, η δράση τους περιορίστηκε σε «ψίχουλα». Υπό την έννοια ότι οι πληροφορίες που κατόρθωναν να αντλήσουν ήταν δευτερευούσης σημασίας και ελάχιστα πραγματικά απόρρητα προγράμματα των ΗΠΑ ή της Σοβιετικής Ένωσης έγιναν γνωστά σε Ουάσινγκτον και Μόσχα, αντίστοιχα.
Ήταν, όμως, τέτοιο το πέπλο μυστηρίου που κάλυπτε τις κινήσεις του καθενός και τόσος μεγάλος ο ανταγωνισμός και ο φόβος που η κατασκοπεία μετατράπηκε σε άνευ προηγουμένου ψύχωση. Οι πολίτες ζούσαν υπό το καθεστώς του τρόμου που γιγάντωνε η άγνοια για την άλλη πλευρά και κάθε τι σχετιζόμενο με κατασκοπεία έσπερνε τον πανικό. Υπό αυτή την έννοια δικαιολογείται και η φοβία του ΜακΜίλαν όταν ξέσπασε η υπόθεση Προφιούμο, η οποία έκανε τον ίδιο και την κυβέρνησή του να μοιάζει ανήμπορη να προστατέψει την πατρίδα.
Σκάνδαλο
Το 1962 ο Τζον Προφιούμο συγκέντρωσε πάνω του το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης. Το είχε κάνει και παλιότερα όταν στα 25 του γινόταν ο νεαρότερος βουλευτής στην Βρετανία. Πολιτικό «τέκνο» του Ουίνστον Τσόρτσιλ, είχε παρασημοφορηθεί για τη δράση του στον πόλεμο ως επιτελάρχης στο ιαπωνικό μέτωπο. Ήταν μορφωμένος. Θα μπορούσε να έχει όποια γυναίκα ήθελε. Αλλά αυτός -αν και παντρεμένος- προτίμησε την Κριστίν Κίλερ, γνωστή χορεύτρια σε καμπαρέ του Λονδίνου και -κατά ορισμένες μαρτυρίες- πόρνη πολυτελείας.
Εάν σε αυτό το… κοκτέιλ προσθέσεις και τον Γιεβγκένι Ιβανόφ, ακόλουθο της σοβιετικής πρεσβείας και αξιωματικού του ναυτικού της χώρας, τα πράγματα γίνονται εκρηκτικά. Ειδικά όταν οι τρεις δημιουργούν ένα ερωτικό τρίγωνο με άγνωστες προεκτάσεις. Όταν τα κομμάτια του παζλ άρχισαν να γίνονται ορατά και έγινε γνωστό πως η παράνομη ερωμένη του υπουργού Άμυνας της Μεγάλης Βρετανίας διατηρεί παράλληλη σχέση με έναν μπολσεβίκο αξιωματούχο, οι συνειρμοί ήταν αναπόφευκτοι. Για τον Τύπο και την κοινωνία ο Προφιούμο ήταν ένοχος λόγω αφέλειας και βλακείας. Ο κόσμος άρχισε να αναρωτιέται πόσα μυστικά μπορεί να μοιράστηκε με την Κίλερ πάνω στο κρεβάτι. Και πόσα από αυτά πέρασαν στην άλλη πλευρά, όταν η νεαρή γυναίκα άλλαζε παρτενέρ και στο στρώμα της ξάπλωνε ο Ιβανόφ.
Άρνηση
Η υπερασπιστική γραμμή του Προφιούμο δεν ήταν πολύ διαφορετική σε σχέση με άλλες, σύγχρονες, περιπτώσεις πολιτικών με εξωσυζυγικές σχέσεις. Αρχικά αρνήθηκε τα πάντα. Το έκανε μάλιστα ενώπιον της Βουλής των Κοινοτήτων, ενός τεράστιου για τα βρετανικά δεδομένα θεσμού. Κι αν είναι κάτι ενοχλεί αφάνταστα τους Βρετανούς είναι να αντιλαμβάνονται πως κάποιος λειτουργεί με ασέβεια απέναντι στους θεσμούς τους. Εκείνη η άρνηση ουσιαστικά έβαλε ταφόπλακα στην πολιτική καριέρα του, αλλά και της κυβέρνησης των συντηρητικών. Όταν οι αποκαλύψεις δεν έπαιρναν αμφισβήτησης, ομολόγησε, παραιτήθηκε και βρήκε παρηγοριά στις φιλανθρωπίες. Η σύζυγός του έμεινε στο πλευρό του.
Η «πέτρα του σκανδάλου», Κριστίν Κίλερ τιμωρήθηκε για απλή ψευδορκία με 9 μήνες φυλάκιση, ενώ ο Ιβανόφ ανακλήθηκε στην πατρίδα του, εκμεταλλευόμενος την διπλωματική ιδιότητά του. Όπως εύκολα γίνεται αντιληπτό, η υπόθεση έκλεισε πολύ γρήγορα, γεγονός που έβαλε πολλούς σε υποψίες. Ο Προφιούμο δεν κατηγορήθηκε ποτέ για εσχάτη προδοσία, ενώ μόνο μετά από σχεδόν μισό αιώνα η πρώην ερωμένη του αποφάσισε να μιλήσει για εκείνη την περίοδο.
