«Και στις δύο εταιρίες δεν πληρώθηκα ούτε τις απλές παροχές που νομίμως δικαιούται ένας υπάλληλος».
Γνωστό πρόσωπο της ελληνικής showbiz μίλησε για τα παιδικά του χρόνια, την οικογένειά του, τα επαγγελματικά του, αλλά και την εκμετάλλευση από κάποιους εν καιρώ κρίσης…
Στην Espresso και τη Δήμητρα Δάρδα έδωσε συνέντευξη ο Μάρκελλος Νύκτας, ο οποίος μίλησε μεταξύ άλλων για τα παιδικά του χρόνια, την οικογένειά του, τα επαγγελματικά του, αλλά και την εκμετάλλευση από κάποιους εν καιρώ κρίσης.
Να ξεκινήσουμε από τα παιδικά σας χρόνια…
Γεννήθηκα στην Πόλη και καμία άλλη δεν πήρε τη θέση της στην καρδιά μου. Φοίτησα μέχρι την πέμπτη δημοτικού στο Ζωγράφειο Σχολείο και θυμάμαι με κάθε λεπτομέρεια την επιβλητική του είσοδο, κάτι σαν του Ζαππείου!
Η γειτονιά σας στο Πέραν ήταν όμορφη;
Ναι, κι ενώ ανήκε στους Τούρκους, ένιωθα πως ανήκε περισσότερο σε μένα. Το σπίτι μας ήταν παλιό και απέναντί μας ήταν ένα τουρκικό σχολείο. Θυμάμαι πως στη γιορτή του Κεμάλ Ατατούρκ έστηναν πάντα ένα τεράστιο πορτρέτο του, φτιαγμένο από λουλούδια.
Τι άλλο θυμάστε;
Στον δρόμο για το σχολείο περνούσα από τον Ι. Ν. της Αγίας Τριάδας, μετά από ένα τζαμί με τον χότζα να φωνάζει το Κοράνι από τον μιναρέ και έπειτα από λίγα μέτρα μια καθολική εκκλησία. Τόσες διαφορετικές κουλτούρες και θρησκείες μαζεμένες σε μόνο μια γωνιά!
Η μητέρα σας ήταν κοκέτα;
Ναι, και με έπαιρνε μαζί της στα ατελιέ και τα κομμωτήρια. Θυμάμαι έντονα ένα φόρεμα που έραψε για ένα bal masque με ένα ντραπέ σε λεοπάρ βελούδο. Και για στολίδι έβαλαν το κεφάλι μιας λεοπάρδαλης με μάτια από στρας! Το κοιτούσα αχόρταγα. Εμοιαζε παραμυθένιο και «έγραψε» τόσο πολύ μέσα μου το ντεσέν, που ακολουθεί όλες μου τις συλλογές.
Ο πατέρας σας τι επάγγελμα έκανε;
Είχε μια λέσχη κυρίων όπου σύχναζαν μόνο επιφανείς Ελληνες. Ωστόσο, όταν άρχισε ο πόλεμος του ’40, χωρίς δεύτερη σκέψη ήρθε στην Ελλάδα ως εθελοντής μαζί με τους φίλους του και πήραν μετάθεση κατευθείαν στο μέτωπο. Πολέμησαν τους Γερμανούς στο Ελ Αλαμέιν και το Ρίμινι, και στην επιστροφή του με τον βαθμό του λοχία στην πατρίδα παρασημοφορήθηκε από τη βασίλισσα Φρειδερίκη ως ήρωας πολέμου.
Πώς γνωρίστηκαν οι γονείς σας;
Ο πατέρας μου, γυρνώντας από τον πόλεμο, πήγε στον αρραβώνα ενός καλού του φίλου αγέρωχος, όμορφος και ένστολος. Μόλις τα μάτια του διασταυρώθηκαν με της μητέρας μου, η οποία ήταν παράνυμφος και έλαμπε στο υπέροχο γαλάζιο φόρεμά της, ερωτεύτηκαν! Βλέπω τη φωτογραφία τους από εκείνη τη βραδιά και συγκινούμαι. Νέοι και τόσο όμορφοι.
Εχετε αδέλφια;
Εναν αδελφό. Μικρός ήταν διάνοια. Τον έβλεπα πάντα βυθισμένο σε βιβλία, περιοδικά και εφημερίδες, να διαβάζει αχόρταγα. Κι αυτή η εικόνα ήταν καθοριστική για μένα, αφού το σπίτι μου είναι γεμάτο βιβλία. Το διάβασμα για μένα είναι… μορφίνη.
Αλλες απίθανες στιγμές;
Τα καλοκαίρια με τον αδελφό μου κάναμε διακοπές στη Χίο. Ο παππούς μου ήταν έμπορος μαστίχας και η γιαγιά επιστάτισσα των εργατών στα μαστιχόδεντρα. Με έπαιρνε συχνά μαζί της. Με ανέβαζε στη φοράδα που είχαν, τη γεμάτη από χάντρες για να μην τη ματιάζουν, και διασχίζαμε μονοπάτια αδιάβατα κι επικίνδυνα για να φτάσουμε στα μαστιχόδεντρα. Ισα ίσα χωρούσε το άλογο και οι πέτρες στην άκρη του δρόμου γλιστρούσαν στον γκρεμό. Αυτές τις εικόνες τις είδα ξαφνικά μπροστά μου χρόνια αργότερα στην ταινία «Ο άρχοντας των δαχτυλιδιών».
