Τον Δεκέμβριο του 1865, ένα οκτάχρονο αγόρι, ο Merrit Beardsley, πέθανε από πυρετό. Η οικογένειά του ζούσε κοντά στο κοιμητήριο στην Οξφόρδη της Νέας Υόρκης, όπου ο πατέρας του, William, δούλευε ως αγρότης και χτίστης.
Όπως τα περισσότερα μικρά παιδιά, ο Merrit φοβόταν πάρα πολύ το σκοτάδι – τόσο, που πριν πεθάνει, ζήτησε από τον πατέρα του να μην τον θάψει στο χώμα ώστε να μην είναι για πάντα στο σκοτάδι.
Θέλοντας να πραγματοποιήσει την ευχή του γιου τους, ο William έχτισε για τον Merrit έναν πολύ όμορφο τάφο που είχε ένα μικρό παραθυράκι ώστε να μην χρειάζεται να ζει για πάντα στο σκοτάδι.
Ενώ η κίνηση του πατέρα ήταν πολύ συγκινητική, υπήρχε ένα πρόβλημα. Με τις δεκαετίες, βάνδαλοι έσπαγαν συνέχεια το παράθυρο του μικρού Merrit μέχρι που στο τέλος αποφάσισαν να το αφήσουν σπασμένο.
Το 2013 όμως βρέθηκε κάποιος που νοιαζόταν αρκετά ώστε να προσπαθήσει να το επισκευάσει. Ο Stefan Foster, ένα 16χρονο αγόρι από το Norwich εντυπωσιάστηκε πάρα πολύ από την ιστορία του μικρού Merrit.
«Η οικογένειά μου ανέφερε την ιστορία του μικρού Merrit όταν ήμουν 8 ή 9. Μεγαλώνοντας, η γιαγιά μου με πήγαινε με το αμάξι σε ιστορικούς τόπου και νεκροταφεία σε όλη την χώρα. Από τότε, πάντα με ενδιέφεραν τα ξεχασμένα τοπία.»
Ο Foster είπε πως πως μερικά χρόνια μετά είδε το σπασμένο παράθυρο του τάφου και ένιωσε πως έπρεπε να το επισκευάσει. Αμέσως, άρχισε να μαζεύει χρήματα.
«Μίλησα με το δημαρχείο και πήρα οικονομική βοήθεια για να επισκευάσω το σπασμένο τζάμι με πιο δυνατά υλικά. Βρήκα ακόμα και χρήματα για να καθαρίσω τον τάφο.»
Μετά από όλη την δουλειά, ο Foster είπε πως το πιο όμορφο πράγμα με την ανακαίνιση του τάφου ήταν όλα τα δώρα που άφηνε ο κόσμος για τον μικρό Merrit.
«Επισκέπτες αφήνουν παιχνίδια, λουλούδια και άλλα μικρά δώρα. Αντί να να έχει σπασμένα τζάμια και πεταμένες πέτρες, το νεκροταφείο τώρα έχει μία εντελώς διαφορετική εικόνα.»
Χάρη στον Stefan Foster και όσους προσφέρονται εθελοντικά, μία ολόκληρη πόλη φροντίζει τον μικρό Merrit και το παράθυρό του!