Προδοσία
«Ήμουν κατάσκοπος και δεν είμαι περήφανη γι’ αυτό. Η αλήθεια είναι ότι πρόδωσα τη χώρα μου. Προσπάθησα να το σταματήσω. Όμως ήμουν πολύ φοβισμένη» είχε δηλώσει η Κίλερ το 2013. Λίγα χρόνια αργότερα (το 2017) έφυγε τη ζωή, έχοντας προλάβει να κυκλοφορήσει την αυτοβιογραφία της στην οποία παραδέχεται πως στόχος των Σοβιετικών ήταν μέσω αυτής να μάθουν τις θέσεις των πυραυλικών συστημάτων και των πυρηνικών κεφαλών στην Δυτική Γερμανία. Επιπλέον, πρόσθεσε πως σκόπιμα οι Αρχές φρόντισαν να κάνουν τον Τύπο να ασχοληθεί με το ερωτικό κομμάτι του σκανδάλου προκειμένου να μην πάρει μεγάλες διαστάσεις το θέμα της κατασκοπείας και των κενών ασφαλείας που έθεταν σε κίνδυνο τη χώρα. Κάποιοι υποστηρίζουν πως συνέβη ακριβώς το αντίθετο…
Σεξ
Το πραγματικό πρόσωπο «κλειδί» στην υπόθεση απαντούσε στο όνομα Στίβεν Γουόρντ. Μετά τον πόλεμο άρχισε να εξασκεί την οστεοπαθητική, μια μορφή εναλλακτικής ιατρικής, που αποδείχθηκε ιδιαίτερα δημοφιλής στους κοσμικούς κύκλους του Λονδίνου. Η ενασχόλησή του με τα καλλιτεχνικά του άνοιξε ακόμη περισσότερες πόρτες και σύντομα τον μετέτρεψε σε έναν άνθρωπο που γνώριζε καλά τα γούστα και τις προτιμήσεις ισχυρών ανδρών της πολιτικής, των τεχνών και του θεάματος. Κάποια στιγμή αποφάσισε να τα χρησιμοποιήσει όλα προς όφελός του. Στην πραγματικότητα ο Γουόρντ ήταν εκείνος που είχε τη δυνατότητα να ικανοποιεί τις επιθυμίες τους. Όσο παράξενες ή ακόμη και παράνομες μπορεί να ήταν αυτές.
Το να τους παρέχει νεαρά κορίτσια ή αγόρια, ανάλογα με τα γούστα τους, ήταν ένα από αυτά. Όταν γνώρισε την Κίλερ εκείνη ήταν μόλις 17 ετών. Για ένα διάστημα μία από τις ερωμένες του, έπαιρνε συχνά μέρος στα πάρτι που διοργάνωνε ο ίδιος στο απομακρυσμένο εξοχικό του. Αργότερα η Κίλερ τον κατηγόρησε πως εκείνος ήταν πράκτορας των Σοβιετικών και την υποχρέωσε να διατηρήσει σχέση με τον Προφιούμο. Θεωρητικά μπήκε στο μικροσκόπιο της ΜΙ5 όταν έγινε γνωστή και η παράλληλη γνωριμία της με τον Ιβανόφ, γεγονός που οδήγησε στις υποψίες κατασκοπίας.
Σύμφωνα με την επικρατούσα «άλλη» άποψη, η αλήθεια ήταν εντελώς διαφορετική. Οι θεωρίες κατασκοπίας δεν ήταν τίποτα παραπάνω από ένα προπέτασμα καπνού. Ο πραγματικός στόχος ήταν να κατασκευαστούν γρήγορα «ένοχοι» που θα έστρεφαν την κοινή γνώμη μακριά από το σκάνδαλο που απειλούσε τον πολιτικό κόσμο της Μεγάλης Βρετανίας. Λόρδοι, δούκες, υπουργοί, βουλευτές, βιομήχανοι, καλλιτέχνες και ένα σωρό άλλοι είχαν κάνει χρήση των υπηρεσιών του, που έφταναν ακόμη και σε φήμες για μαύρη μαγεία, σεξουαλικά όργια και ναρκωτικά! Το διακύβευμα ήταν τεράστιο και η τύχη του Προφιούμο προδιαγεγραμμένη. Ήταν απλά ακόμα ένας άπιστος σύζυγος, αλλά κουβάλησε τη στάμπα του προδότη σχεδόν για πάντα.
Τέλος
Λάδι στη φωτιά των αστικών μύθων για το αληθινό περιεχόμενο της υπόθεσης έβαλε το ίδιο το τέλος του Γουόρντ. Παραπέμφθηκε σε δίκη όπου και καταδικάστηκε για τις «ανήθικες δραστηριότητές» του. Τη μέρα της καταδίκης του –και λίγο πριν ανακοινωθεί η ποινή- έφευγε από τη ζωή, αυτοκτονώντας από υπερβολική δόση βαρβιτουρικών. Καθώς περνούσαν τα χρόνια γινόταν ολοένα και πιο αντιληπτό πως δεν ήταν τίποτα παραπάνω από ένας αποδιοπομπαίος τράγος. Η δίκη του χαρακτηρίστηκε άδικη και έγιναν προσπάθειες αναψηλάφησής της. Το 2017, όμως, αμετάκλητα η βρετανική δικαιοσύνη αποφάνθηκε πως δεν επρόκειτο να γίνει αποδεκτό κανένα αίτημα έφεσης.
Αν έχει οποιαδήποτε σημασία, το 2003 η βασίλισσα Ελισάβετ τίμησε τον Τζον Προφιούμο για το φιλανθρωπικό έργο του. Τρία χρόνια μετά έφυγε και εκείνος από τη ζωή, όπως συνέβη και πριν μερικούς μήνες με την Κριστίν Κίλερ. Ο Ιβανόφ είχε πεθάνει από το 1994 κιόλας, πράγμα που σημαίνει πως πια δεν έχει μείνει κανένας για να διηγηθεί τη δική του πτυχή της «αλήθειας».