Κοντά στο εξοχικό της οικογένειάς σας στην Πρίγκηπο γυρίστηκε η ταινία «Χτυποκάρδια στα θρανία» με την Αλίκη Βουγιουκλάκη.
Πράγματι, και δείχνει την ομορφιά της συνοικίας. Με τους γονείς μου μόλις φτάναμε στην προκυμαία με τις βαλίτσες φορτωμένοι, πρώτα αγοράζαμε ένα χωνάκι παγωτό καϊμάκι και ύστερα ανεβαίναμε στην άμαξα που μας πήγαινε μέχρι το σπίτι. Ηταν το «ταξί» μας. Τα απογεύματα όλα τα πιτσιρίκια παίρναμε τα ποδηλατάκια μας και τρέχαμε στη θάλασσα, μέχρι που λαχανιάζαμε από την κούραση.
Ο διωγμός και η μετάβαση στην Ελλάδα ήταν δύσκολα;
Ηρθα στην ηλικία του μικρού πρωταγωνιστή από την ταινία «Πολίτικη κουζίνα». Η ζωή του, όπως περιγράφεται, είναι η δική μου ιστορία. Συγκινούμαι έντονα όταν τη βλέπω. Ιδια ατμόσφαιρα, ίδιες μυρωδιές από την Ανατολή, απορίες και ερωτήματα. Ηρθα σε έναν τόπο που ήταν για μας αναψυχής και στο τέλος έγινε εξορίας.
Για ποιον λόγο λυπηθήκατε περισσότερο;
Γιατί εγκατέλειψα το σχολείο μου, τους συμμαθητές και το θρανίο μου, λόγω των πολιτικών καταστάσεων. Αυτό επαναλήφθηκε και στην εφηβεία μου, αλλά τότε με απομάκρυναν για ομοφοβικούς λόγους.
Δηλαδή;
Κάλεσαν τη μητέρα μου στο σχολείο και η δασκάλα τής είπε να μη στενοχωριέται που έπρεπε να με γράψει σε άλλο, ιδιωτικό εκπαιδευτήριο. Κι έτσι έγινε. Τότε κατάλαβα πως έπρεπε να είμαι προετοιμασμένος στη ζωή μου για τέτοια «χτυπήματα».
Με την επιστροφή σας στην Αθήνα από το εξωτερικό ανοίξατε ατελιέ και κατόπιν κατάστημα, από όπου έκανε… παρέλαση η showbiz. Επειτα περάσατε στην τηλεόραση…
Ημουν ο πρώτος σχεδιαστής που δούλεψα σε shows και έντυνα τους παίκτες με αυθεντικά γαλλικά κομμάτια, όπως Givenchy. Μάλιστα, σε μια κοπέλα που ερμήνευσε Εντίθ Πιαφ φόρεσα δημιουργία που μου παραχωρήθηκε αποκλειστικά από μουσείο. Επειτα ακολούθησαν πολλές εκπομπές και… fashion police.
Σε όσους λένε ότι χαθήκατε από τον χώρο της μόδας τι απαντάτε;
(Χαμόγελο) Η τελευταία μου παρουσίαση έγινε πριν από επτά μήνες στο περίφημο Πελοποννησιακό Λαογραφικό Ιδρυμα, που οργάνωσε η αγαπημένη μου Νανά Παπαντωνίου, διευθύντρια στο Μουσείο Μπενάκη.
Η μόδα επλήγη βαθιά από την κρίση;
Δυστυχώς, και παρέσυρε μαζί της πρακτορεία μοντέλων, ατελιέ και περιοδικά μόδας, όπως την ελληνική «Vogue», η οποία παρουσίαζε προτάσεις διεθνών και Ελλήνων σχεδιαστών. Προσωπικά, μου είχε κάνει πολλά αφιερώματα.
Αίσθηση είχε προκαλέσει το εξώφυλλό σας με τον διάσημο ποδοσφαιριστή Τζιμπρίλ Σισέ ντυμένο στα λεοπάρ!
Είπαμε, αυτό το εμπριμέ έχει την ιστορία του!
Τι άλλο σας προκάλεσε η κρίση;
Θυμό, γιατί κάποια καθάρματα βρήκαν την ευκαιρία να εκμεταλλευτούν την κατάσταση και άγγιξαν κι εμένα. Εργάστηκα για επτά χρόνια σε γνωστό ΙΕΚ προσφέροντας τη φήμη και τις γνώσεις μου, καθώς και σε μια επιχείρηση με ρούχα second hand (στο αντρικό τμήμα). Και στις δύο εταιρίες δεν πληρώθηκα ούτε τις απλές παροχές που νομίμως δικαιούται ένας υπάλληλος. Φυσικά, ούτε λόγος για πρόσληψη. Η συνέχεια όμως θα δοθεί στη Δικαιοσύνη.
Περνάτε δύσκολα;
Όπως όλος ο κόσμος. Ωστόσο, συνεχίζω να ζω μια ευχάριστη ζωή, προσφέροντας στον εαυτό μου μια ευημερία, αναζητώντας πού είναι τα φτηνά και πού τα καλά σύμφωνα με τους νόμους του Θεού και την αγάπη για τον περιβάλλον!